Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα μετανάστευση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα μετανάστευση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

13 Απριλίου 2025

Η ξενοφοβία βλάπτει σοβαρά την οικονομία

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» (Κυριακή 13 Απριλίου 2025).

Η ανάθεση στον Μάκη Βορίδη του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου ήταν το πιο ενδιαφέρον στοιχείο του πρόσφατου κυβερνητικού ανασχηματισμού. Ο νέος υπουργός έχει ήδη παρουσιάσει αξιόλογο έργο στο πεδίο της (αντι)μεταναστευτικής πολιτικής από άλλο πόστο: ως Υπουργός Εσωτερικών (2021-2023), όπου μεταξύ άλλων είχε την πολιτική ευθύνη για τη διαδικασία απονομής ελληνικής ιθαγένειας. Οι υποψήφιοι στις σχετικές εξετάσεις ανήκουν σε μια ειδική κατηγορία μεταναστών: ζουν και εργάζονται εδώ και χρόνια στη χώρα μας, έχουν κάνει οικογένεια, τα παιδιά τους πηγαίνουν σχολείο, έχουν μάθει ελληνικά, θέλουν να είναι Έλληνες πολίτες. Οποιαδήποτε κυβέρνηση οποιασδήποτε νορμάλ χώρας, ανεξαρτήτως πολιτικού προσανατολισμού, θα έπρεπε να τους βλέπει με συμπάθεια, ή τουλάχιστον να τους φέρεται ακριβοδίκαια.

Όχι η δική μας: χάρη στην παρακαταθήκη (και) του Μάκη Βορίδη, οι υποψήφιοι πρέπει να απαντήσουν σε ερωτήσεις όπως: «Ποια είναι η πιο γνωστή παλαιολιθική θέση της Ελλάδας, όπου βρέθηκε το παλαιότερο ανθρώπινο λείψανο;» ή «Στον μητροπολιτικό ναό του Αγίου Δημητρίου στον Μυστρά στέφτηκε αυτοκράτορας στις 6 Ιανουαρίου 1449 ο Κωνσταντίνος ΙΑ’ Παλαιολόγος – σωστό ή λάθος;» Τι και αν με την ίδια λογική θα έπρεπε να αφαιρεθεί η ελληνική ιθαγένεια από το 95% του πληθυσμού; Ο στόχος επετεύχθη: «Έλληνας γεννιέσαι, δεν γίνεσαι».

Από το σημερινό πόστο του ο νέος Υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου θα δείξει πώς αντιλαμβάνεται τη «διαχείριση της παράνομης μετανάστευσης» και αν αυτή θα συνεχίσει να βασίζεται στην απώθηση λεμβών με γυναικόπαιδα από σκάφη του Λιμενικού, με μανούβρες που ενίοτε καταλήγουν στη βύθισή τους. Ο άνεμος ξενοφοβίας που φυσάει διεθνώς φαίνεται να δικαιώνει την εγχώρια ξενοφοβία. Όσο για το γεγονός ότι η χώρα μας έχει ήδη κριθεί ένοχη για «συστηματικές απωθήσεις» από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, τόσο το χειρότερο για το Δικαστήριο.

Η με κάθε μέσο απόρριψη της μετανάστευσης δεν πλήττει μόνο το κύρος της χώρας μας ως κράτους δικαίου. Βλάπτει επίσης την οικονομία, και μάλιστα σοβαρά. Η πρόσφατη τοποθέτηση του πρωθυπουργού για την ανάγκη «περιορισμού της παράνομης μετανάστευσης και οργάνωσης της νόμιμης μετανάστευσης» ακούγεται λογική. Το πρόβλημα είναι ότι σε μια χώρα που δεν έχει φροντίσει να δημιουργήσει διαφανείς και ασφαλείς διαύλους νόμιμης μετανάστευσης, όλοι οι μετανάστες είναι παράνομοι. Σήμερα το ελληνικό κράτος αναγνωρίζει δύο μόνο εξαιρέσεις: τους εποχικούς μετανάστες (κατά κανόνα στον αγροτικό τομέα), που μπορούν να μείνουν νόμιμα στη χώρα μέχρι 9 μήνες, και τα στελέχη επιχειρήσεων ή τους επενδυτές με Χρυσή Βίζα (σχεδόν πάντα αγοραστές ακινήτων), που μπορούν να μείνουν στη χώρα όσο θέλουν.

Αρκούν οι δύο αυτές κατηγορίες για να καλύψουν «πραγματικές και διαπιστωμένες ελλείψεις σε εργατικό δυναμικό»; Και μάλιστα σε μια οικονομία που υποτίθεται ότι πασχίζει να ξεφύγει από τις χαμηλές επιδόσεις στις οποίες την καθηλώνει η εξάρτηση από τον τουρισμό και την κερδοσκοπία πάνω στη γη; Σε μια χώρα που χάνει πληθυσμό – ασφαλής ένδειξη ότι πολλοί νέοι άνθρωποι δεν είναι πολύ αισιόδοξοι για το μέλλον;

Ελάχιστοι από τους πρόσφυγες που την προηγούμενη δεκαετία βρέθηκαν στην Ελλάδα έμειναν εδώ. Οι συντριπτικά περισσότεροι, αφού υπέστησαν τη σκληρότητα των κρατικών αρχών, διέσχισαν τα σύνορα, πέρασαν διάφορες δοκιμασίες, και τελικά βρέθηκαν σε κάποια χώρα της Βόρειας Ευρώπης. Κάποιοι από αυτούς – λίγοι - έγιναν επιστήμονες, εφευρέτες, ακόμη και Ολυμπιονίκες με τα χρώματα της νέας τους πατρίδας. Πολλοί άλλοι άνοιξαν μαγαζιά, δημιούργησαν θέσεις εργασίας, πληρώνουν φόρους. Δεν τους θέλουμε ούτε αυτούς;

Στη χώρα μας οι πολιτικοί προτιμούν να επιδίδονται σε κορώνες για μετανάστες που «δεν σέβονται τις αξίες μας και την ταυτότητά μας» παρά να στρωθούν στη δουλειά για να σχεδιάσουν εκείνες τις πολιτικές ενσωμάτωσης που θα καλλιεργήσουν τον σεβασμό σε αυτές τις αξίες (ακόμα καλύτερα: στις ευγενέστερες από αυτές τις αξίες).

Για μια ακόμη φορά, ο εθνικισμός προσφέρει κάκιστες υπηρεσίες στο έθνος.


19 Απριλίου 2022

Γιατί φεύγουν από την Ελλάδα οι νέοι;

Δημοσιεύτηκε στην «Καθημερινή» (Τρίτη 19 Απριλίου 2022).

Πώς εξηγείται ότι η συντριπτική πλειονότητα των νέων της χώρας μας (77% στις ηλικίες 17-24, και το 72% στις ηλικίες 25-39) λένε ότι θα μετανάστευαν στο εξωτερικό αν έβρισκαν δουλειά με καλύτερες αποδοχές και καλύτερες συνθήκες;

Οι οικονομολόγοι αναλύουν τις αποφάσεις μετανάστευσης κάνοντας διάκριση μεταξύ κινήτρων έλξης και ώθησης. Το «εξωτερικό» δεν είναι αυτό που ήταν στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, όταν χιλιάδες Έλληνες έφευγαν για την Αμερική, ή ακόμη και τη δεκαετία του ’60 όταν πήγαιναν στη Γερμανία. Τώρα έχουμε φτηνά αεροπορικά εισιτήρια, φτηνά τηλεφωνήματα και βιντεοκλήσεις – και στην Ευρώπη, ελεύθερες μετακινήσεις και πρόγραμμα Erasmus. Το «εξωτερικό» έχει έρθει πολύ πιο κοντά, και μοιάζει περισσότερο με το «εσωτερικό». Επιπλέον, τα σημερινά Ελληνόπουλα μιλάνε καλύτερα αγγλικά (ίσως και άλλες ξένες γλώσσες), έχουν καλύτερα εφόδια, στέκονται με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση δίπλα στους άλλους Ευρωπαίους. Τέλος, παρά τη γκρίνια της εγχώριας μιζέριας, οι νέοι μας διαισθάνονται τη μοναδικότητα της δυτικής Ευρώπης και έλκονται από αυτήν: ποια άλλη περιοχή του πλανήτη προσφέρει έναν τέτοιο συνδυασμό υψηλού βιοτικού επιπέδου, ατομικών ελευθεριών, και κοινωνικής συνοχής;

