8 Απριλίου 2023

Διαφορετικά οράματα, αναγκαίες συναινέσεις

Δημοσιεύτηκε στα «ΝΕΑ» (Σάββατο 8 Απριλίου 2023).


Σε μια δημοκρατία, οι αντιπαραθέσεις μεταξύ των κομμάτων δεν είναι απλώς αναπόφευκτες: είναι αναγκαίες. Η αντιπαραβολή διαφορετικών σχεδίων διακυβέρνησης, διαφορετικών οραμάτων (αν προτιμάτε) για το μέλλον της χώρας, είναι το οξυγόνο της δημοκρατίας.

Υπό μια προϋπόθεση όμως. Για να είναι λειτουργική η αντιπαράθεση θα πρέπει να πατά γερά σε ένα κοινό έδαφος. Ανήκουμε όλοι στην ίδια πολιτική κοινότητα, είμαστε αναγκασμένοι να συνυπάρχουμε ο ένας με τον άλλον. Συνεπώς, η αντιπαράθεση θα πρέπει να διεξάγεται έτσι ώστε ενισχύει τους δεσμούς της κοινής μας συνύπαρξης, αντί να τους διαβρώνει. Η αμοιβαία αναγνώριση ότι οι προσδοκίες και οι ανησυχίες της άλλης πλευράς είναι θεμιτές, και δεν είναι όλες αβάσιμες, θα ήταν ένα σημαντικό βήμα. Η αναζήτηση συναινέσεων για την επίλυση χρόνιων προβλημάτων που μας κρατούν καθηλωμένους θα ήταν ένα πραγματικό άλμα.

Για παράδειγμα, σας φαίνεται λογικό το κόμμα που κυβερνά να αλλάζει τον εκλογικό νόμο όπως το βολεύει; Είναι χαζοί οι Γερμανοί που έχουν το ίδιο εκλογικό σύστημα από το 1949; Είναι άσχετο αυτό με την πολιτική σταθερότητα και τις υψηλές οικονομικές επιδόσεις της χώρας αυτής;

Θα μπορούσα να αναφερθώ σε πολλά άλλα πεδία δημόσιας πολιτικής που προσφέρονται για αναζήτηση συναινέσεων. Ποιο ακριβώς όραμα για τη χώρα – συντηρητικό, φιλελεύθερο, ή προοδευτικό - υπηρετείται από μια δικαιοσύνη αργόστροφη, συντεχνιακή, και υποτελή στην εκάστοτε κυβέρνηση; Ή από μια υπηρεσία πληροφοριών ανεξέλεγκτη και διάτρητη; Ή από έναν δημόσιο τομέα απαξιωμένο, εχθρικό απέναντι στους πολίτες, και ενίοτε επικίνδυνο για την ασφάλειά τους; Εάν μπορούσαμε να λύσουμε τέτοια προβλήματα, θα εξακολουθούσαμε να διαφωνούμε για την πορεία της χώρας, όπως είναι επιβεβλημένο σε μια δημοκρατία. Όμως θα ζούσαμε σε μια χώρα πιο ασφαλή, πιο επιτυχημένη, και πιο ευτυχισμένη.

Στο πεδίο της οικονομίας, ή μάλλον σε αυτό των προϋποθέσεων της οικονομικής ευημερίας, οι επιδόσεις της χώρας μας είναι καταθλιπτικές. Έχουμε αναρωτηθεί γιατί είμαστε πρωταθλητές Ευρώπης στο ποσοστό αποφοίτων ΑΕΙ ηλικίας 25-34 ετών που είναι λειτουργικά αναλφάβητοι (στοιχεία έρευνας PIAAC); Ή στο ποσοστό επιχειρηματιών/μάνατζερ με ανεπαρκείς διαχειριστικές ικανότητες (στοιχεία World Management Survey); Ενώ εμείς ακόμη συζητάμε για το εάν είναι καλό ή κακό να αξιολογούνται οι εκπαιδευτικοί; Και ενώ ετοιμαζόμαστε να κατασπαταλήσουμε και τον νέο πακτωλό ευρωπαϊκών κονδυλίων για την επαγγελματική κατάρτιση, πάντοτε στον ιερό βωμό του εθνικού στόχου της απορροφητικότητας;

Χωρίς τη θεαματική αναβάθμιση των δεξιοτήτων των εργαζομένων και των ανέργων, αλλά και των επιχειρηματιών, η ελληνική οικονομία δεν θα μπορέσει ποτέ να μπει σε τροχιά βιώσιμης ανάπτυξης – οποιασδήποτε κατεύθυνσης, με περισσότερη ή λιγότερη αγορά, με ή χωρίς αποκλεισμούς.

(Αν και αξίζει να σημειώσουμε ότι τέτοια διλήμματα είναι σε μεγάλο βαθμό ξεπερασμένα, αφού χωρίς ικανό και αποτελεσματικό κράτος δεν υπάρχει επιτυχημένη οικονομία της αγοράς, ενώ ένα μοντέλο ανάπτυξης που δεν δίνει ευκαιρίες και προοπτικές σε όλους δεν μπορεί να είναι βιώσιμο σε βάθος χρόνου.)

Μια νηφάλια αναγνώριση των προβλημάτων που μας καταδικάζουν στη μιζέρια, για τα οποία ευθύνονται λίγο πολύ όλες οι πολιτικές δυνάμεις. Και μια ώριμη συζήτηση για το πώς θα αρχίσουμε να τα λύνουμε. Αυτό αξίζουν οι πολίτες αυτής της χώρας, εν όψει των βουλευτικών εκλογών, εξουθενωμένοι από τις διαδοχικές κρίσεις της τελευταίας δεκαπενταετίας. Ακόμη και όταν δεν το συνειδητοποιούν οι ίδιοι.