11 Νοεμβρίου 2018

Ο δρόμος προς τη χρεωκοπία περνά από την αλλοίωση του πολιτεύματος

Δημοσιεύτηκε στο «Βήμα» (Κυριακή 11 Νοεμβρίου 2018).

Οι πρόσφατες αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας φέρνουν τη χώρα ένα βήμα από την χρεωκοπία. Δεν πρόκειται για σχήμα λόγου: σύμφωνα με εκτιμήσεις, η ακύρωση των «μνημονιακών περικοπών» στις συντάξεις και στους μισθούς του ευρύτερου δημόσιου τομέα συνεπάγεται επιβάρυνση του προϋπολογισμού από 9 έως 15 δις ευρώ. Για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης: 9 δις είναι όλη η δημόσια δαπάνη για την υγεία (του κράτους και των ταμείων), ενώ η δαπάνη για υγεία και παιδεία μαζί δεν φτάνει τα 15 δις. Είναι προφανές ότι η υλοποίηση των αποφάσεων αυτών είναι εφικτή μόνο εάν χρεωκοπήσουμε επισήμως, ώστε η Τράπεζα της Ελλάδος (σε ένα κατεστραμμένο κράτος) να μπορεί να τυπώνει όσα χαρτονομίσματα θέλει, με πολλά μηδενικά και αξία κουρελόχαρτων, όπως στην Κατοχή. Πώς απαντά η κυβέρνηση σε αυτή την εξέλιξη; Με έναν κουτοπόνηρο ελιγμό («τα αναδρομικά θα επιστραφούν σε όσους κάνουν προσφυγή»), ο οποίος επί πλέον είναι προορισμένος να πέσει στο κενό (προσφυγή κάνουν σχεδόν όλοι).

Πώς φτάσαμε μέχρι εδώ; Οκτώμισι χρόνια μετά από το πρώτο Μνημόνιο, η αντίληψη που έχει σχηματίσει η κοινή γνώμη για τις αιτίες της δυσπραγίας μας είναι αυτή που έχει επιβάλει ο πανίσχυρος «συνασπισμός της χρεωκοπίας» που μας έφερε στην κρίση και που έκτοτε κρατά την χώρα καθηλωμένη. Στην πολιτική εκπροσωπείται από τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, αλλά και από τη «λαϊκή δεξιά» του Σαμαρά και των καραμανλικών, από το παλιό ΠΑΣΟΚ, και φυσικά από το ΚΚΕ και την Χρυσή Αυγή. Στα μέσα ενημέρωσης, από τις λιγότερο σοβαρές εφημερίδες, και κυρίως από τους τηλεοπτικούς αστέρες των πρωινών εκπομπών και των βραδινών δελτίων. Στην οικονομία, από τις κρατικοδίαιτες επιχειρήσεις και τα εμπορικά επιμελητήρια, που αναπολούν τις παλιές καλές εποχές και απαιτούν από τις κυβερνήσεις «να ρίξουν χρήμα στην αγορά».

Για όλους αυτούς – και για πολλούς άλλους – για τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό που έφερε την Τρόικα φταίει ο Παπακωνσταντίνου και ο Παπαντωνίου, παρότι η ενοχή του πρώτου δεν αποδείχθηκε ποτέ, ενώ του δεύτερου δεν έχει αποδειχθεί ακόμη. Φταίνε οι πολιτικοί που «τα φάγανε», δεν φταίνε ούτε οι 800.000 προσλήψεις συμβασιούχων το 2004-2009, ούτε οι επιχορηγήσεις του κράτους στα ασφαλιστικά ταμεία, συνολικού ύψους 200 δις – δύο τρίτα του συνολικού δημόσιου χρέους! – την περίοδο 2000-2015. Για αυτό άλλωστε ο τότε υπουργός εσωτερικών ανταμείφθηκε για τις υπηρεσίες του από τη σημερινή κυβέρνηση με το αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας. Όσο για τις συντάξεις της ΔΕΗ και της Εθνικής Τράπεζας, και των δικαστικών και των στρατιωτικών και πολλών άλλων, που μειώθηκαν με τους μνημονιακούς νόμους, αυτές «πληρώθηκαν με τις εισφορές των συνταξιούχων», συνεπώς είναι ιερές.