Όσο για τα κίνητρα ώθησης, δεν είναι δύσκολο να τα μαντέψει κανείς (και η έρευνα της διαΝΕΟσις δίνει στοιχεία και για αυτά). Με εξαιρέσεις που μετριούνται στα δάχτυλα, οι επαγγελματικές προοπτικές των περισσότερων νέων στην Ελλάδα περιορίζονται σε δουλειές κακοπληρωμένες, αγχωτικές, χωρίς μέλλον. Αυτή η μεγάλη και διαχρονική παθογένεια του ελληνικού μοντέλου ανάπτυξης, αντί να διορθωθεί, έχει επιδεινωθεί και άλλο τα τελευταία χρόνια, καθώς η υψηλή ανεργία εκμηδένισε την διαπραγματευτική ισχύ των εργαζομένων, ενώ οι μεταρρυθμίσεις της αγοράς εργασίας έφεραν μεγαλύτερη ευελιξία (για τους εργοδότες) χωρίς να την συνοδεύουν με περισσότερη ασφάλεια (για τους εργαζομένους). Όσο για την πολυπόθητη – και πολυδιακηρυγμένη – αναβάθμιση του παραγωγικού μοντέλου, που θα φέρει τις καλύτερες θέσεις εργασίας που θα κρατήσουν τους νέους στη χώρα, την περιμένουμε με ανυπομονησία.

30 Απριλίου 2021

Για την ιθαγένεια

Δημοσιεύτηκε στην «Athens Voice» (Παρασκευή 30 Απριλίου 2021).

Με την υπουργική απόφαση που εξέδωσε προ δύο εβδομάδων ο Υπουργός Εσωτερικών κ. Βορίδης, για να πολιτογραφηθεί ένας ξένος ως Έλληνας πολίτης θα πρέπει να αποδείξει ότι διέθετε ετήσιο εισόδημα 9.100 ευρώ (συν 10% για κάθε εξαρτώμενο μέλος της οικογένειας) κάθε έτος συνεχώς από το 2015 έως το 2020. Ο όρος αυτός προστίθεται στις ισχύουσες διατάξεις του Κώδικα Ελληνικής Ιθαγένειας, που προβλέπουν γραπτές εξετάσεις ιστορίας, γεωγραφίας, πολιτικών θεσμών και πολιτισμού, καθώς και ελληνικής γλώσσας (με ερωτήσεις απίστευτης δυσκολίας). Οι εξετάσεις θα γίνονται κάθε έξη μήνες, σε επτά συνολικά πόλεις ( ή και λιγότερες αν δεν συμπληρώνονται 25 τουλάχιστον αιτήσεις ενδιαφερομένων).

Δεν βλέπω πώς μπορεί να αμφισβητηθεί ότι η πραγματική στόχευση της πολιτικής του Υπουργού Εσωτερικών για την ιθαγένεια είναι να διατηρήσει τυπικά την δυνατότητα πολιτογράφησης των μεταναστών, καθιστώντας την αδύνατη στην πράξη. Εάν ο Κώδικας προέβλεπε περιοδική επανεξέταση (όπως γίνεται π.χ. με το δίπλωμα οδήγησης), η εφαρμογή των παραπάνω όρων μαθηματικά θα οδηγούσε στην αφαίρεση της ιθαγένειας από την συντριπτική πλειονότητα όσων είμαστε ήδη Έλληνες πολίτες.

Αυτό που περισσότερο με ενοχλεί με αυτή την υπουργική απόφαση δεν είναι η κουτοπονηριά της (θα ήταν εντιμότερο να πει «Έλληνας δεν γίνεσαι, γεννιέσαι»). Ούτε η αναχρονιστική μούχλα που αναδίνει χωρίς να το ομολογεί (Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών, χωρίς τον αναγεννώμενο φοίνικα), παρότι και αυτή μου είναι εντελώς απεχθής. Δεν είναι καν ότι μας υπενθυμίζει το αυτονόητο, ότι η ΝΔ παραμένει αυτό που ήταν πάντοτε, δηλαδή ένας συνασπισμός φιλελεύθερων και εθνικοφρόνων, με τους δεύτερους πάντοτε να καιροφυλακτούν, έτοιμοι να υπονομεύσουν τους πρώτους.

Είναι ότι το «όραμα» που αντιπροσωπεύει η υπουργική απόφαση – μιας χώρας περίκλειστης, εχθρικής και φοβισμένης – βρίσκεται στους αντίποδες της ιδέας μιας Ελλάδας γεμάτης αυτοπεποίθησης με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον, το οποίο (αν δεν έχω καταλάβει λάθος) θέλει να εκφράζει συλλογικά η κυβέρνηση, και το οποίο έχουν αποδείξει ότι υπηρετούν άλλα κυβερνητικά στελέχη.

Δεν μιλώ ως πονόψυχος «δικαιωματιστής», ούτε ως κατά συρροήν μετανάστης - παρότι θα μπορούσε ευλόγως κανείς να μου καταλογίσει και το ένα και το άλλο. Μιλώ ως οικονομολόγος, που γνωρίζει τα βασικά: ότι οι χώρες που ενσωματώνουν τους ξένους ανανεώνονται και προκόβουν – ενώ οι χώρες που τους απορρίπτουν μένουν στάσιμες και παρακμάζουν.

26 Ιουνίου 2016

Μετά το Brexit

Δημοσιεύτηκε στο «Βήμα» (Κυριακή 26 Ιουνίου 2016).

Το αποτέλεσμα του βρετανικού δημοψηφίσματος είναι πιθανό να αποδειχθεί σημείο καμπής στην πορεία της ευρωπαϊκής ενοποίησης που ξεκίνησε στο τέλος του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου και κορυφώθηκε με τη θεσμοθέτηση του ευρώ στις αρχές του νέου αιώνα. Οι επιπτώσεις, όσο δύσκολο και αν είναι να τις προβλέψουμε με ακρίβεια, δεν πρόκειται να είναι θετικές για την Ευρώπη. Ακόμη λιγότερο για τη Βρετανία που όταν συνέλθει από την συναλλαγματική αστάθεια και την πολιτική αναταραχή θα έχει να αντιμετωπίσει σοβαρότερες προκλήσεις, όπως είναι η αναμενόμενη απώλεια επιρροής του Σίτυ ως χρηματιστηριακού κέντρου ή ο υπαρξιακός κίνδυνος διαίρεσης του Ηνωμένου Βασιλείου.

Η πλειοψηφία των Βρετανών ψηφοφόρων επέλεξαν να κλείσουν τα αυτιά τους στους «ειδικούς», και να γυρίσουν την πλάτη τους στις ελίτ κάθε είδους, σε μια απόπειρα να ξαναπάρουν στα χέρια τους τον έλεγχο της κατάστασης. Όμως, η αλήθεια είναι ότι ο κόσμος έχει γίνει τόσο περίπλοκος (και αλληλένδετος), η οικονομία τόσο παγκοσμιοποιημένη, και η πολιτική διακυβέρνησή της τόσο ανεπαρκής, που η ανάκτηση ελέγχου μπορεί να αποδειχθεί χίμαιρα. Για παράδειγμα, η Βρετανία θα πρέπει να διαπραγματευθεί νέες εμπορικές συμφωνίες από ασθενέστερη διαπραγματευτική θέση (το οποίο συνιστά απώλεια ελέγχου). Αλλά αυτό θα γίνει σταδιακά κατανοητό. Εν τω μεταξύ, όπως και στην Ελλάδα του περυσινού καλοκαιριού, τα δημοψηφίσματα εξελίσσονται σε γιορτή δημαγωγών κάθε λογής.

