22 Μαρτίου 2022

Πάλι ξεχάσαμε τους ανέργους;

Δημοσιεύθηκε στο ενημερωτικό δελτίο του «K Report» (Τρίτη 22 Μαρτίου 2022). 

Ήταν αρκετά καλοσχεδιασμένα τα μέτρα στήριξης των ευάλωτων ομάδων που ανακοινώθηκαν την περασμένη εβδομάδα. Η κοινωνική πολιτική στη χώρα έχει γυρίσει σελίδα από τα χρόνια του «κοινωνικού μερίσματος» που μοίραζαν οι κυβερνήσεις Σαμαρά τα χρόνια της κρίσης, σε συνταξιούχους αδιακρίτως, αλλά και σε αστυνομικούς. Τώρα η ενίσχυση των χαμηλοσυνταξιούχων γίνεται με κριτήρια εισοδηματικά και περιουσίας, όπως είναι απαραίτητο για να βελτιώνεται η στόχευση και να αξιοποιούνται καλύτερα οι περιορισμένοι πόροι. Ταυτόχρονα, ενισχύονται οι ανασφάλιστοι υπερήλικες, καθώς και οι δικαιούχοι αναπηρικών επιδομάτων, ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, και επιδόματος παιδιού.

Βέβαια, η αρχή της στόχευσης των ενισχύσεων θα ξεχάστηκε μάλλον όταν σχεδιάστηκαν οι «επιστρεπτέες προκαταβολές», πολλές από τις οποίες δεν θα επιστραφούν ποτέ, ακόμη και όταν οι επιχειρήσεις που τις εισέπραξαν δεν είχαν πληγεί από τα περιοριστικά μέτρα κατά του κορωνοϊού, ή το πρόβλημά τους ήταν άλλο, και η στήριξή τους έρχεται σε αντίθεση με την διακηρυγμένη αναβάθμιση του παραγωγικού μοντέλου της χώρας – πολύ περισσότερο τώρα που η δημοσιονομική ισορροπία έχει διαταραχθεί, λόγω αντικειμενικών παραγόντων (πανδημία) αλλά και υποκειμενικών επιλογών (προεκλογική χαλάρωση). Αλλά αυτή είναι άλλη ιστορία.

Το περίεργο με τα μέτρα στήριξης είναι η εξαίρεση των ανέργων από τις ευάλωτες ομάδες. Αμφιβάλλω ότι ήταν εσκεμμένη. Μου φαίνεται πιθανότερο ότι απλώς τους ξέχασαν. Ανεξαρτήτως της αιτίας, πρόκειται για παράλειψη με ιστορικό βάθος.

Ενδεικτικά, τα πρώτα χρόνια της κρίσης, καθώς η ανεργία ανέβαινε στα ύψη, το ποσοστό των ανέργων που εισέπρατταν το τακτικό επίδομα ανεργίας των 360 ευρώ το μήνα έπεσε σε απίστευτα χαμηλά για ευρωπαϊκή χώρα επίπεδα: από 35% το 2010 σε 9% το 2014. Στη θεωρία, όσοι άνεργοι δεν είχαν τα ένσημα για το τακτικό επίδομα ήταν υποψήφιοι για το προνοιακό βοήθημα μακροχρόνια ανέργων, εάν βέβαια πληρούσαν τα εισοδηματικά κριτήρια. Στην πράξη, πρόσθετα εμπόδια, ενίοτε ασυνάρτητα, όπως π.χ. η απαίτηση ότι για να εισπράξει κανείς το προνοιακό βοήθημα θα πρέπει να έχει προηγουμένως εισπράξει το τακτικό επίδομα επί 12 μήνες (δεν συμβαίνει σχεδόν ποτέ), συνέβαλαν στο να μείνει το 90% σχεδόν των ανέργων χωρίς καθόλου εισοδηματική στήριξη.

Θα περίμενε κανείς, ακούγοντας την τότε (αλλά και τώρα) ρητορική περί κοινωνικής ευαισθησίας ολόκληρου του πολιτικού φάσματος, και ιδίως το μόνιμο θρήνο της αντιμνημονιακής παράταξης περί «κοινωνικού μεσαίωνα», και μην ξεχνώντας την επί τετραετία διακυβέρνηση της χώρας από αυτήν ακριβώς την παράταξη, ότι αυτή η κραυγαλέα αποτυχία διορθώθηκε, ή εάν δεν διορθώθηκε τουλάχιστον έγινε θέμα αντιπαράθεσης, ότι τα εργατικά συνδικάτα, τα πολιτικά κόμματα (ιδίως της Αριστεράς), τα μέσα ενημέρωσης, οι διανοούμενοι (ιδίως οι στρατευμένοι στην Αριστερά), έκαναν φασαρία για αυτή την απαράδεκτη και ντροπιαστική παράλειψη. Θα περίμενε μάταια. Δεν κουνήθηκε φύλλο. Στη χώρα μας η (έμπρακτη) αλληλεγγύη στους ανέργους ωχριά μπροστά στην αλληλεγγύη π.χ. στους δοκιμαζόμενους 50χρονους συνταξιούχους της ΔΕΗ ή του ΟΤΕ.