Το δικαστικό σώμα έχει αναδειχθεί σε στυλοβάτη του αντιμνημονιακού «αφηγήματος», αυτού του χοντροκομμένου παραμυθιού που έχει επικρατήσει επειδή χαϊδεύει τις εθνικές μας αυταπάτες, και ας μην περιέχει ίχνος αλήθειας. Με τα δακρύβρεχτα διαβήματα προς τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, γεμάτα από αναφορές στα αρχαία κλέη μας, και στα πνευματικά δικαιώματα που μας οφείλει η υπόλοιπη ανθρωπότητα ως απογόνους του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη. Με την απίστευτη δίωξη του πρώην προέδρου της ΕλΣτατ επειδή έκανε τη δουλειά του, αντί να στέλνει στις Βρυξέλλες ψεύτικα νούμερα όπως επέβαλλε το εθνικό φρόνημα. Και με το συστηματικό σαμποτάζ στις απεγνωσμένες (όσο και απρόθυμες) προσπάθειες των κυβερνήσεων να συμμαζέψουν κάπως τα δημοσιονομικά της χώρας.

Με το αζημίωτο εννοείται. Η παγερή αδιαφορία των δικαστικών για το πού θα βρούμε τα χρήματα να εφαρμόσουμε τις αποφάσεις τους ξεκινά από τους μισθούς τους, τους οποίους πρακτικά απονέμουν οι ίδιοι στους εαυτούς τους, και που σύμφωνα με στοιχεία που είχαν διαρρεύσει από το Υπουργείο Οικονομικών το 2012 (δηλαδή μετά τις μνημονιακές περικοπές) έφταναν τα 6.500 ευρώ μεικτά το μήνα - κατά μέσο όρο, δηλαδή συνυπολογίζοντας τις αποδοχές όλων των δικαστικών, από έναν πρωτοδιορισμένο ειρηνοδίκη έως τον πρόεδρο του Αρείου Πάγου. Δύομιση φορές πάνω από τις αντίστοιχες αποδοχές π.χ. των ερευνητών, από τους οποίους περιμένουμε την καινοτομία που θα βγάλει την οικονομία μας από το τέλμα.

Ο ένας στους δύο εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα παίρνει μισθούς κάτω από 800 ευρώ το μήνα, αλλά για τους δικαστικούς μας δεν υπάρχει πρόβλημα – ή δεν είναι δικό τους πρόβλημα. Ας φρόντιζαν και αυτοί να ενταχθούν στα «ειδικά μισθολόγια», μαζί με τους υπαλλήλους ΔΕΚΟ, τους στρατιωτικούς, τους κληρικούς, και φυσικά τους ίδιους τους δικαστικούς. Οι περικοπές των ειδικών μισθολογίων κρίθηκαν παράνομες, αντίθετα των απλών εργαζομένων εξακολουθούν να είναι νόμιμες.

Το αξιοσημείωτο δεν είναι η ιδιοτέλεια των δικαστικών. Παρά τους πομπώδεις τόνους, αυτή δεν διαφέρει από την ιδιοτέλεια όλων των άλλων συντεχνιών που βούλιαξαν τη χώρα, με τη συναίνεση των περισσότερων πολιτικών, και υπό τις ενθουσιώδεις επευφημίες των περισσότερων δημοσιογράφων. Είναι ο αντιμνημονιακός ακτιβισμός της κορυφής της ιεραρχίας, από τον πρώην πρόεδρο του ΣτΕ (που κρατούσε στο συρτάρι τις αιτήσεις ακύρωσης που δεν βόλευαν την σημερινή κυβέρνηση) έως την πρώην πρόεδρο του Αρείου Πάγου και σημερινή σύμβουλο του πρωθυπουργού (αναρωτιέται κανείς εάν οι αρμοδιότητες της αφορούν την παροχή τεχνογνωσίας σε θέματα διώξεων πολιτικών αντιπάλων). 

Το πολίτευμα της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, που μέχρι νεωτέρας ισχύει στη χώρα μας, προβλέπει τη διάκριση των εξουσιών: η Βουλή νομοθετεί, η κυβέρνηση κυβερνά, τα δικαστήρια ελέγχουν. Με τις πρόσφατες αποφάσεις τους οι δικαστές διεκδικούν το προνόμιο να νομοθετούν και να χαράζουν οικονομική πολιτική. Ο δρόμος προς τη χρεωκοπία περνά από την αλλοίωση του πολιτεύματος.