Από τα 17,4 εκατομμύρια ψηφοφόρων υπέρ του Brexit αρκετοί ανήκουν στη λεγόμενη «λευκή εργατική τάξη». Αυτό επιβεβαιώνει μια παλαιότερη τάση, που έκανε την εμφάνισή της τη δεκαετία του ‘80 με τη μεταστροφή των κατοίκων της μέχρι τότε «κόκκινης ζώνης» στην περιφέρεια του Παρισιού από το ΚΚΓ στο Εθνικό Μέτωπο, και σήμερα στέλνει στα ύψη τη δημοτικότητα του Trump μεταξύ των εργατών του Mid-West. Το ότι στην Ευρώπη, στις ΗΠΑ και αλλού οι χαμένοι της παγκοσμιοποίησης στρέφονται προς ξενόφοβους λαϊκιστές δείχνει την αποτυχία των κυβερνήσεων και του κράτους πρόνοιας να προστατεύσουν τους πιο αβοήθητους από τους πολίτες τους. Δείχνει επίσης την αποτυχία των μεγάλων αφηγήσεων του Διαφωτισμού (της σοσιαλιστικής αλλά και της φιλελεύθερης) να πείσουν, πόσω μάλλον να εμπνεύσουν.

Η έξοδος της Βρετανίας διαψεύδει μια από τις θεμελιώδεις αρχές που στήριξαν το οικοδόμημα της ΕΕ, ότι δηλ. η ευρωπαϊκή ενοποίηση είναι αναντίστρεπτη. Ας θυμηθούμε ότι μια παραλλαγή αυτής της αρχής, ότι η συμμετοχή στη ζώνη του ευρώ είναι αναντίστρεπτη, ενίσχυσε το επιχείρημα όσων από τους εταίρους μας έδιναν μάχη για να παραμείνουμε στην Ευρώπη. Τώρα που η αρχή αυτή διαψεύδεται με τον δραματικότερο τρόπο, το συγκεκριμένο επιχείρημα πλέον δεν στέκει. Το Brexit κινδυνεύει να αναζωπυρώσει τη συζήτηση περί Grexit.

14 Νοεμβρίου 2015

Συζητάμε για ανοησίες

Συνέντευξη στην Αγγελική Σπανού. Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Free Sunday» (Κυριακή 14 Νοεμβρίου 2015)

- Η προσφυγική κρίση τα αλλάζει όλα - εδώ και στην Ευρώπη. Μήπως πρόκειται για ένα πρόβλημα που δεν λύνεται;

Οπωσδήποτε πρόκειται για πρόβλημα που δεν λύνεται εύκολα. Ει μη τι άλλο, δείχνει πόσο μάταιο είναι για την Ευρώπη – και για την Ελλάδα ανάμεσά της – να θεωρεί ότι μπορεί να παραμένει νησίδα ευημερίας και ασφάλειας σε έναν κόσμο πολέμων και διώξεων, χωρίς αυτό να προκαλεί μεγάλης κλίμακας μετακινήσεις πληθυσμών.

Ο Umberto Eco πριν αρκετά χρόνια, όταν άρχισαν να αποβιβάζονται οι πρώτες λέμβοι στην Lampedusa, είχε καλέσει τους Ιταλούς να το φιλοσοφήσουν. Στο κάτω-κάτω, αυτό που στα σχολικά βιβλία τους (και στα δικά μας) αποκαλείται «βαρβαρικές εισβολές» γερμανικών κυρίως φυλών, που σήμαναν το τέλος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, στα γερμανικά σχολικά βιβλία ονομάζεται απλώς «μετακινήσεις πληθυσμών».

Στη μακρά περίοδο, η πληθυσμιακή σύνθεση των κατοίκων κάθε σχεδόν χώρας (ή και ηπείρου) αλλάζει συνεχώς. Φυσικά, για τη γενιά που βιώνει τέτοιου είδους αλλαγές, η εμπειρία μπορεί να είναι αρκετά ανησυχητική, αν όχι εντελώς τραυματική.

- Εχει νόημα να πιστεύουμε σε μια ΕΕ που αφήνει να πνίγονται παιδιά στο Αιγαίο;

Όλες οι ευρωπαϊκές χώρες είναι ένοχες για τα παιδιά που πνίγονται – και η Ελλάδα ανάμεσα τους. Το τρομακτικό δίλημμα που αντιμετωπίζουν οι Ευρωπαίοι είναι ότι η εγγύηση ασφαλούς διάβασης για τους εκατοντάδες χιλιάδες απελπισμένους ανθρώπους που συνωστίζονται στα παράλια της Τουρκίας (και της Λιβύης) θα διογκώσει και άλλο τις μεταναστευτικές ροές. Και αυτό η ευρωπαϊκή κοινή γνώμη – και η ελληνική – δεν είναι έτοιμη να το δεχτεί.

Από την άλλη, η μεταχείριση των παράνομων μεταναστών είναι (συνολικά) απείρως πιο ανθρώπινη στην Ευρώπη – ειδικά στη Βόρεια Ευρώπη – από ό,τι οπουδήποτε αλλού στον κόσμο, π.χ. στις ΗΠΑ. Το οποίο άλλωστε με τη σειρά του εξηγεί γιατί οι πρόσφυγες και οι υπόλοιποι μετανάστες θέλουν να φτάσουν με κάθε τρόπο σε χώρες όπως η Γερμανία ή η Σουηδία.

- Στη χώρα μας, με το μεταναστευτικό ζήτημα να πέφτει πάνω στο οικονομικό, πάμε ολοταχώς σε αδιέξοδο. Ετσι δεν είναι;

Ναι και όχι.

Ο κρατικός μηχανισμός έδωσε για άλλη μια φορά εξετάσεις και απέτυχε: όπως με τις πυρκαγιές του 2007, έτσι και με τους πρόσφυγες το 2015, το Ελληνικό Κράτος απέδειξε ότι είναι τόσο διαβρωμένο που δεν είναι πλέον σε θέση να αντιμετωπίσει έκτακτες καταστάσεις (ίσως μάλιστα ούτε καν μη έκτακτες).

Από την άλλη, εκατοντάδες πολίτες στη Λέσβο και αλλού έδειξαν εντυπωσιακή ψυχραιμία, και κάποτε απλόχερη γενναιοδωρία, μέσα σε συνθήκες που θα δοκίμαζαν τις αντοχές οποιασδήποτε κοινωνίας. (Φαίνεται ότι τα γνωστά κρούσματα αισχροκέρδειας και κουτοπονηριάς ήταν μάλλον εξαίρεση παρά κανόνας.)

- Οκτώ χρόνια ύφεσης είναι πραγματικά κατάσταση πολέμου. Παλεύεται;

Θα προτιμούσα να αφήσουμε κατά μέρος τις πολεμοχαρείς μεταφορές. Η τοξική δημαγωγία του τύπου «Μνημόνιο = γενοκτονία» θόλωσε τα πνεύματα και εμπόδισε να βρεθούν λύσεις στα προβλήματα. (Αν και βέβαια, απεδείχθη εκλογικό χρυσωρυχείο για τους εμπνευστές της.)

Θα έλεγα επιγραμματικά ότι η κατά το ένα τέταρτο υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου ευθυγράμμισε τις καταναλωτικές δυνατότητες με τις παραγωγικές επιδόσεις της χώρας. Από εδώ και πέρα, υπάρχουν δύο επιλογές, οι ίδιες που υπήρχαν εξ αρχής: μπορούμε είτε να αρκεστούμε στα λίγα, είτε να προσπαθήσουμε για κάτι παραπάνω. Εάν επιλέξουμε το δεύτερο, θα πρέπει να σοβαρευτούμε έστω και τώρα, να νοικοκυρευτούμε, και να στραφούμε προς την καινοτομία, την υγιή επιχειρηματικότητα, την εξυγίανση των θεσμών της οικονομίας (και όχι μόνο). Άλλος δρόμος φοβάμαι πως δεν υπάρχει.