Φυσικά, και η ίδια η εισοδηματική στήριξη των ανέργων είναι αρκετά προβληματική. Εξακολουθεί να λειτουργεί περισσότερο ως κρατική επιδότηση της εποχικής απασχόλησης στον κλάδο του τουρισμού ή της φροντιστηριακής εκπαίδευσης (και πάλι: σε πείσμα των διακηρύξεων περί αναβάθμισης του παραγωγικού μοντέλου), και πολύ λιγότερο ως θεμελιώδες και εμβληματικό πρόγραμμα του κοινωνικού κράτους. Εξακολουθούν να επιδοτούνται κάποιοι (λίγοι) που δεν θα έπρεπε, τη στιγμή που η συντριπτική πλειονότητα των ανέργων δεν εισπράττουν ούτε ευρώ από την Πολιτεία.
Όμως αυτός είναι ο λόγος που ξεχάστηκαν οι άνεργοι όταν σχεδιάζονταν τα μέτρα στήριξης των ευάλωτων ομάδων της περασμένης εβδομάδας; Ή μήπως η κοινωνική ευαισθησία του συνόλου των πολιτικών, στην κυβέρνηση και στην αντιπολίτευση, των δημοσιολογούντων, και σε τελευταία ανάλυση των ψηφοφόρων, είναι επιλεκτική; Και από αυτή την επιλογή, οι άνεργοι βγαίνουν χαμένοι;

16 Μαρτίου 2022

20 μέρες πολέμου, 10 πράγματα που άλλαξαν για πάντα




Δημοσιεύτηκε στην «Athens Voice» (Τετάρτη 16 Μαρτίου 2022).

Η Corriere della sera, η ιστορική εφημερίδα του Μιλάνου, πρώτη σε πωλήσεις σε όλη τη χώρα, προσφέρει στους συνδρομητές της μια σειρά από θεματικά newsletter. Ένα από αυτά, Rassegna stampa (Επισκόπηση Τύπου), ομαδοποιεί άρθρα για κάποιο θέμα σε διάφορα μέσα ενημέρωσης, συνήθως διεθνή, καμιά φορά ιταλικά. Οι συντάκτες του newsletter δεν αποδελτιώνουν απλώς: επιλέγουν, συνοψίζουν, συγκρίνουν, σχολιάζουν, διαφωνούν, παίρνουν θέση, με παρρησία και γενναιοδωρία (δεν διστάζουν να επαινέσουν τους «ανταγωνιστές» τους, άλλες εφημερίδες, περιοδικά, και συντάκτες, στην Ιταλία και στο εξωτερικό).

Η Rassegna stampa της Δευτέρας 14 Μαρτίου 2022 ήταν διαφορετική: συνόψιζε την πρόσφατη αρθογραφία όχι του διεθνούς Τύπου αλλά της ίδιας της Corriere della sera. Οι συντάκτες της (Luca Angelini, Gianluca Mercuri, Alessandro Trocino) έγραψαν για τα 10 πράγματα που άλλαξαν για πάντα τις πρώτες 20 μέρες του πολέμου.

1. Το NATO είναι πάλι στη μόδα. Επί προεδρίας Τραμπ, η Βορειοατλαντική Συμμαχία είχε φτάσει στο ναδίρ («κλινικά νεκρή», κατά Μακρόν). Χάρη στον Πούτιν, το ΝΑΤΟ ξαναβρίσκει τον λόγο ύπαρξής του.

2. Η Ρωσία έγινε παρίας. Ότι ο Πούτιν ήταν αυταρχικός ηγέτης, δεσποτικός και (συχνά) αιμοσταγής, ήταν γνωστό, χωρίς αυτό να τον εμποδίζει να συμμετέχει σε συναντήσεις κορυφής με τη Δύση (π.χ. G20). Σήμερα είναι αδιανόητο ότι κάτι τέτοιο θα ξανασυμβεί.