1 Νοεμβρίου 2018

Η ακραία φτώχεια

Μια προηγούμενη εκδοχή του κειμένου παρουσιάστηκε στην εκδήλωση της Κίνησης Πολιτών για μια Ανοικτή Κοινωνία με θέμα «Οι νέες ανισότητες» (Αθήνα 18 Οκτωβρίου 2018). Δημοσιεύτηκε στο «Περιοδικό των Βιβλίων / The Books' Journal» (Νοέμβριος 2018).

1.

Μου ζητήθηκε να παρουσιάσω εν συντομία τα βασικά ευρήματα της μελέτης μας για την ακραία φτώχεια. Η μελέτη εκπονήθηκε για λογαριασμό της διαΝΕΟσις, με τη συνεργασία τριών νεαρών ερευνητριών: Χρύσα Λεβέντη (Πανεπιστήμιο Essex), Μαρία Φλεβοτόμου (Τράπεζα της Ελλάδος), Ελένη Καναβιτσά (Οικονομικό Πανεπιστήμιο). Οι δύο πρώτες εκπόνησαν τη διδακτορική τους διατριβή στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο, η τρίτη την εκπονεί τώρα.

Πώς εκτιμήσαμε το ποσοστό ακραίας φτώχειας; Θεωρήσαμε ότι το σχετικό όριο είναι ίσο με το κόστος απόκτησης του καλαθιού αγαθών και υπηρεσιών που αντιστοιχεί στις ελάχιστες ανάγκες διαβίωσης μιας οικογένειας. Υπολογίσαμε το κόστος αυτό χωριστά για κάθε τύπο οικογένειας και για διαφορετικές τοποθεσίες. Για παράδειγμα, για μια τετραμελή οικογένεια που διέμενε στην Αθήνα και δεν βαρυνόταν με έξοδα ενοικίου ή στεγαστικού δανείου: €622 το μήνα (το 2016). Στη συνέχεια εκτιμήσαμε το ποσοστό του πληθυσμού που σύμφωνα με τα δεδομένα της Έρευνας Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης (EU-SILC) εμφανίζει εισόδημα κάτω από το όριο ακραίας φτώχειας (ανάλογα φυσικά με την τοποθεσία και τον τύπο οικογένειας). Το ποσοστό ακραίας φτώχειας είναι απλώς το ποσοστό του πληθυσμού με εισόδημα χαμηλότερο από το κόστος απόκτησης του βασικού καλαθιού με τα απολύτως αναγκαία προς το ζην.

Πόσο ήταν αυτό το ποσοστό; Εκτιμήσαμε ότι ήταν χαμηλό προ κρίσης (2,2% το 2009), μετά αυξήθηκε απότομα (σε 17,1% το 2013), για να υποχωρήσει στη συνέχεια (σε 13,6% το 2016).

Το μέγεθος αυτό αντιστοιχεί σε σχεδόν ενάμισι εκατομμύριο άτομα. Πώς επιβιώνουν όλοι αυτοί οι άνθρωποι; Εικάζουμε ότι οι περισσότεροι καταφέρνουν – με όλο και μεγαλύτερη δυσκολία – να διατηρούν ακόμη ένα ελάχιστο επίπεδο κατανάλωσης είτε αντλώντας από αποταμιεύσεις του παρελθόντος, είτε ρευστοποιώντας περιουσιακά στοιχεία (π.χ. χρυσαφικά), είτε χρεώνοντας πιστωτικές κάρτες, είτε απλώς συσσωρεύοντας χρέη (π.χ. στην εφορία, στα ασφαλιστικά ταμεία, στην τράπεζα για στεγαστικά δάνεια), είτε αφήνοντας απλήρωτους άλλους λογαριασμούς (π.χ. ενοίκια, κοινόχρηστα κτλ).

