Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» (Κυριακή 5 Ιανουαρίου 2025).
Πράγματι, πέντε χρόνια μετά την πανηγυρική υποδοχή της Έκθεσης Πισσαρίδη, και την επίσημη αναγνώριση της ανάγκης για αναβάθμιση του παραγωγικού μοντέλου, η ελληνική οικονομία παραμένει εγκλωβισμένη στη φτηνή ανάπτυξη. Τα «ζωώδη ένστικτα» που απελευθερώθηκαν τα τελευταία χρόνια έχουν ως επί το πλείστον στραφεί στις διαχρονικές σταθερές της ελληνικής επιχειρηματικότητας: στην αξιοποίηση ευκαιριών βραχυπρόθεσμου κέρδους που προκύπτουν από κρατικές ρυθμίσεις πρόσβασης στους κοινούς πόρους – από τα πεζοδρόμια των πόλεων, που παραχωρήθηκαν «προσωρινά» την εποχή του κορωνοϊού στους μαγαζάτορες και στα τραπεζοκαθίσματά τους, έως τα κυκλαδονήσια που μετατρέπονται ταχύτατα σε τσιμεντένια θέρετρα, που κινδυνεύουν να καταλήξουν όπως τα γήπεδα του μπέιζμπολ και του σόφτμπολ όταν έπεσε η αυλαία των Ολυμπιακών της Αθήνας. Οι επισφαλείς θέσεις εργασίας και οι χαμηλοί μισθοί είναι το φυσικό επακόλουθο μιας οικονομίας εξαρτημένης από την εστίαση, τα καταλύματα, και το λιανικό εμπόριο. Οι φωτεινές εξαιρέσεις των (μεταποιητικών, κυρίως) μονάδων που εξάγουν, επενδύουν, και πληρώνουν αξιοπρεπείς αποδοχές, είναι ακριβώς αυτό: εξαιρέσεις.
Σε έναν κόσμο που έχει γίνει απρόβλεπτος και επικίνδυνος, και σε μια γωνιά του πλανήτη που έχει πάρει φωτιά από τις πολεμικές συγκρούσεις και από τις φυσικές καταστροφές, η ανεμελιά της φτηνής ανάπτυξης είναι τραγική. Όταν ξέσπασε η πανδημία, ο ΟΟΣΑ είχε δημοσιεύσει μια έκθεση για την «ανθεκτικότητα» της οικονομίας 47 χωρών σε συνθήκες καραντίνας: η Ελλάδα βρισκόταν στην τελευταία 47η θέση. Τι θα απογίνει η οικονομία μας εάν συμβεί το παραμικρό θερμό επεισόδιο στο Αιγαίο, ή όταν η άνοδος της θερμοκρασίας θα έχει κάνει το ελληνικό καλοκαίρι αβίωτο;
Φυσικά, δεν μπορούμε να αλλάξουμε τη γεωγραφία. Μπορούμε όμως να αλλάξουμε την οικονομία. Με δυσκολία: η αναβάθμιση του παραγωγικού μοντέλου είναι κοπιαστική και παίρνει χρόνο (αντίθετα με τις «αρπαχτές», που ως γνωστόν είναι γρήγορες και απαιτούν ελάχιστο κόπο). Οι ωφελημένοι της φτηνής ανάπτυξης είναι ισχυροί και οργανωμένοι, και αγωνίζονται με νύχια και δόντια (και ενίοτε με σφαίρες) για τη διατήρηση του μοντέλου στο οποίο οφείλουν τον πλουτισμό τους. Το μόνο αντίδοτο στην ισορροπία της παρακμής είναι ο πατριωτισμός των Ελλήνων, και ειδικά της πολιτικής τάξης. Η εμμονή της κυβέρνησης και η συναίνεση της αντιπολίτευσης στην υπεράσπιση της νομιμότητας παντού, από το φορολογικό έως τις χρήσεις γης. Και η συνεννόηση των πολιτικών δυνάμεων για τις ελάχιστες προϋποθέσεις ευημερίας της γενιάς των παιδιών μας και των παιδιών τους: ισχυροί θεσμοί, αποκατάσταση του φυσικού περιβάλλοντος, υγιής επιχειρηματικότητα, επένδυση στις δεξιότητες.
Οι δυσκολίες είναι πολλές, όμως οι δυνατότητες είναι μεγάλες. Το πόσο μεγάλες φάνηκε τις προάλλες, όταν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε ότι η Ελλάδα θα είναι ένα από τα 7 κράτη μέλη όπου θα εγκατασταθούν και θα λειτουργήσουν ευρωπαϊκά εργοστάσια τεχνητής νοημοσύνης. Η εμπορική επιτυχία των εφαρμογών που θα προκύψουν δεν είναι εγγυημένη. Η απόσταση που χωρίζει την Ευρώπη από τις ΗΠΑ και από την Κίνα είναι μεγάλη στον τομέα αυτό. Ούτε η γενναία χρηματοδότηση, κρατική και ιδιωτική, αρκεί για να αποτρέψει τις αστοχίες – αυτό έδειξε η υπόθεση Northvolt. Όμως το παιγνίδι θα κριθεί εκεί: στην τεχνολογική επανάσταση, και στην καθαρή ενέργεια. Και στο παιγνίδι αυτό δεν επιτρέπεται να είμαστε θεατές.