Δημοσιεύτηκε στον διαδικτυακό τόπο ενημέρωσης και ανάλυσης «NewsTime» με τον τίτλο «Ο πελατειακός φοιτητικός συνδικαλισμός» (Παρασκευή 22 Μαΐου 2009)
Όσοι μέσα στην απελπισία τους από το αναμφίβολα απογοητευτικό επίπεδο της κομματικής αντιπαράθεσης στην κεντρική πολιτική σκηνή σκέφτονται ότι στο μέλλον τα πράγματα (δεν μπορεί!) θα είναι καλύτερα, αφού μια νέα γενιά ανοιχτόμυαλων / μορφωμένων / έντιμων πολιτικών θα έχει αντικαταστήσει την αποτυχημένη / ανίκανη / διεφθαρμένη [συμπληρώστε το επίθετο της αρεσκείας σας] γενιά που είναι σήμερα στα πράγματα, μάλλον καλά θα κάνουν να το ξανασκεφτούν. Εάν ο φοιτητικός συνδικαλισμός δείχνει την ποιότητα των πολιτικών ελίτ και το επίπεδο της πολιτικής κουλτούρας δέκα με είκοσι χρόνια αργότερα (έτσι δεν γινόταν μέχρι τώρα;), τότε το μέλλον μπορεί να είναι χειρότερο από το παρόν – και μάλιστα πολύ.
Υπερβολές; Λίγα κλικ στα φόρουμ των φοιτητικών παρατάξεων (εκεί που ο λόγος των κομματικοποιημένων φοιτητών εκφράζεται χωρίς διαμεσολάβηση), ή στα φιλμάκια που κυκλοφορούν στο you tube (με θέμα π.χ. κάποια πρόσφατη συμπλοκή μεταξύ αντίπαλων κομματικών στρατών σε κάποιο πανεπιστήμιο), θα πείσουν και τους πιο δύσπιστους για μερικές απλές αλήθειες που δεν λέγονται συχνά, αλλά είναι κομμάτι της καθημερινότητας όσων εργάζονται στα Ελληνικά πανεπιστήμια. Ότι δηλαδή η υπερ-πολιτικοποίηση της πρώτης μεταπολίτευσης έχει σταδιακά μετατραπεί σε μια μαχητικότητα κούφια, που συσπειρώνει σε «tribal» βάση, με ελάχιστα ή καθόλου πολιτικά χαρακτηριστικά, με μια κουλτούρα βίαιη, παρόμοια με αυτή των φανατικών οπαδών, και με φόντο την απάθεια πολλών φοιτητών – ειδικά εκείνων που ενδιαφέρονται για τις σπουδές τους.
Η βία του λεγόμενου αντιεξουσιαστικού χώρου είναι η (σχετικά) περισσότερο συζητημένη πτυχή αυτού του προβλήματος. Η εξέγερση του Δεκεμβρίου («το δεύτερο ‘21», σύμφωνα με έναν από τους θεωρητικούς της) άφησε πίσω της μια κληρονομιά βίας, και ανοχής στη βία, η οποία έχει ήδη δώσει πολλά απεχθή δείγματα γραφής (με πιο πρόσφατο την επίθεση στον Μισέλ Φάις), και σίγουρα θα δώσει και άλλα. Ωστόσο, όπως έδειξαν τα αποτελέσματα των φοιτητικών εκλογών της περασμένης εβδομάδας, η εξέγερση δεν προκάλεσε την παραμικρή μετατόπιση στο επίπεδο της πολιτικής συνείδησης. Ούτως ή άλλως, η αντιεξουσιαστική βία έχει σοβαρά κοινωνικά αίτια, αξιοσημείωτη καταστροφική ισχύ, δυνητικά δραματικές συνέπειες για όσους την υφίστανται, αλλά μικρή πολιτική σημασία. Ίσως η μόνη πολιτική συνέπεια των Δεκεμβριανών (εκτός από την αύξηση της επιρροής του ΛΑΟΣ) ήταν η αποκάλυψη της φτώχειας ιδεών και της ηθικής χρεωκοπίας της ριζοσπαστικής αριστεράς – η οποία, εάν βρήκε κάτι μεμπτό στο εφιαλτικό όραμα και στις ακόμη εφιαλτικότερες μεθόδους των παιδιών με τις κουκούλες, δεν μας το έχει πει ακόμη.