Ποιοι είναι οι «ακραία φτωχοί»; Οι ομάδες που πλήττονται μακράν περισσότερο είναι οι οικογένειες με αρχηγό άνεργο, καθώς και τα νοικοκυριά χαμηλής έντασης εργασίας. Κατά τα άλλα, οι οικογένειες με παιδιά αντιμετωπίζουν σημαντικά υψηλότερα ποσοστά ακραίας φτώχειας από ό,τι τα νοικοκυριά χωρίς παιδιά. Επίσης από αυξημένο κίνδυνο ακραίας φτώχειας χαρακτηρίζονται οι οικογένειες που κατοικούν στις βόρειες ηπειρωτικές περιφέρειες, στην Αθήνα και στις άλλες πόλεις, καθώς και τα νοικοκυριά που διαμένουν σε ενοικιαζόμενη κατοικία. Αντίθετα, σε ό,τι αφορά τη γεωγραφική κατανομή, η ακραία φτώχεια κυμαίνεται σε σχετικά χαμηλά επίπεδα στην Κρήτη, στις νησιωτικές περιφέρειες, καθώς και στις αγροτικές περιοχές. Στον αντίποδα επίσης βρίσκονται επαγγελματικές ομάδες που εμφανίζονται ανεπηρέαστες από την παρατεταμένη οικονομική ύφεση και τα μέτρα λιτότητας, εξακολουθώντας να καταγράφουν πολύ χαμηλά ποσοστά ακραίας φτώχειας. Πρόκειται για τους υπαλλήλους Δημοσίου, ΔΕΚΟ και Τραπεζών, καθώς και τους ελεύθερους επαγγελματίες (ειδικά ιατρούς, νομικούς, μηχανικούς και δημοσιογράφους). Το ίδιο ισχύει για τα νοικοκυριά με δύο εργαζόμενους (ιδίως όταν είναι και οι δύο πλήρους απασχόλησης). Τέλος, πολύ χαμηλά εμφανίζονται τα ποσοστά ακραίας φτώχειας για τους συνταξιούχους και τους ηλικιωμένους.


2.

Πώς εξηγείται η εκτίμησή μας για το χαμηλό ποσοστό ακραίας φτώχειας των ηλικιωμένων (2,4% το 2016), καθώς και των συνταξιούχων ανεξαρτήτως ηλικίας (2,9%, έναντι 13,6% για το σύνολο του πληθυσμού); Πολύ απλά, επειδή ακόμη και η χαμηλότερη σύνταξη αρκεί για να καλύψει το κόστος απόκτησης των βασικών αγαθών που θεωρήσαμε απαραίτητα για την εξασφάλιση ενός ελάχιστου επιπέδου διαβίωσης.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα εισοδήματα των ηλικιωμένων έχουν υποστεί σημαντικές μειώσεις τα τελευταία χρόνια. Όμως, η θέση τους στην κατανομή εισοδήματος έχει βελτιωθεί. Γιατί συνέβη αυτό; Πρώτον, επειδή οι συντάξεις περικόπηκαν λιγότερο από τους μισθούς. Δεύτερον, επειδή οι χαμηλές συντάξεις μειώθηκαν λιγότερο από τις άλλες συντάξεις (και λιγότερο από τους κατώτατους μισθούς). Τρίτον, επειδή οι συντάξεις – έστω και μειωμένες - συνέχισαν να καταβάλλονται, ενώ βέβαια κάτι τέτοιο δεν συνέβη με τους μισθούς όσων έχασαν τη δουλειά τους. Τέταρτον, επειδή οι συνταξιούχοι που βγήκαν πρόσφατα στη σύνταξη λαμβάνουν υψηλότερες συντάξεις από όσους είχαν συνταξιοδοτηθεί στο πιο μακρινό παρελθόν.

Όσο και αν φαίνεται παράξενο, το βασικό πρόβλημα των ηλικιωμένων δεν είναι το χαμηλό εισόδημα αυτό καθεαυτό. Είναι η υποβάθμιση της δημόσιας περίθαλψης, που έχει αυξήσει το κόστος των φαρμάκων και της νοσηλείας, καθιστώντας το απαγορευτικό για τους οικονομικά αδύναμους. Πράγματι, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, στην Ελλάδα το ποσοστό των ηλικιωμένων στο φτωχότερο 20% της κατανομής εισοδήματος οι οποίοι παρότι είχαν ανάγκη περίθαλψης δεν έκαναν χρήση των υπηρεσιών υγείας για οικονομικούς λόγους έφτανε το 30,0% το 2017 (έναντι 11,4% το 2010). Το ποσοστό αυτό ήταν μακράν το χειρότερο στην ΕΕ, ενώ ήταν υπερδεκαπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου (2,8%).


3.