- Με τέτοια κοινωνική κόπωση και φοροδοτική εξάντληση της πλειοψηφίας, με τον πληθυσμό να μικραίνει και να γερνάει, τι μέλλον έχουμε;

Η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει. Ο κίνδυνος είναι να μπει σε μια πορεία αργής αλλά σταθερής παρακμής. Άλλωστε, η οικονομική ιστορία είναι γεμάτη παραδείγματα χωρών που δεν μπόρεσαν να παρακολουθήσουν τις αλλαγές του περιβάλλοντος και έτσι μοιραία έχασαν έδαφος. Ας μην ξεχνάμε ότι η δεύτερη πλουσιότερη χώρα στον κόσμο στις αρχές της δεκαετίας του 1940 ήταν ... η Αργεντινή! Όπως και σε αυτή την περίπτωση, συχνά αυτό που προκαλεί την αρχική υποχώρηση και στη συνέχεια εμποδίζει την ανάκαμψη είναι η αστάθεια και ακαταλληλότητα των πολιτικών θεσμών.

Όσον αφορά τη γήρανση του πληθυσμού, πρόκειται για οξύτατο πρόβλημα που αφορά ολόκληρη την Ευρώπη (και ιδίως τη Νότια Ευρώπη), όχι μόνο την Ελλάδα. Βραχυπρόθεσμα, η μόνη ρεαλιστική λύση είναι η – ενδεχομένως στοχευμένη – ενθάρρυνση της μετανάστευσης. Σκέφτομαι συχνά ότι η άφιξη στις ακτές μας δεκάδων χιλιάδων συχνά μορφωμένων ανθρώπων, διψασμένων για «δουλειά και προκοπή» όπως οι περισσότεροι μετανάστες, θα μπορούσε να είναι ευκαιρία για μια ισχυρή δημογραφική και ταυτόχρονα οικονομική τόνωση. Αλλά φαίνεται ότι θα παραμείνει χαμένη ευκαιρία.

- Εκτός από το μνημόνιο δεν υπάρχει  καμία άλλη πολιτική στη χώρα. Ούτε η κυβέρνηση ούτε η αντιπολίτευση έχουν πρόταση/σχέδιο/ιδέα για το τι να κάνουμε. Εχει καταργηθεί η σκέψη; Τι ακριβώς μας συμβαίνει;

Ίσως αυτό που μας συμβαίνει ότι για 5+ χρόνια αρνηθήκαμε να δεχθούμε την πραγματικότητα, πιστεύοντας ότι κάποια «έξυπνη» κίνηση ή θεαματικός χειρισμός θα μας ξαναφέρει εύκολα εκεί που ήμαστε πριν. Το γνωστό ρητό «δεν θέλει κόπο, θέλει τρόπο» θα μπορούσε να είναι το σύμβολο της εθνικής μας αυταπάτης. Καλώς ή κακώς, «θέλει κόπο», πολύ κόπο, και σκληρή δουλειά.

Όπως ανέφερα παραπάνω, μπορούμε να κατηγορούμε ο ένας τον άλλο για «προδοσίες» και τα τοιαύτα, ή μπορούμε να σκεφτούμε πώς περισσότερες ελληνικές επιχειρήσεις θα παράγουν προϊόντα τέτοιας ποιότητας και τιμής που οι καταναλωτές στις διεθνείς αγορές να θέλουν να τα αγοράσουν. Και έτσι να μπορέσουν να μείνουν και να δημιουργήσουν στη χώρα οι χιλιάδες πιτσιρικάδες που μετανάστευσαν τα τελευταία χρόνια, και να δώσουν δουλειά σε εκατοντάδες χιλιάδες άλλους που σήμερα είναι άνεργοι. Η δημιουργία 100+ χιλιάδων θέσεων εργασίας για τα επόμενα 10+ χρόνια (με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη φορολογική, ρυθμιστική, εκπαιδευτική κτλ. πολιτική) θα έπρεπε να είναι ο κοινός στόχος όλων των κομμάτων, και η κομματική αντιπαράθεση θα έπρεπε να εκδηλώνεται με προτάσεις για το πώς ο στόχος αυτός μπορεί να επιτευχθεί. Αντ’ αυτού, συζητάμε για ανοησίες.

- Σερνόμαστε διαρκώς από τότε που ξέσπασε η κρίση. Πόσο ακόμη μπορεί να κρατήσει αυτό; Κάποια στιγμή, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, δεν θα επέλθει μια κάθαρση στην ελληνική τραγωδία;

Η κάθαρση δεν είναι αναπόφευκτη: δυστυχώς η ζωή δεν αντιγράφει πάντοτε την τέχνη.

- Αν ξεκινούσατε τώρα την ακαδημαϊκή σας σταδιοδρομία θα ψάχνατε τρόπο να φύγετε από τη χώρα;

Παρεμπιπτόντως, ξεκίνησα την ακαδημαϊκή μου σταδιοδρομία σε άλλη χώρα (στην Αγγλία), και επέλεξα να επιστρέψω απολύτως συνειδητά. (Εκ των υστέρων κρίνοντας, δεν πήγε και πολύ καλά αυτή η επιλογή μου, αλλά οι άνθρωποι δεν έχουμε τέτοιες πολυτέλειες: κρίνουμε μόνο εκ των προτέρων.)

Η μετανάστευση δεν με τρομάζει – ούτε θα πρέπει να τρομάζει κανέναν. Για τα ίδια τα άτομα που παίρνουν τη μεγάλη απόφαση, είναι πάντοτε μια διέξοδος, με το αντίστοιχο βέβαια κόστος. Για τη χώρα, μπορεί να είναι αιμορραγία, αλλά μπορεί να είναι και επένδυση, ιδίως εάν όσοι φεύγουν σήμερα επιστρέψουν σύντομα, με φρέσκιες ιδέες στις αποσκευές τους. Φυσικά, για να συμβεί κάτι τέτοιο δεν αρκεί ο ήλιος, η θάλασσα, και η καλή νυχτερινή ζωή. Θα πρέπει η Ελλάδα να γίνει μια χώρα όπου νέοι άνθρωποι με όρεξη για δουλειά να μπορούν να προκόψουν χωρίς διασυνδέσεις. Απέχουμε πολύ από κάτι τέτοιο, και φοβάμαι μάλιστα ότι κινούμαστε προς την αντίθετη κατεύθυνση.

- Τι είναι αριστερό/προοδευτικό σήμερα;

Αυτό που ήταν πάντα: Η επιδίωξη της ισότητας και της δικαιοσύνης.

Το παλιό δίλημμα ήταν πώς η επιδίωξη αυτή μπορεί να είναι συμβατή με το σεβασμό των ελευθεριών – αλλά η ιστορία π.χ. της βορειοευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας του εικοστού αιώνα διέψευσε τις σχετικές ανησυχίες. Το νέο δίλημμα είναι πώς η (θεμιτότατη) φιλοδοξία της βελτίωσης της θέσης των φτωχών ανθρώπων μπορεί να είναι συμβατή με τα κίνητρα υγιούς επιχειρηματικότητας. Η απάντηση εδώ δεν μπορεί παρά να είναι επίσης «σοσιαλδημοκρατικού» τύπου: η αναζήτηση λύσεων «θετικού αθροίσματος», όπου όλα τα εμπλεκόμενα μέρη ωφελούνται.

Ένα συγκεκριμένο παράδειγμα: Επειδή δεν μπορούμε να προσλάβουμε 1,4 εκατομμύρια άτομα στο Δημόσιο, η απορρόφηση των ανέργων ή θα συνδυαστεί με πρωτοφανή άνθιση της δημιουργικότητας, της καινοτομίας και της επιχειρηματικότητας, ή δεν θα είναι βιώσιμη. Η «αριστερή/προοδευτική» θέση δεν μπορεί να είναι η άρνηση αυτής της απλής αλήθειας. Θα πρέπει να είναι η εξασφάλιση ότι τα κέρδη των επιχειρήσεων θα μεταφραστούν σε σταθερές θέσεις εργασίας, με ελκυστικούς μισθούς, καλές συνθήκες κτλ. Κάτι που φυσικά προϋποθέτει σημαντικές μεταρρυθμίσεις σε όλους τους τομείς.

