Δημοσιεύθηκε στο ενημερωτικό δελτίο του «K Report» (Πέμπτη 13 Ιουλίου 2023).
Η δημοσίευση την περασμένη Τρίτη (11 Ιουλίου 2023) της ετήσιας έκθεσης του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) για τις προοπτικές της αγοράς εργασίας (OECD Employment Outlook 2023) επιβεβαίωσε αυτό που πολλοί υποψιάζονταν: τα κέρδη αυξάνονται, ενώ οι (πραγματικοί) μισθοί μειώνονται. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΟΟΣΑ, στη χώρα μας, την τελευταία τετραετία (από το τελευταίο τρίμηνο του 2019 έως το πρώτο τρίμηνο του 2023), τα κέρδη αυξήθηκαν κατά 16,1%, ενώ το κόστος εργασίας κατά 7%. (Και τα δύο σε ονομαστικούς όρους, ανά μονάδα προϊόντος.) Σε πραγματικούς όρους, δηλ. συνυπολογίζοντας την άνοδο των τιμών, το μοναδιαίο κόστος εργασίας (και κατ’ επέκταση το μερίδιο της εργασίας στο ΑΕΠ) μειώθηκε κατά 4,6%. Σε παρόμοια συμπεράσματα είχε καταλήξει σχετική έρευνα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ). Μάλιστα, σύμφωνα με τους υπολογισμούς της ΕΚΤ, το 2022 στην Ευρωζώνη τα κέρδη αυξήθηκαν περισσότερο από τους μισθούς σε όλους τους κλάδους, όχι μόνο στην ενέργεια.
Γιατί αυξάνονται τα κέρδη; Η ερμηνεία της «απληστίας» (greedflation), παρότι δημοφιλής, και όχι εντελώς αβάσιμη, φαίνεται υπερβολικά ανεπαρκής. Η αύξηση των τιμών των προϊόντων και των υπηρεσιών είναι το φυσικό επακόλουθο της αύξησης της ζήτησης (λόγω των επιδομάτων επί πανδημίας, των κονδυλίων του Ταμείου Ανάπτυξης κ.ά.) αλλά όχι και της προσφοράς (λόγω διαταραχής των εφοδιαστικών αλυσίδων εξαιτίας του κορωνοϊού, της επίθεσης της Ρωσίας στην Ουκρανία, του εμπορικού ανταγωνισμού ΗΠΑ-Κίνας κ.ά.). Προφανώς, για τις επιχειρήσεις αυτό το επακόλουθο είναι καλοδεχούμενο, όμως αυτό δεν το κάνει λιγότερο φυσικό.
Σε κάθε περίπτωση, η αύξηση των κερδών είναι το νέο στοιχείο του σημερινού πληθωριστικού επεισοδίου. Στο προηγούμενο επεισόδιο, όταν o τετραπλασιασμός της τιμής του αργού πετρελαίου το 1973 και ο εκ νέου διπλασιασμός της το 1979 προκάλεσαν γενική άνοδο των τιμών σε όλο τον δυτικό κόσμο, ο βασικός μηχανισμός μετάδοσης του πληθωρισμού από την ενέργεια στην υπόλοιπη οικονομία ήταν η (εύλογη) αύξηση των τιμών εκ μέρους των επιχειρήσεων, και στη συνέχεια η (εξίσου εύλογη) διεκδίκηση μισθολογικών αυξήσεων εκ μέρους των συνδικάτων. Εκείνο το επεισόδιο δεν είχε ευνοϊκή κατάληξη για τους εργαζόμενους. Αρχικά, η διατήρηση της αγοραστικής αξίας των μισθών υποστηρίχθηκε από την κοινή γνώμη ως δίκαιη και λογική, και ανάγκασε τις κυβερνήσεις αρκετών χωρών (Ιταλία, Γαλλία, Ελλάδα και άλλες) να θεσμοθετήσουν επίσημους μηχανισμούς αυτόματης τιμαριθμικής αναπροσαρμογής (ΑΤΑ).