Ενώ η θέση των ηλικιωμένων και των συνταξιούχων στην εισοδηματική πυραμίδα βελτιώθηκε, η θέση των ανέργων, των χαμηλομίσθων και των οικογενειών τους επιδεινώθηκε. Κατά συνέπεια, τα τελευταία χρόνια η σύνθεση του πληθυσμού των φτωχών έχει αλλάξει δραματικά.

Πώς ανταποκρίθηκε σε αυτή τη μεταβολή η πολιτική κατά της φτώχειας;

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα τελευταία χρόνια σημειώθηκαν σημαντικά (αν και καθυστερημένα) βήματα εκσυγχρονισμού του κοινωνικού διχτυού ασφαλείας, και ευθυγράμμισης του εγχώριου κοινωνικού κράτους με τον ευρωπαϊκό κανόνα. Ενδεικτικά αναφέρω (α) τη θεσμοθέτηση ενιαίου επιδόματος στήριξης τέκνων το 2013, και την αύξησή του με αυστηρότερα εισοδηματικά κριτήρια από το 2018, (γ) την πιλοτική εφαρμογή ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος το 2014 και ξανά το 2016, με γενικευμένη εφαρμογή του σε εθνική κλίμακα από το 2017, και (γ) τη νομοθετική πρόβλεψη για εισαγωγή επιδόματος στέγης για τους δανειολήπτες και ενοικιαστές χαμηλού εισοδήματος από το 2019.

Από την άλλη, διατηρούνται δραματικά κενά κοινωνικής προστασίας, με σημαντικότερο από όλα την απίστευτα χαμηλή κάλυψη των επιδομάτων ανεργίας. Το 2010, όταν ο αριθμός των ανέργων ήταν ακόμη 639.000, οι δικαιούχοι του τακτικού επιδόματος ανεργίας ήταν 224.000 (ποσοστό κάλυψης 35%). Πέρυσι, οι άνεργοι έφταναν σε 1.030.000, αλλά ο αριθμός όσων ελάμβαναν τακτικό επίδομα ανεργίας είχε μειωθεί σε 121.000 (ποσοστό κάλυψης 12%). Με άλλα λόγια, καθώς η ανάγκη για κοινωνική προστασία αυξανόταν, η εισοδηματική στήριξη των ανέργων υποχωρούσε. Η παρακμή των επιδομάτων ανεργίας – την εποχή που η ανάγκη για αυτά ήταν μεγαλύτερη παρά ποτέ – υπήρξε το χειρότερο παράδειγμα αταραξίας της κοινωνικής πολιτικής στις έκτακτες συνθήκες της κρίσης. Εν μέσω της εκκωφαντικής σιωπής των εγχώριων πολιτικών ελίτ, της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης, της δημόσιας διοίκησης, των εργατικών συνδικάτων, των εργοδοτικών οργανώσεων, των επιστημόνων, των διαμορφωτών της κοινής γνώμης του Τύπου, ολόκληρης της κοινωνίας.


4.

Η παραπάνω ανάλυση υποδεικνύει τις κατευθύνσεις μιας κοινωνικής πολιτικής άξιας του ονόματός της:

- Κάλυψη των κενών του κοινωνικού διχτυού ασφαλείας, με προτεραιότητα στην εισοδηματική ενίσχυση των ανέργων και στην εφαρμογή του νόμου για τη θεσμοθέτηση επιδόματος στέγης.

- Προστασία των συντάξεων των φτωχών ηλικιωμένων, αλλά όχι αδιακρίτως όλων των παλαιών συνταξιούχων.

- Αναβάθμιση της δημόσιας περίθαλψης με στόχο τη βελτίωση της πρόσβασης των φτωχών ηλικιωμένων (και όλων όσων έχουν ανάγκη) σε φάρμακα και νοσηλεία.

- Προετοιμασία ενός πλέγματος κοινωνικών παροχών και υπηρεσιών που να συμβάλλει στην ανάκαμψη της οικονομίας αντί να τη δυσχεραίνει.