18 Ιανουαρίου 2013

Η συγκυβέρνηση και η αποκατάσταση της νομιμότητας – παντού!

Δημοσιεύτηκε στον διαδικτυακό τόπο του περιοδικού «Μεταρρύθμιση» (Παρασκευή 18 Ιανουαρίου 2013).

Καλή η ανακοίνωση της ΔΗΜΑΡ για την δολοφονία του μετανάστη στα Πετράλωνα, αλλά φοβάμαι ότι δεν αρκεί: με ένα τέτοιο θέμα δεν ξεμπερδεύει κανείς τόσο εύκολα.

Η καταδίκη της βίας «από όπου και αν προέρχεται» δεν είναι απλό σύνθημα. Το ότι η ρατσιστική βία έχει φτάσει σήμερα σε σημείο παροξυσμού δεν μπορεί να αποδοθεί μόνο στην οικονομική κρίση ούτε μόνο στην ανεξέλεγκτη λαθρομετανάστευση. Είναι προϊόν μιας γενικής εξαγρίωσης, η οποία δεν έχει πέσει από τον ουρανό. Συνέβαλαν πολιτικά κόμματα, μεμονωμένοι πολιτικοί, τηλεοπτικοί αστέρες, σχολιαστές στα μέσα ενημέρωσης, καθώς και πολλοί άλλοι διαμορφωτές της κοινής γνώμης.

Για αυτό, η αντιμετώπιση της ρατσιστικής βίας απαιτεί πολιτικές πρωτοβουλίες μακράς πνοής, με την ευρύτερη δυνατή συναίνεση. Η απόρριψη της βίας και η επιδίωξη της ειρηνικής συμβίωσης όλων με όλους είναι αδύνατη όσο μια κουλτούρα απέχθειας ή και μίσους για τους ξένους κυριαρχεί στην οικογένεια και στα σχολεία. Η δίωξη του εγκλήματος - και του ρατσιστικού - είναι αδύνατη όσο τα σώματα ασφαλείας παραμένουν διαβρωμένα από παρακρατικούς μηχανισμούς «απονομής δικαιοσύνης» (μαφιόζικου τύπου). Η εμμονή στην αποκατάσταση της νομιμότητας είναι αδύνατη όσο η δικαιοσύνη παραμένει περιδεής ή αδιάφορη.

Ο συμψηφισμός της μιας μορφής βίας με την άλλη έχει γίνει πολύ της μόδας. Στα αριστερά μας ακούμε επιχειρήματα τύπου: «η Βίλλα Αμαλίας / η επίθεση στα γραφεία της ΝΔ τους ενόχλησε - δεν κυττάνε τη Χρυσή Αυγή που δρα ανεξέλεγκτη στις γειτονιές». Στα δεξιά μας επιχειρήματα δεν πολυακούγονται, αλλά η προπαγανδιστική γραμμή είναι έτσι κι αλλιώς γνωστή: «δεν ασχολούνται με τους κουκουλοφόρους / τους τρομοκράτες - ασχολούνται με εμάς που καθαρίζουμε τον τόπο».

Η επικράτηση της λογικής του συμψηφισμού είναι ο συντομότερος δρόμος προς την καταβύθιση των πόλεων σε εφιαλτικά πεδία σύγκρουσης αντίπαλων ένοπλων ομάδων. Για αυτό, η πρόσφατη επίδειξη πυγμής της αστυνομίας δεν μπορεί να παίρνει το χαρακτήρα βεντέτας με τους αντιεξουσιαστές. Η αποκατάσταση της δημοκρατικής νομιμότητας απαιτεί οπωσδήποτε αποφασιστικότητα. Απαιτεί όμως επίσης αυτοσυγκράτηση στη χρήση νόμιμης βίας εκ μέρους των σωμάτων ασφαλείας, αποσόβηση και όχι υποδαυλισμό των περιττών εντάσεων – και, κυρίως, εξίσου καλά ανακλαστικά προς όλες τις κατευθύνσεις, «από όπου και αν προέρχεται» η βία και η παρανομία.

Και ένα τελευταίο. Όταν ένα κόμμα βρίσκεται στην κυβέρνηση μοιράζεται την ευθύνη για ο,τιδήποτε κάνει – ή δεν κάνει – οποιοσδήποτε υπουργός (και οποιοδήποτε άλλο πολιτικό στέλεχος της κρατικής μηχανής). Το κράτος δεν είναι χωρισμένο σε οικόπεδα για να το εκμεταλλεύεται το κόμμα ή ο συνασπισμός που κυβερνά (κατά 100%, ή με το σύστημα 4-2-1, αδιάφορο). Για την διείσδυση της Χρυσής Αυγής στην αστυνομία θα δώσει λόγο και η ΔΗΜΑΡ, παρότι φυσικά κανείς εχέφρων άνθρωπος δεν μπορεί να αποδώσει στο κόμμα αυτό επιχειρησιακή ή άλλη άμεση ευθύνη.

Όμως η πολιτική ευθύνη παραμένει ενιαία. Για αυτό, η γενική κατεύθυνση της κυβερνητικής πολιτικής - και στο θέμα αυτό - απαιτεί συνεννόηση μεταξύ των εταίρων. Η προγραμματική συμφωνία του Ιουνίου γράφτηκε σαν να μην υπήρχε Μνημόνιο, και έτσι μετατράπηκε αμέσως σε κομμάτι χαρτί χωρίς αξία. Στη θέση της χρειαζόμαστε μιαν άλλη προγραμματική συμφωνία, ρεαλιστικότερη και ταυτόχρονα αποφασιστικότερη. Η ειρήνευση της χώρας είναι ευθύνη όλων, και πρώτα-πρώτα της κυβέρνησης.

28 Απριλίου 2012

Η νέα μετανάστευση των Ελλήνων: «ευλογία ή κατάρα»;

Δημοσιεύτηκε στον διαδικτυακό τόπο ενημέρωσης και ανάλυσης «TVXS» (Σάββατο 28 Απριλίου 2012).

Δίστασα πολύ προτού αποδεχθώ την ευγενική πρόσκληση της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών. Κατ’ αρχήν επειδή με ξάφνιασε: όταν μου τηλεφώνησαν – στα μέσα Ιουλίου 2011 – βρισκόμουν στην Κατάνια της Σικελίας, και το μυαλό μου ήταν εντελώς αλλού. Αλλά, κυρίως, επειδή γενικά προσπαθώ να μιλάω μόνο για θέματα πάνω στα οποία έχω κάτι να πω, πέρα από τις συνήθεις κοινοτοπίες.
Ο λόγος που τελικά δέχθηκα δεν είναι ότι είχα προβλέψει ότι η εκδήλωση θα συμπέσει με την προεκλογική περίοδο, και ότι μάλιστα εγώ θα είμαι υποψήφιος. (Η γνώση του μέλλοντος δεν συγκαταλέγεται στα χαρίσματά μου.) Δέχθηκα υπό τον όρο ότι θα μιλήσω λίγο, αναφερόμενος κυρίως στη νέα μετανάστευση των φοιτητών μου και των συναδέλφων μου πανεπιστημιακών (την οποία γνωρίζω, ας πούμε, ανεκδοτολογικά), και δευτερευόντως στην αμέσως προηγούμενη αλλά και στην παλαιότερη μετανάστευση (την οποία αντίθετα γνωρίζω από πρώτο χέρι).