3. Ο πόλεμος τόνωσε την εθνική συνείδηση των Ουκρανών. Προτιμώντας την αντίσταση από την παράδοση, οι Ουκρανοί (ακόμη και οι ρωσόφωνοι) απέδειξαν στον Πούτιν ότι η χώρα τους δεν είναι επαρχία της δικής του.

4. Η Ευρωπαϊκή Ένωση βγαίνει πιο ενωμένη. Η κρίση του Ευρώ απείλησε την ενότητα της ΕΕ, το Brexit έπληξε την ακεραιότητά της. Η ευρωπαϊκή απάντηση στην πανδημία πέρυσι, και στον πόλεμο της Ουκρανίας φέτος, βγάζουν αληθινή την προφητεία του Ζαν Μοννέ από το 1954: «Η Ευρώπη θα χτιστεί στις κρίσεις, ως το άθροισμα των λύσεων που θα δοθούν σε αυτές τις κρίσεις».

5. Η ενεργειακή μετάβαση θα αναβληθεί ή θα επιταχυνθεί; Η εξάρτηση της Ιταλίας από το ρωσικό φυσικό αέριο είναι μεγάλη. Όμως οι ειδικοί επιμένουν ότι μέσα σε ένα χρόνο μπορεί να μειωθεί κατά τουλάχιστον ένα τρίτο, με ένα μείγμα που περιλαμβάνει (προσωρινή) προσφυγή στο κάρβουνο, επιτάχυνση της στροφής προς ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, και επανεξέταση του ρόλου της πυρηνικής ενέργειας.

6. Η Ιταλία έγινε πιο ατλαντική. Οι θαυμαστές της Ρωσίας (και της Κίνας), πολυάριθμοι στη Λέγκα και στο Κίνημα 5 Αστέρων, έχουν τώρα να διαλέξουν ανάμεσα στη σιωπή και στον εξευτελισμό. Ο Μπερλουσκόνι, φίλος του Πούτιν και οικοδεσπότης του στη Σαρδηνία, επέλεξε τη σιωπή. Ο Σαλβίνι, με την πρόσφατη επίσκεψή του στα σύνορα Πολωνίας-Ουκρανίας, τον εξευτελισμό.

7. Οι οικονομικές κυρώσεις πνίγουν τη Ρωσία. Το ερώτημα είναι αν η οικονομική απομόνωση της Ρωσίας θα συντομεύσει τον πόλεμο, ή αντίθετα θα κάνει πιθανότερη την διαίρεση της παγκόσμιας οικονομίας σε ανταγωνιστικά μπλοκ: Ρωσία-Κίνα (και Ινδία;) εναντίον της Δύσης.

8. Η Κίνα σε σταυροδρόμι. Η κινεζική ηγεσία συμμερίζεται την πεποίθηση του Πούτιν ότι η Δύση είναι αδύναμη και παρηκμασμένη. Όμως η παγκοσμιοποίηση έβγαλε εκατοντάδες εκατομμύρια Κινέζους από την εξαθλίωση. Θα ρισκάρει το καθεστώς την οικονομική στασιμότητα (ή οπισθοδρόμηση);

9. Παγκοσμιοποίηση: το τέλος του τέλους της ιστορίας. Η ιδέα του εξευγενισμού των ηθών μέσω του εμπορίου (Doux commerce κατά Μοντεσκιέ, Wandel durch Handel στη μεταπολεμική Γερμανία) διαψεύσθηκε πρώτα από την Κίνα, ήδη με τη σφαγή στην Πλατεία Τιάνανμεν, και μετά από τη Ρωσία. Όμως, όπως δείχνει το ιστορικό προηγούμενο (1914-1945), το τέλος της παγκοσμιοποίησης απειλεί να κάνει τον κόσμο όχι μόνο φτωχότερο, αλλά και πιο επικίνδυνο.

10. Μια νέα προσφυγική κρίση; Όλοι οι αυταρχικοί ηγέτες (Πούτιν, Λουκασένκο, Ερντογάν) έμαθαν να χρησιμοποιούν τους πρόσφυγες ως όπλο για την αποσταθεροποίηση της Ευρώπης. Το ερώτημα για την Ευρώπη είναι αν μπορεί να μετατρέψει την προσφυγική κρίση σε ελιξήριο οικονομικού δυναμισμού (και πολιτικής αίγλης). Κάποιοι πιστεύουν πως όχι. Η θερμή υποδοχή των Ουκρανών προσφύγων στην Πολωνία, στη Γερμανία, στην Ιταλία και αλλού δείχνει πως ναι.