Όπως είναι προφανές, η δημόσια συζήτηση στη χώρα μας δεν ασχολείται με αυτά. Το κύριο ερώτημα που απασχολεί τους πάντες είναι πώς δεν θα εφαρμοστεί η πρόβλεψη (νομοθετημένη από την κυβέρνηση) για την περικοπή της διαβόητης «προσωπικής διαφοράς», που επιτρέπει σε όσους πρόλαβαν να βγουν στη σύνταξη μέχρι το 2016 (προτού ψηφιστεί ο «Νόμος Κατρούγκαλου») να εξακολουθούν να εισπράττουν ποσά πολύ υψηλότερα από τις εισφορές που είχαν καταβάλει, και φυσικά πολύ υψηλότερα από τις συντάξεις όσων πρόκειται να βγουν στη σύνταξη από εδώ και πέρα.

Για αυτό άλλωστε, το προσχέδιο προϋπολογισμού που κατατέθηκε πρόσφατα προβλέπει δύο σενάρια. Το πρώτο είναι το «εθνικά υπερήφανο»: αφήνει όλες τις παλιές συντάξεις στην ησυχία τους, παραβαίνοντας τη δέσμευση για κατάργηση της προσωπικής διαφοράς που η ίδια η κυβερνητική πλειοψηφία ψήφισε. Βέβαια, επειδή η εθνική υπερηφάνεια έχει κόστος, μετά δεν θα περισσεύουν χρήματα για άλλα μέτρα, όπως π.χ. είναι το επίδομα στέγης που επίσης ψήφισε η κυβερνητική πλειοψηφία. Το δεύτερο σενάριο είναι αυτό που θέλουν οι κακοί ξένοι και τα εγχώρια φερέφωνά τους: εφαρμογή των δεσμεύσεων που έχουν νομοθετηθεί, δηλ. μερική κατάργηση της προσωπικής διαφοράς (με πλαφόν μείωση 18%) και χορήγηση επιδόματος στέγης.

Το ενδιαφέρον είναι ότι το προσχέδιο προϋπολογισμού περιλαμβάνει μια υποδειγματική ανάλυση των διανεμητικών επιπτώσεων των δύο σεναρίων. Το «εθνικά υπερήφανο» σενάριο ωφελεί κυρίως τους πιο πλούσιους: όσους βρίσκονται στο πάνω μέρος της κατανομής εισοδήματος. Το «προδοτικό» σενάριο ωφελεί κυρίως τους πιο φτωχούς: όσους βρίσκονται στο κάτω μέρος της εισοδηματικής κατανομής. 

Σε μια νορμάλ χώρα, η συζήτηση για το ποιο από τα δύο σενάρια πρέπει να εφαρμοστεί θα σταματούσε κάπου εδώ. Στη χώρα μας, τίποτε δεν φαίνεται να ταράζει την εθνική ομοψυχία – για τη λάθος επιλογή.

Αναγνώσεις

Δημοσιεύτηκε στη στήλη «Ξένος ανταποκριτής» της «Athens Voice» (Πέμπτη 1 Νοεμβρίου 2018).

Κυριακή, ημέρα ανάγνωσης. Ο ανταποκριτής σας περπάτησε υπό καταρρακτώδη βροχή μέχρι το περίπτερο για να αγοράσει την Corriere della sera και τη Lettura, το κυριακάτικο ένθετο, και στη συνέχεια πάνω από τη γέφυρα, δίπλα στο κανάλι, μέχρι το Mag, το αγαπημένο του καφέ. Πάνε τα τραπέζια έξω, πάει και ο ήλιος: συνωστισμός στον κλειστό χώρο, βρεγμένα πανωφόρια, ομπρέλες που στάζουν, μυρωδιά μούχλας στην ατμόσφαιρα. Αλλά και ωραία μουσική, θαμώνες Ιταλοί και ξένοι, με την παρέα τους ή μοναχικοί, νεαρά ζευγάρια, γυναίκες με τα παιδιά τους, άνδρες με τα σκυλιά τους, μιλάνε, γελάνε, διαβάζουν. Αισθάνομαι πάντα πολύ οικεία σε τέτοιο πλήθος. Ο σερβιτόρος με το λεπτό μουστάκι και τις τιράντες με υποδέχεται με θερμό χαιρετισμό: "Καλημέρα αγαπητέ. Το συνηθισμένο κρουασάν με φυστίκια;" Δίπλα μου μια νεαρή γυναίκα με γυαλιά μου ζητά την άδεια να ρίξει μια ματιά στο κύριο σώμα της εφημερίδας. "Δεν θα σας τη λερώσω!" Την κοιτάζω λίγο παραξενεμένος: "Τόσο πολύ φαίνεται ότι με ενοχλούν κάτι τέτοια;" Γελάει - "Όχι, αλλά η ανάγνωση της κυριακάτικης εφημερίδας είναι και για μένα ιερή."