Πρώτα μερικά βαρετά αλλά αναγκαία στοιχεία. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα τελευταία χρόνια έχει ζωντανέψει το ενδιαφέρον των Ελλήνων για μετανάστευση στο εξωτερικό. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τζένης Καβουνίδου (ΚΕΠΕ, περιοδικό «Οικονομικές Εξελίξεις», τ. 17/2012), το α’ εξάμηνο του 2011 εγκαταστάθηκαν στη Γερμανία 4.100 άτομα (+84% σε σχέση με το α’ εξάμηνο του 2010). Όπως ανέφερε πρόσφατα στέλεχος ελληνογερµανικής εταιρείας εύρεσης εργασίας («Καθηµερινή», 23/11/2011), η εταιρεία δέχεται καθηµερινά περίπου 60 βιογραφικά Ελλήνων πτυχιούχων 25-40 ετών, αν και ο αριθμός όσων βρίσκουν δουλειά στη Γερµανία είναι µόλις τρία άτοµα το µήνα. Από την άλλη, ο αριθμός των Ελλήνων που έχουν εγγραφεί στον ιστότοπο EURES (δηλ. την «πύλη» των δηµόσιων οργανισµών απασχόλησης τύπου ΟΑΕΔ για την κινητικότητα στην ευρωπαϊκή αγορά εργασίας) ήταν πάνω από 20.000 τον Οκτώβριο 2011, έναντι 11.500 τον Νοέμβριο 2010. («Το Βήµα», 16/10/2011).


Το ίδιο ισχύει και για τον ιστότοπο αναζήτησης εργασίας Europass, στον οποίο κάθε πολίτης στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο μπορεί να στείλει το βιογραφικό του: από 46.400 βιογραφικά Ελλήνων το 2010, φτάσαμε τα 89.300 το Νοέµβριο του 2011 («Καθηµερινή», 16/12/2011). Τέλος, η πρεσβεία της Αυστραλίας στην Αθήνα διοργάνωσε τον Οκτώβριο 2011 σειρά 5 ενημερωτικών συναντήσεων για τις δεξιότητες που ζητούνται εκεί κτλ. Η ανταπόκριση ήταν μεγάλη: αίτηση συμμετοχής στις συναντήσεις αυτές υπέβαλαν 15.000 άτομα, από τις οποίες αιτήσεις εγκρίθηκαν οι 1.250 – εννοώ για συμμετοχή στις ενημερωτικές συναντήσεις: όσον αφορά την εγκατάσταση Ελλήνων στην Αυστραλία, η σχετική ροή παραμένει πολύ περιορισμένη: 15 για νέα εγκατάσταση και 59 για οικογενειακή επανένωση το 2011 (έναντι 22 και 101 αντιστοίχως το 2008).


Τι μας δείχνουν τα στοιχεία αυτά; Κυρίως ότι η νέα μετανάστευση είναι προς το παρόν λιγότερο πραγματικότητα και περισσότερο επιθυμία, διάθεση. Φυσικά αυτό μπορεί να αλλάξει. Όμως, η παγκόσμια οικονομία είναι σε φάση στασιμότητας. Κάποια στιγμή βέβαια θα βγει από αυτήν - αλλά τίποτε δεν δείχνει ότι τότε θα μπει σε φάση ανάπτυξης με ρυθμούς παρόμοιους με εκείνους της «χρυσής τριακονταετίας» (από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στις πετρελαϊκές κρίσεις της δεκαετίας του ’70). Επί πλέον, η νέα μετανάστευση των Ελλήνων – ή των Ισπανών, των Ιρλανδών κτλ. – θα έχει να ανταγωνιστεί τη μετανάστευση των εξαθλιωμένων μαζών της Αφρικής και της Ασίας, αλλά και τη μετανάστευση των εργαζομένων υψηλής ειδίκευσης από χώρες όπως η Ινδία ή η Κορέα. Τίποτε από τα δύο δεν ίσχυε όταν εκδηλώθηκε η προηγούμενη μετανάστευση των Ελλήνων, τις δεκαετίες του ’50 και του ’70. Συνεπώς, εξ αιτίας των διεθνών συνθηκών, η νέα μετανάστευση ίσως τελικά αποδειχθεί μικρότερης έκτασης από όσο μας φαίνεται σήμερα.


Καλό είναι αυτό ή κακό; Θα πω με δυο λόγια τι σκέφτομαι για αυτό – αλλά σε λίγο.


Τι άλλο μπορούμε να συμπεράνουμε από τα διαθέσιμα στοιχεία; Να σημειώσω κατ’ αρχήν ότι αυτά είναι πιο δυσεύρετα από ό,τι στο παρελθόν, αφού ούτε η Ελ.Στατ. ούτε το γραφείο του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης στην Αθήνα συλλέγουν στατιστικά δεδομένα για τη μετανάστευση των Ελλήνων, συμπεραίνοντας ίσως (πρόωρα) ότι το κύμα παλιννόστησης που εντάθηκε από τη δεκαετία του ’70 έκλεισε οριστικά το ζήτημα της μετανάστευσης των Ελλήνων. Παρά την έλλειψη λεπτομερών δεδομένων, όμως, κοινή διαπίστωση είναι οι νέοι μετανάστες έχουν σαφώς υψηλότερο μορφωτικό επίπεδο από ό,τι οι προηγούμενοι (που ήταν κυρίως υπεράριθμοι αγρότες και άνεργοι εργάτες, κατά κανόνα μη κάτοχοι πιστοποιητικού κοινωνικών φρονημάτων).


Αυτό με φέρνει στη νέα μετανάστευση των φοιτητών και των πανεπιστημιακών που έλεγα νωρίτερα. Οι τελευταίοι είναι μια αριθμητικά μικρή ομάδα, αλλά ενδεικτική ίσως της γενικής τάσης. Πάντοτε είχαμε Έλληνες καθηγητές σε ξένα πανεπιστήμια, ακόμη και στα καλύτερα. Όμως, η (αλόγιστη) επέκταση της ανώτατης εκπαίδευσης την τελευταία δεκαετία (με κοινοτικά κονδύλια: το γνωστό ΕΠΕΑΕΚ) είχε απορροφήσει το σύνολο σχεδόν του αποθέματος των νεαρών διδακτορούχων με καλές σπουδές και - συχνά - διδακτική εμπειρία στο εξωτερικό οι οποίοι φιλοδοξούσαν να ακολουθήσουν ακαδημαϊκή καριέρα στην Ελλάδα. Τώρα που (και αυτή) η φούσκα έσκασε, το απόθεμα αυξάνεται.


Από την άλλη, έχουμε αρκετά παραδείγματα διδασκόντων σε πανεπιστήμια του εξωτερικού που ενώ έχουν εκλεγεί σε ένα ελληνικό πανεπιστήμιο, ο διορισμός τους καθυστερεί τόσο απελπιστικά ώστε τελικά αναθεωρούν (προσωρινά;) την απόφασή τους να επιστρέψουν. Έχουμε επίσης (λιγότερα) παραδείγματα συναδέλφων που εγκαταλείπουν ή απλώς διακόπτουν την καριέρα τους σε κάποιο ελληνικό πανεπιστήμιο για να (ξανα)φύγουν στο εξωτερικό. Έχουμε τέλος μερικά παραδείγματα νεαρών διδακτορούχων που έρχονται από το εξωτερικό, δεν βλέπουν φώς εδώ, και ξαναφεύγουν έχοντας επιλεγεί ως ερευνητές ή λέκτορες σε κάποιο ξένο πανεπιστήμιο.


Επίσης, τα τελευταία χρόνια πληθαίνουν οι πρώην φοιτητές μας που φεύγουν μεν για μεταπτυχιακές σπουδές, αλλά που όταν αυτές ολοκληρωθούν ψάχνουν και βρίσκουν δουλειά στην ξένη χώρα (ή και σε κάποια άλλη), αντί να επιστρέψουν αμέσως στην Ελλάδα όπως συνέβαινε μέχρι πρόσφατα. Δεν μπορώ να το αποδείξω, αλλά η εντύπωσή μου είναι ότι αυτοί που μένουν στο εξωτερικό είναι οι πιο δραστήριοι, οι πιο επινοητικοί, οι πιο κοσμοπολίτες.