Όμως, θα περίμενε κανείς ότι η βία των αντιεξουσιαστών θα προσέκρουε στην αποφασιστική στάση της μεγάλης πλειοψηφίας των πολιτικά ενεργών φοιτητών, και ειδικά όσων πρόσκεινται στα κόμματα εξουσίας. Θα ήταν πράγματι λογικό – αλλά απλώς δεν ισχύει. Συχνά η καταδίκη της βίας εκ μέρους μιας από τις μεγάλες παρατάξεις ακούγεται εξίσου πειστική και εξίσου εμφορούμενη από θέσεις αρχής όπως η καταδίκη εκ μέρους κάποιας ΠΑΕ των βιαιοτήτων που διέπραξαν οι οπαδοί κάποιας άλλης ΠΑΕ. Στο πανεπιστήμιό μου, οι οπαδοί των δύο μεγάλων παρατάξεων την τελευταία χρονιά (δηλ. εν μέσω καταλήψεων και εξεγέρσεων) δεν παρέλειψαν να συγκρουστούν κατά μέσο όρο κάθε δύο μήνες, με απίστευτη αγριότητα και πάντοτε με ασήμαντη αφορμή: τις εγγραφές των πρωτοετών, τις μεταγραφές, και άλλα τέτοια υψίστης σημασίας θέματα.
Αυτή η όψη του φοιτητικού συνδικαλισμού, πολύ λιγότερο συζητημένη, δεν αφορά μόνο τις μορφές της πολιτικής αντιπαράθεσης στα πανεπιστήμια, αλλά και το ίδιο της το περιεχόμενο. Οι φοιτητικές παρατάξεις δεν ασχολούνται πλέον με τον τρόπο μετάδοσης της γνώσης, με την αναπαραγωγή της, με το τι έχει να πει το πανεπιστήμιο για όσα συμβαίνουν στον έξω κόσμο, με την καθημερινότητα της φοιτητικής ζωής, με το τι κάνουν οι φοιτητές όταν παύουν να είναι φοιτητές. Ο κομματικός ανταγωνισμός γίνεται πλέον στη βάση παροχών προς τους φοιτητές-πελάτες.
Άλλοτε οι παρατάξεις «ντουμπλάρουν» τις διοικητικές υπηρεσίες: τυπώνουν το πρόγραμμα των μαθημάτων, των εξετάσεων, τις ώρες γραφείου, τα θέματα προηγούμενων εξετάσεων κτλ.
Άλλοτε προσφέρουν διευκολύνσεις που κάνουν τη ζωή των φοιτητών λιγότερο κοπιαστική αλλά ρίχνουν το επίπεδο των σπουδών: πίεση στα όργανα διοίκησης και κατ’ ιδίαν στους καθηγητές για λιγότερη ύλη, ευκολότερα θέματα, καλύτερους βαθμούς, περισσότερες αναβαθμολογήσεις, περισσότερες εξεταστικές περιόδους κτλ.
Άλλοτε υπονομεύουν ανοιχτά το ρόλο του πανεπιστημίου: αυτοσχέδιες ομιλίες την ώρα του μαθήματος παρά τις διαμαρτυρίες του καθηγητή, συστήματα μαζικής αντιγραφής στις εξετάσεις με χρήση προηγμένων τεχνολογικών μεθόδων κ.ά.
Άλλοτε οι παρατάξεις συνάπτουν συμφωνίες υποστήριξης υποψηφίων πρυτάνεων ή κοσμητόρων με αντάλλαγμα υλικά οφέλη: θέσεις εργασίας, θέσεις σε μεταπτυχιακά προγράμματα, δικαίωμα οργάνωσης πάρτυ (με εισιτήριο!) μέσα στους χώρους του πανεπιστημίου, δικαίωμα λόγου στις εργολαβίες του πανεπιστημίου (π.χ. για το κυλικείο ή το εστιατόριο) και άλλα παρόμοια.
Πράγματα δηλ. που πριν δύο μόλις δεκαετίες ήταν εντελώς αδιανόητα.
Και φυσικά όλα αυτά με φόντο τη συνεχιζόμενη ανυπαρξία της ΕΦΕΕ, το μαρασμό των διοικητικών συμβουλίων, τον εκφυλισμό των γενικών συνελεύσεων, την απουσία κοινά αποδεκτών κανόνων σχετικά με το πώς λαμβάνονται οι αποφάσεις.
Έχουν σημασία όλα αυτά; Νομίζω πως ναι. Οι φοιτητικές παρατάξεις αποτελούν φυσιολογικό κανάλι ανανέωσης του στελεχικού δυναμικού των κομμάτων, και όχι μόνο στη χώρα μας. Εάν αυτό το κανάλι αντί για λαμπρούς επιστήμονες με πολιτική συνείδηση αρχίσει να παράγει στελέχη με νοοτροπία φανατικού οπαδού ή εθισμένα στη συναλλαγή ή στην περιφρόνηση των δημοκρατικών κανόνων ή όλα αυτά μαζί, τότε τι ελπίδα υπάρχει;