Είχα αρκετό καιρό να διαβάσω τη Lettura. Είχα ξεχάσει πόσο απολαυστική είναι. Μέσα στις 64 σελίδες βρήκα τουλάχιστον μια ντουζίνα (μεγάλα) άρθρα με ενδιαφέροντα θέματα και συναρπαστική γραφή. Τα πιο σημαντικά (κατά σειρά εμφάνισης): Παρουσίαση της ιταλικής έκδοσης του βιβλίου του E.O. Wilson "The origins of creativity" (προ ετών είχα κάνει δώρο στη Ρ. το "Letters to a Young Scientist", αφού πρώτα το διάβασα εγώ). Ο Wilson, καθηγητής εντομολογίας στο Harvard, δημοφιλής εκλαϊκευτής της επιστήμης, στοχάζεται στην τεχνητή νοημοσύνη και ποντάρει σε έναν "Διαφωτισμό 4.0" (μετά τον αρχαιοελληνικό του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, τον αραβικό του Αβερρόη και του Αβικέννα, και τον Διαφωτισμό της Αναγέννησης), όπου η φιλοσοφία και οι ανθρωπιστικές επιστήμες συνδιαλέγονται με την τεχνολογία και τις θετικές επιστήμες, αντί να γυρίζουν την πλάτη τους σε αυτές.

Γυρίζω σελίδα και πέφτω πάνω στο άρθρο του Maurizio Ferrera, καθηγητή πολιτικής επιστήμης στο Πανεπιστήμιο του Μιλάνου, για το αποτέλεσμα των εκλογών της Βαυαρίας. Γνώστης της γερμανικής, μελετητής του Max Weber, φιλελεύθερος από το Τορίνο, κοιτίδα του ιταλικού φιλελευθερισμού, μαθητής του Norberto Bobbio, ο Ferrera χαιρετίζει τη νίκη των Πρασίνων ως προάγγελο ενός πανευρωπαϊκού κινήματος αντίστασης στον εθνολαϊκισμό. Στο διπλανό άρθρο μια συντάκτης της εφημερίδας γράφει για ένα άλλο είδος Γερμανών οικολόγων: Völkische Siedler, Umwelt und Aktiv, αλλά στην πραγματικότητα Blut und Boden. Από όλα έχει ο μπαχτσές, μερικές φορές κυριολεκτικά: τα βιολογικά προϊόντα των νέων εποίκων που επέστρεψαν στη φύση καταλήγουν στα ράφια των καταστημάτων του Βερολίνου και του Μονάχου, όπου αγοράζονται από ανυποψίαστους κοσμοπολίτες καταναλωτές που αγνοούν την τοξική ιδεολογία των παραγωγών τους.

Ξαναγυρίζω σελίδα: "Το γέλιο απελευθερώνει, ακόμη και τους ερωτευμένους". Η συντάκτρια, Ilaria Gaspari, (άγνωστή μου) νεαρή συγγραφέας, με πτυχίο φιλοσοφικής από τη φημισμένη Normale της Pisa, αντιπαραθέτει στον "Ρωμαίο και Ιουλιέττα" του Βάρδου το "Much ado about nothing" του ιδίου, όπου - αντί για τραγικούς έρωτες, αυτοκτονίες και άλλες συμφορές - ο μισογύνης Benedick και η πνευματώδης Beatrice πειράζονται, καυγαδίζουν, εκνευρίζουν ο ένας τον άλλο, προτού τελικά αγαπηθούν. Η Gaspari (προβλέψιμα) εξαίρει την αξία του γέλιου στον έρωτα, και (απρόσμενα) προσθέτει μερικές σοφές γραμμές: η ζωή συχνά μας κάνει να υποφέρουμε, και κάθε νίκη του χιούμορ είναι αναγκαστικά προσωρινή - αλλά μας βοηθά να γίνουμε λίγο πιο ελεύθεροι, λίγο λιγότερο δούλοι των παθών μας. Καταλήγει με τον Βοκκάκιο, που στο "Δεκαήμερο" έγραψε σελίδες φαρσοκωμωδίας για να παρωδήσει τα υποκριτικά ήθη της εποχής, αλλά στην ιστορία του Gian di Procida πηγαίνει ένα βήμα παραπέρα. Ο νεαρός συλλαμβάνεται να ερωτοτροπεί με τη μέλλουσα σύζυγο του βασιλιά. Ο τελευταίος δίνει εντολή να εκτελεστούν και οι δύο, αφού πρώτα διαπομπευθούν στην πλατεία της πόλης. Οι δύο εραστές, αλυσοδεμένοι, προσπαθούν μάταια να καλύψουν τη γύμνια τους. Αλλά ο όχλος που έχει συγκεντρωθεί για να παρακολουθήσει την εκτέλεση και να εξευτελίσει τους καταδικασμένους, χάνει κάθε όρεξη για κοροϊδίες όταν αντικρίζει τους δύο εραστές, "γυμνούς, όμορφους, και αθώους": σιωπά γεμάτο σεβασμό, και απαιτεί από τον βασιλιά να τους δώσει χάρη. Εκείνος συμμορφώνεται.

