Δημοσιεύτηκε στα «ΝΕΑ» (Σάββατο 28 Ιανουαρίου 2023).
Μόλις συμπληρώθηκαν τρία χρόνια από την υπογραφή της συμφωνίας αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ (24 Ιανουαρίου 2020). Πλέον το διαζύγιο είναι οριστικό: όπως συμβαίνει συχνά σε τέτοιες περιπτώσεις, ακολουθεί μια περίοδος κατά την οποία οι δύο πρώην, εξουθενωμένοι από τον χωρισμό, δεν μπορούν καν να συνεννοηθούν για τα βασικά. Με λίγη τύχη, θα την διαδεχθεί μια άλλη περίοδος επανακαθορισμού της (λιγότερο στενής, πλέον) σχέσης τους σε νέες βάσεις. Για επανασύνδεση, ούτε λόγος. Και ας υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι, εξαιτίας αφενός της μετατόπισης μερίδας της κοινής γνώμης, και αφετέρου της φυσικής αντικατάστασης του πληθυσμού (οι νέοι τείνουν να είναι υπέρ της ΕΕ, οι ηλικιωμένοι κατά), η πλειοψηφία της κοινής γνώμης πιστεύει τώρα ότι το Brexit ήταν λάθος. Τα λάθη πληρώνονται, και οι Βρετανοί δεν θα πουν «έλα μωρέ, και τι έγινε που ψηφίσαμε έτσι στο δημοψήφισμα; το παίρνουμε πίσω και συνεχίζουμε όπως πρώτα».
Πριν το δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου 2016, οι οπαδοί της παραμονής στην ΕΕ διεκτραγωδούσαν τις συνέπειες της αποχώρησης, και είχαν κατηγορηθεί από τους αντιπάλους τους (που αντίθετα υπόσχονταν λαγούς με πετραχήλια) ότι καλλιεργούσαν τον φόβο. Το πόσο δίκιο είχαν είναι δύσκολο να εκτιμηθεί με ακρίβεια, καθότι από τον Ιανουάριο 2020 μέχρι τώρα έχουν μεσολαβήσει μία πανδημία και ένας πόλεμος. Η αρνητική πορεία της βρετανικής οικονομίας την τελευταία τριετία είναι γεγονός αναμφισβήτητο, αλλά οι οπαδοί της αποχώρησης ισχυρίζονται ότι οφείλεται στον κορωνοϊό και στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, όχι στο Brexit. Ισχύει η ένσταση;
Δύο πρόσφατες μελέτες δείχνουν πως όχι. Η πρώτη (του Centre for European Reform) σύγκρινε τις οικονομικές επιδόσεις της Βρετανίας με εκείνες 22 χωρών που έως το δημοψήφισμα του 2016 είχαν παρόμοιες επιδόσεις. Η μελέτη εκτίμησε ότι το Brexit συρρίκνωσε το ΑΕΠ (κατά 6%), τις επενδύσεις (κατά 11%), και το εξωτερικό εμπόριο αγαθών (κατά 7%) σε σχέση με το – εντελώς φανταστικό πλέον – σενάριο της μη αποχώρησης. Η δεύτερη (του Centre for Economic Performance) διαπίστωσε ότι οι τιμές των τροφίμων αυξήθηκαν κατά 3% το 2020, και άλλο 3% το 2021, πέρα και πάνω από το επίπεδο στο οποίο θα έφταναν εάν δεν είχε συμβεί το Brexit, παρότι η βρετανική κυβέρνηση δεν έχει (ακόμη;) θεσμοθετήσει τα μέτρα περιορισμού των ευρωπαϊκών εισαγωγών που έχει απειλήσει να εισάγει.
Φυσικά, οι μεσοπρόθεσμες επιπτώσεις είναι πάντοτε σοβαρότερες από τις άμεσες. Το Brexit έχει κάνει την πάλαι ποτέ Cool Britannia πολύ πιο uncool. Λιγότεροι επιστήμονες, καλλιτέχνες, εφευρέτες, επιχειρηματίες εγκαθίστανται στο Λονδίνο από ό,τι πριν. Πολλοί Ευρωπαίοι των παραπάνω κατηγοριών, και άλλων, μέχρι πρόσφατα κάτοικοι Βρετανίας, την έχουν εγκαταλείψει, ή σκέφτονται να το κάνουν.
Επίσης, οι οικονομικές επιπτώσεις έχουν αποδειχθεί – προς το παρόν τουλάχιστον – λιγότερο οδυνηρές από τις πολιτικές. Το Ηνωμένο Βασίλειο υπήρξε για αιώνες φάρος μετριοπάθειας, πραγματισμού, ορθολογικής αναζήτησης λύσεων, δυσπιστίας προς τις μεγάλες ιδεολογίες, απόρριψης των δημαγωγών κάθε είδους. Μέσα σε λίγα χρόνια δείχνει να έχει μετατραπεί σε μπανανία, με κυβερνήσεις που μένουν στην εξουσία μέρες, πρωθυπουργούς χαμηλού επιπέδου, και υπουργούς που γυαλίζει το μάτι τους.
Ο συντάκτης αυτού του άρθρου δεν είναι αντικειμενικός, αφού έζησε 6+ ευτυχισμένα χρόνια στην Αγγλία, αγάπησε (και εκείνη) τη θετή πατρίδα του, και βίωσε το Brexit ως προσωπική προσβολή. Εάν ήταν, θα παραδεχόταν ότι τα τελευταία τρία χρόνια δεν έχει γίνει φτωχότερη μόνο η Βρετανία, αλλά και η ίδια η Ευρώπη. Μας λείπει η μετριοπάθεια, ο πραγματισμός, και η ορθολογική αναζήτηση λύσεων, καθώς και το φιλελεύθερο πνεύμα που είχε συνεισφέρει στην ΕΕ η Βρετανία. Χωρίς αυτά, κινδυνεύουμε να μείνουμε με τον γερμανικό μοραλισμό, τη γαλλική τυπολατρεία, και όλα τα υπόλοιπα.
Come back Blighty. All is forgiven.