Σταδιακά έγινε κατανοητό ότι ο μηχανισμός της ΑΤΑ τροφοδοτούσε ένα ανοδικό σπιράλ μισθών-τιμών, που απλώς επιδείνωνε την ανταγωνιστικότητα της εθνικής οικονομίας και καθήλωνε την ανάπτυξη. Καθώς σε κύκλους οικονομολόγων και κεντρικών τραπεζιτών ωρίμαζε η ιδέα της κατάργησης ή τουλάχιστον της τροποποίησης της ΑΤΑ, τα συνδικάτα τήρησαν απορριπτική στάση. Στην Ιταλία, όταν η κυβέρνηση Κράξι με πρωθυπουργικό διάταγμα αποδυνάμωσε την ΑΤΑ (προβλέποντας αύξηση των μισθών κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες κάτω από την αύξηση των τιμών), το Κομμουνιστικό Κόμμα και το αριστερό συνδικάτο Cgil μάζεψαν υπογραφές για δημοψήφισμα (όπως προβλέπει το Σύνταγμα), με ερώτημα την ακύρωση ή όχι του διατάγματος, και άρα την επαναφορά ή όχι της πλήρους ΑΤΑ. Όμως στο δημοψήφισμα του Ιουνίου 1985 το ΙΚΚ και η Cgil ηττήθηκαν: το Όχι επικράτησε καθαρά (54,3% έναντι 45,7%), ανοίγοντας τον δρόμο στην εφαρμογή αντιπληθωριστικής πολιτικής, που όπως και στον υπόλοιπο κόσμο κατάφερε την αποκλιμάκωση του πληθωρισμού προκαλώντας οικονομική ύφεση και αύξηση της ανεργίας, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα.
Όλα καλά λοιπόν; Μπορούμε να είμαστε ήσυχοι ότι η μείωση των πραγματικών μισθών, παρότι δυσάρεστη για τους μισθωτούς, δεν αποτελεί πρόβλημα για την οικονομία; Όχι ακριβώς. Σε πρόσφατη ομιλία της (22 Μαρτίου 2023), η Κριστίν Λαγκάρντ, Πρόεδρος της ΕΚΤ, επεσήμανε το ρόλο των κερδών στην εκτίναξη του πληθωρισμού, υπογραμμίζοντας ότι μόνο «ο δίκαιος επιμερισμός του κόστους του πληθωρισμού μπορεί να αποτρέψει τον ανταγωνισμό τύπου ‘οφθαλμό αντί οφθαλμού’ μεταξύ κερδών και μισθών, που μπορεί να τροφοδοτήσει ανοδικά σπιράλ τιμών».
Για διάφορους λόγους, οικονομικούς (μετάβαση σε μια μεταβιομηχανική οικονομία) και πολιτικούς (έκλειψη των «μεγάλων αφηγήσεων»), τα συνδικάτα στις περισσότερες χώρες είναι πολύ πιο αδύναμα σήμερα από ό,τι πριν 40 χρόνια. Συνεπώς, και να ήθελαν δεν θα μπορούσαν να επιβάλλουν λύσεις τύπου ΑΤΑ. Δεν φαίνεται καν να θέλουν πάντως. Ακόμη και η Cgil, με πολύ πιο μαχητική ηγεσία σήμερα από ό,τι τις τελευταίες πολλές δεκαετίες, απέρριψε στο πρόσφατο συνέδριό της (15-18 Μαρτίου 2023) την πρόταση της μειοψηφίας για υιοθέτηση της ΑΤΑ. Σε όλες τις χώρες, τα συνδικάτα σήμερα είναι πιο προσεκτικά, αναγνωρίζοντας ότι ο πληθωρισμός σε τελική ανάλυση στρέφεται πάντοτε εναντίον των εργαζομένων, και συνεπώς η τιθάσευση του πληθωρισμού είναι προς το συμφέρον και των εργαζομένων.