Είχα υποσχεθεί (ή απειλήσει) ότι θα πω δυο λόγια για το εάν όλα αυτά μου φαίνονται θετικά ή αρνητικά. Νομίζω ότι για τους ίδιους τους νέους μετανάστες, ιδίως όσους έχουν υψηλές δεξιότητες, η καριέρα στο εξωτερικό θα αποδειχθεί μια από τις καλύτερες ιδέες που είχαν ποτέ. Θα αφήσουν πίσω τους μια χώρα όχι απλώς φτωχότερη αλλά επίσης πιο στενάχωρη, πιο μίζερη, πιο απαισιόδοξη και πιο βίαιη από ό,τι πριν. Και επίσης μια χώρα όπου – ακριβώς όπως πριν – η αξιοκρατία είναι κενή ρητορεία, όπου οι καλές δουλειές πάνε στους «κολλητούς» και όχι στους καλύτερους, όπου ένα νέο παιδί δεν αρκεί να έχει καλές σπουδές και κέφι για δουλειά, εάν δεν έχει επί πλέον τις κατάλληλες διασυνδέσεις.


Για αυτό δεν σας κρύβω ότι σε όσους πρώην φοιτητές ή συναδέλφους ζητούν τη γνώμη μου συνιστώ πάντοτε να πάρουν τη μεγάλη απόφαση και να τολμήσουν. Για να μην πω ότι πολύ θα ήθελα κάποια στιγμή να τους ακολουθήσω. (Εάν κάποτε το κάνω, θα είναι η τρίτη φορά που μεταναστεύω: οι άλλες δύο ήταν - η πρώτη - ως παιδί Gastarbeiter στη Γερμανία της δεκαετίας του ’60, και - η δεύτερη - ως μεταπτυχιακός υπότροφος στα τέλη της δεκαετίας του ’80 και στη συνέχεια junior academic στις αρχές της δεκαετίας του ‘90 στην Αγγλία. Νομίζω ότι έχω πλέον αποκτήσει τεχνογνωσία.)


Συνεπάγεται αυτό ότι η νέα μετανάστευση των Ελλήνων είναι ευεργετική και για τη χώρα; Προτού απαντήσω, θα ήθελα να θυμίσω ότι έχουμε ξαναβρεθεί εδώ. Όπως γράφει ο Γιάννης Καούνης σε άρθρο του στην «Καθημερινή» (2/5/2004), το 1965 το περιοδικό «Eποχές» αφιέρωσε 5 τεύχη (21-25) στο ερώτημα «Mετανάστευση: ευλογία ή κατάρα;»


O διάλογος ήταν πλούσιος. Συντονιστές ήταν οι Hλίας Δημητράς και Nικόλαος Πολύζος. Συμμετείχαν με κείμενά τους κορυφαία ονόματα της επιστημονικής και πολιτικής ζωής της χώρας. Μεταξύ άλλων: οι πανεπιστημιακοί καθηγητές Σωτήρης Αγαπητίδης, Διονύσης Kαράγιωργας και Λουκάς Πάτρας. Ο διοικητής της ΤτΕ Γιάγκος Πεσμαζόγλου και ο υποδιοικητής της ΑTE Αδαμάντιος Πεπελάσης. Ο πρόεδρος του ΣΕΒ Γεώργιος Δράκος. Οι συνδικαλιστές Oρέστης Xατζηβασιλείου και Kώστας Παπαϊωάννου. Ο αρχηγός της EPE Παναγιώτης Kανελλόπουλος – ο οποίος εθεωρείτο (ανακριβώς, κατά τον ίδιο) ότι μιλώντας για το θέμα αυτό είχε χρησιμοποιήσει τη λέξη «ευλογία». Οι βουλευτές της Eνώσεως Kέντρου Γεώργιος Mαύρος και Ανδρέας Παπανδρέου. Ο ηγέτης της ΕΔΑ Hλίας Hλιού, ο οποίος χαρακτήρισε την τότε μετανάστευση των Ελλήνων «αληθινή θεομηνία» («Eποχές», τ. 22/1965). Γενικά, καθώς μετακινούμαστε από τα δεξιά προς τα αριστερά, η στάση του γράφοντος γινόταν λιγότερο αμφίθυμη και σαφώς πιο απορριπτική.


Ακόμη και εάν δεχθούμε ότι η προηγούμενη μετανάστευση, της γενιάς του πατέρα μου (η μετανάστευση των υπεράριθμων αγροτών και των ανέργων εργατών χωρίς πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων), είχε κάποιες θετικές επιπτώσεις (μεταναστευτικά εμβάσματα, εκτόνωση των πιέσεων στην αγορά εργασίας), φοβάμαι ότι η νέα μετανάστευση των Ελλήνων δεν θα έχει ούτε καν αυτές. Θα έχει σχεδόν αποκλειστικά αρνητικές επιπτώσεις - δηλ. όλες όσες είχαν αναφερθεί στο αφιέρωμα του περιοδικού «Eποχές» το 1965 - στις οποίες θα πρέπει να προστεθεί μια ακόμη, η εξής:


Όταν θα βγούμε από την κρίση, θα το χρωστάμε στους πιο δραστήριους, στους πιο επινοητικούς, στους πιο κοσμοπολίτες. Εάν, όπως έχω την εντύπωση, τέτοιοι είναι οι νεαροί συμπατριώτες μας που σήμερα μεταναστεύουν, ποιος θα μείνει πίσω για να μας βγάλει από την κρίση; Μήπως οι μπαχαλάκηδες που καίνε την Αθήνα; Οι «αδιόριστοι πτυχιούχοι» που περιμένουν καρτερικά να έρθει η σειρά τους; Οι ανεπρόκοποι γόνοι των «καλών οικογενειών» που περιμένουν να κληρονομήσουν το ιατρείο ή το δικηγορικό γραφείο ή την επιχείρηση του μπαμπά; Ή μήπως οι αγανακτισμένοι πελάτες του πελατειακού συστήματος που καταρρέει; Φοβάμαι ότι όχι: δεν θα μας βγάλουν αυτοί από την κρίση.


Για αυτό πρέπει να σταματήσουμε την αιμορραγία. Όχι βέβαια εμποδίζοντας τους νέους ανθρώπους να πάρουν το δρόμο της ξενητειάς, εάν αυτό θέλουν. Αλλά δημιουργώντας τις κατάλληλες προϋποθέσεις ώστε να βρουν γρήγορα τον δρόμο του γυρισμού - κάνοντας δηλ. ό,τι μπορούμε για να γίνει η Ελλάδα λιγότερο στενάχωρη, λιγότερο μίζερη, λιγότερο απαισιόδοξη και λιγότερο βίαιη από ό,τι είναι σήμερα. Μια χώρα όπου η αξιοκρατία δεν είναι κενή ρητορεία, και όπου για να πάει μπροστά ένα νέο παιδί θα αρκεί να έχει απλώς καλές σπουδές και κέφι για δουλειά.

22 Φεβρουαρίου 2012

Εγκληματικότητα, μετανάστευση και αριστερά

Αναρτήθηκε στη σελίδα μου στο facebook (Τετάρτη 22 Φεβρουαρίου 2012), ενώ στη συνέχεια ενσωματώθηκε σε άρθρο της Κικής Τριανταφύλλη με τίτλο «Για την υποβαθμισμένη Αθήνα» στην εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ» (Πέμπτη 23 Φεβρουαρίου 2012).

Αυτοί που στρέφονται στη Χρυσή Αυγή δεν είναι ρατσιστές τύπου Ku Klux Klan, αλλά απλοί άνθρωποι, υπερβολικά φτωχοί για να μετακομίσουν από υποβαθμισμένες γειτονιές τύπου Άγιου Παντελεήμονα, οι οποίοι ζουν καθημερινά στον τρόμο (ή είναι οι ίδιοι θύματα) μιας άγριας εγκληματικότητας. Μιλάω με αριστερούς φίλους, πολυπολιτισμικούς φοιτητές και γενικώς με άτομα υπεράνω υποψίας (για ρατσισμό), που μένουν εκεί οι ίδιοι ή οι γονείς τους, και οι οποίοι έχουν φρικάρει εντελώς με όσα τους συμβαίνουν.