Ξαναγυρίζω σελίδα (είμαστε ακόμη στις πρώτες σελίδες της Lettura): O Loris Zanatta, καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Bologna, ειδικός στα πολιτικά συστήματα της Λατινικής Αμερικής, ειρωνεύεται τον Noam Chomsky (ο οποίος κάθεται και σε μένα στο στομάχι) που στο νέο του βιβλίο δηλώνει απογοητευμένος από τον Μαδούρο και τους Κίρχνερ. Μήπως κατά τύχη αισθάνεται την ανάγκη να κάνει αυτοκριτική για τους ενθουσιώδεις επαίνους του μόλις πριν λίγα χρόνια; "Όχι βέβαια! Τι φταίει εκείνος που πίστεψε σε αυτούς; Αυτοί φταίνε που αποδείχθηκαν διεφθαρμένοι" γράφει ο Zanatta - και συνεχίζει: "Δεν ξέρω αν νιώθω πιο πολύ θυμό ή οίκτο για τους Αγγλοσάξονες ριζοσπάστες τύπου Chomsky, Michael Moore, Oliver Stone, Ken Loach κ.ά., αφελή εξαπτέρυγα του κάθε Fidel Castro, Rafael Correa, Hugo Chavez: είναι προφανές ότι δεν ξέρουν για τι πράγμα μιλάνε." Με αφορμή την ιταλική έκδοση του τελευταίου βιβλίου του (90χρονου) Chomsky, o Zanatta γράφει ένα μικρό δοκίμιο για την οικονομία, την κοινωνία και την πολιτική της Λατινικής Αμερικής. Το πρόβλημα της τελευταίας δεν είναι ο καπιταλισμός, που πουθενά αλλού δεν έχει τόσους εχθρούς ("εθνικιστές, σοσιαλιστές, καθολικούς, τριτοκοσμικούς"), αλλά η επικράτηση μιας κουλτούρας αυταρχικής, κρατιστικής και κορπορατιβιστικής, με ρίζες στην ισπανική αποικιοκρατία. Στη Λατινική Αμερική οι περισσότεροι επιχειρηματίες "δεν ζητούν ανταγωνισμό αλλά προστασία, δεν θέλουν κανόνες αλλά προνόμια, δεν αναζητούν αγορές αλλά εργολαβίες". "Αξιοκρατία, διαφάνεια, νομιμότητα; Κενές λέξεις." (Θα μπορούσε να μιλάει για την Ελλάδα.) Καταλήγει με μια πιο αισιόδοξη νότα, χαιρετίζοντας την πρόσφατη εμφάνιση νέων μεσοαστικών στρωμάτων με υγιέστερες αξίες. "Ποιος ξέρει αν πρόκειται για φαινόμενα επιφανειακά ή βαθύτερα, παροδικά ή μονιμότερα. Λίγο το ένα και λίγο το άλλο, υποθέτω. Όμως ένα πράγμα είναι βέβαιο: ο αντικαπιταλισμός του Chomsky χαρίζει μια επίστρωση αξιοπιστίας στους χειρότερους κληρονόμους της αποικιοκρατικής παράδοσης. Τίποτε σήμερα δεν είναι προοδευτικότερο από την επιδίωξη ενός υγιούς καπιταλισμού στη Λατινική Αμερική."