Η Χρυσή Αυγή προφανώς δεν είναι λύση. Είναι μέρος του προβλήματος. Με τη σειρά της τρομοκρατεί μετανάστες - και συχνά εγκληματεί σε βάρος τους. Σημειωτέον ότι συνήθως πρόκειται για μετανάστες που κατοικούν ή έχουν μαγαζιά στις γειτονιές αυτές (συνεπώς είναι απίθανο να κινδυνεύουν από αυτούς οι υπόλοιποι κάτοικοι). Όμως η Χρυσή Αυγή ταυτόχρονα περιπολεί στους δρόμους, κατά κάποιον τρόπο πουλάει προστασία, και γενικώς έχει ιδιοποιηθεί λειτουργίες του κράτους. Φυσικά σε στυλ vigilante αντί για κανονική αστυνομία.

Τι μπορούμε να κάνουμε; Λίγα πράγματα.

Πρώτον, να αναγνωρίσουμε το πρόβλημα όπως αυτό υφίσταται πραγματικά. Η υπεροπτική καταγγελία στο όνομα ενός ρηχού "αντιρατσισμού" - ιδίως όταν προέρχεται από εμάς που μένουμε σε καλύτερες γειτονιές - είναι ηθικά απαράδεκτος και πρακτικά αντιπαραγωγικός.

Δεύτερον, να το δούμε ως ακραία εκδοχή της διάχυτης ανομίας και της ακαταλληλότητας της αστυνομίας όπως αυτή λειτουργεί σήμερα. Εάν δεν φτιάξουμε ένα αποτελεσματικότερο κράτος δικαίου, εάν δεν βάλουμε στόχο να αποκαταστήσουμε τη νομιμότητα παντού (από τα πανεπιστήμια μέχρι τις συνοικίες γκέτο), δεν κάνουμε τίποτε.

Τρίτον, να δεχθούμε ότι παρότι μακροπρόθεσμα η λύση ενδεχομένως είναι η ανάπτυξη, εν τω μεταξύ θα χρειαστούμε καλύτερη αστυνόμευση, καλύτερη φύλαξη των συνόρων, καλύτερη μεταναστευτική πολιτική. Μια πολιτική που να συνδυάζει τον έλεγχο των μεταναστευτικών ροών με την ειλικρινέστερη προσπάθεια ένταξης όσων επιλέγουν (και επιλέγουμε και εμείς) να ενταχθούν στην κοινωνία μας.

10 Οκτωβρίου 1999

“Η γη μας είναι φιλόξενη” …

Δημοσιεύτηκε στην «Αυγή» (Κυριακή 10 Οκτωβρίου 1999)

Τα σχολεία άνοιξαν στη γειτονική Ιταλία και μια παράδοση δεκαετιών θέλει τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να απευθύνει διάγγελμα στους πολίτες σε απευθείας ραδιοτηλεοπτική μετάδοση – το πρώτο διάγγελμα του νέου Προέδρου Carlo Azeglio Ciampi. Η εκλογή του πριν λίγους μήνες θεωρήθηκε μια επιτυχία της κεντροαριστερής πλειοψηφίας και ιδιαίτερα της αριστερής της συνιστώσας: είναι ο πρώτος μη καθολικός (δηλ. μη χριστιανοδημοκράτης) που εκλέγεται Πρόεδρος της Δημοκρατίας μετά το Sandro Pertini.

Ο Ciampi είναι γνήσιος αντιπρόσωπος της πολύχρωμης και γεμάτης ζωτικότητα κουλτούρας της ιταλικής αριστεράς: παρτιζάνος με το “Κόμμα της Δράσης” στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, “ανένταχτος” της μετροπαθούς αριστεράς στα μεταπολεμικά χρόνια, πρόεδρος της Τράπεζας της Ιταλίας στη δεκαετία του ’80, υπερκομματικός πρωθυπουργός της κυβέρνησης τεχνοκρατών (με την υποστήριξη της αριστεράς) μετά την κατάρρευση εν μέσω σκανδάλων της “Πρώτης Δημοκρατίας”, υπουργός εθνικής οικονομίας στις κυβερνήσεις Prodi και D'Alema.

Αρχιτέκτων της εξ αρχής ένταξης της Ιταλίας στην ΟΝΕ με μια πολιτική θεμελιωμένη στη συνεννόηση με τα συνδικάτα, εμπνευστής της “δημοσιονομικής πειθαρχίας με κοινωνική δικαιοσύνη” – ο νέος Πρόεδρος συγκεντρώνει την αγάπη του “λαού της αριστεράς”, αλλά και το σεβασμό ολόκληρου του πολιτικού φάσματος, από τον Berlusconi έως τον Bertinotti.

Στο διάγγελμά του λοιπόν – το οποίο παρακολούθησαν από το ραδιόφωνο στα σχολεία όλης της χώρας μαθητές και καθηγητές την πρώτη μέρα του σχολικού έτους – ο Ciampi διάβασε μια ομιλία σύντομη μα κάθε άλλο παρά εθιμοτυπική. Απευθυνόμενος στους μαθητές, αρκετοί από τους οποίους εγκαταλείπουν το σχολείο μετά το τέλος της υποχρεωτικής εκπαίδευσης, τους θύμισε ότι “η δουλειά δεν είναι εναλλακτική στο σχολείο, μα καρπός ολοκληρωμένων σπουδών…η άνοδος της εκπαιδευτικής στάθμης είναι ο μόνος αληθινός τρόπος για να νικηθεί η ανεργία των νέων”. Απευθυνόμενος στους καθηγητές (“ίσως” γράφει η Reppublica “ιδίως στους αδιάφορους, στους θυμωμένους, σε όσους περιμένουν την πρόωρη συνταξιοδότηση”), τους κάλεσε να αναλογιστούν ότι “το σχολείο δεν είναι – δεν μπορεί να είναι – δουλειά χωρίς πάθος, χωρίς ψυχή…η επιτυχία ενός δασκάλου μετριέται με την επιτυχία των μαθητών του, καθώς αυξάνεται η γνώση και η σοφία τους, καθώς ωριμάζει η προσωπικότητά τους”.

Αναφερόμενος στη πρόσφατη μεταρρύθμιση του υπουργού Παιδείας Luigi Berlinguer – από το κόμμα των Δημοκρατών της Αριστεράς – πρόσφερε την υποστήριξή του (“είναι στη σωστή κατεύθυνση…πλησιάζουν το σχολείο στη ζωή και ευνοούν το αίσθημα ευθύνης”), μα πρόσθεσε: “καμιά μεταρρύθμιση δεν θα πετύχει πραγματικά χωρίς την πλήρη, πεπεισμένη και δημιουργική συμμετοχή όλων των πρωταγωνιστών – μαθητών, δασκάλων και γονέων”.
Όμως, ο πιο θερμός χαιρετισμός του νέου Προέδρου της Ιταλικής Δημοκρατίας ήταν για τους 83.000 μαθητές που είναι παιδιά μεταναστών. Σε μια χώρα όπου οι παραδόσεις της ηπιότητας και της φιλοξενίας δοκιμάζονται από την ανησυχία και το φόβο που προκαλεί η αύξηση της εγκληματικότητας, ο Carlo Azeglio Ciampi έριξε το βάρος του προσωπικού του κύρους και του θεσμικού του αξιώματος σε ένα κήρυγμα γαλήνης και ανοχής:

“Στα θρανία των σχολείων μας κάθονται όλο και περισσότερα αγόρια και κορίτσια, παιδιά οικογενειών που έχουν μεταναστεύσει στην Ιταλία. Τους στέλνω, όπως στέλνω σε όλους σας, ένα χαιρετισμό φιλίας. Η Ιταλία είναι γη φιλόξενη. Η ιστορία μας είναι κόρη της συνάντησης διαφορετικών λαών. Γνωρίζουμε ότι τα κράτη που αποδεικνύονται ικανά να υποδέχονται και να ενσωματώνουν διαφορετικές κοινότητες είναι πάντα τα πιο πλούσια, τα πιο ελεύθερα…Οι μετανάστες είναι για τη χώρα μας κεφάλαιο, όπως ήταν στο παρελθόν τα εκατομμύρια Ιταλών για τις χώρες που τους φιλοξένησαν”.

Αυτονόητα όλα αυτά; Μπορεί, αλλά όχι λιγότερο πολύτιμα για αυτό!