(Επί πλέον, ο πληθωρισμός πλήττει τους πιο αδύναμους: ως γνωστόν, επειδή τα νοικοκυριά χαμηλότερου εισοδήματος δαπανούν μεγαλύτερο μερίδιο του οικογενειακού προϋπολογισμού σε ενέργεια, τρόφιμα, και κατοικία, οι αυξήσεις σε αυτές τις κατηγορίες αγαθών καταλήγουν σε υψηλότερο πληθωρισμό για τους φτωχούς παρά για τους πλούσιους.)
Τι μπορεί να γίνει λοιπόν; Σε περυσινό κείμενο μας με την Σωτηρία Θεοδωροπούλου, ερευνήτρια του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου Εργατικών Συνδικάτων, εξηγούμε γιατί ένα μείγμα κοινωνικών συμφώνων (μεταξύ εργοδοτών και συνδικάτων) και στοχευμένων εισοδηματικών ενισχύσεων για την αντιμετώπιση της ακρίβειας μπορεί να προστατεύσει τους πιο αδύναμους χωρίς να προκαλέσει ανοδικό σπιράλ μισθών-τιμών. Σε παρόμοια συμπεράσματα καταλήγει η έκθεση του ΟΟΣΑ που αναφέραμε στην αρχή, η οποία επί πλέον βλέπει πολύ θετικά την αύξηση του κατώτατου μισθού, με το επιχείρημα ότι τα δεδομένα δείχνουν ότι η αλυσιδωτή αύξηση και των υπόλοιπων μισθών (όπως φοβούνται πολλοί) είναι στην πράξη πολύ περιορισμένη.
Στην Ελλάδα, ο κατώτατος μισθός πράγματι αυξήθηκε σημαντικά σε ονομαστικούς όρους (20% από τον Ιανουάριο 2021 έως Μάιο 2023), περνώντας με την τελευταία αύξηση λίγο πάνω από τον σωρευτικό πληθωρισμό της περιόδου (βλ. διάγραμμα*). Βέβαια, χωρίς τακτική αναπροσαρμογή, και ο κατώτατος μισθός θα κινδυνεύσει από «διάβρωση» της αγοραστικής του αξίας.
Κατά τα άλλα, μετά την αποδυνάμωση των συλλογικών διαπραγματεύσεων με τις νομοθετικές ρυθμίσεις της προηγούμενης δεκαετίας, στη χώρα μας τα κοινωνικά σύμφωνα φαίνονται πλέον ανέφικτα: όταν οι περισσότερες συμβάσεις είναι ατομικές, οι εργοδότες δεν έχουν να κερδίσουν πολλά από ένα κοινωνικό σύμφωνο.
Όσο για τα μέτρα αντιμετώπισης της ανόδου των τιμών ενέργειας, τα δεδομένα του ΟΟΣΑ δείχνουν ότι η χώρα μας ήταν πρωταθλήτρια στο κόστος των μέτρων (6,3% του ΑΕΠ από το 2022), όμως το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος τους αφορούσε οριζόντιες επιδοτήσεις τιμών (5,2% του ΑΕΠ) αντί για στοχευμένες εισοδηματικές ενισχύσεις (1,1% του ΑΕΠ).
Όπως ίσως θυμούνται οι αναγνώστες του Κ-report, οι αρνητικές παρενέργειες των (οριζόντιων) μέτρων αντιμετώπισης της ανόδου των τιμών ενέργειας ήταν ακριβώς το θέμα προηγούμενου άρθρου μας. Έκτοτε η πολιτική της κυβέρνησης διορθώθηκε κάπως σε σχέση με την αρχική πολιτική τύπου «όλα τα λεφτά όλα τα κιλοβάτ». Μένει να δούμε πώς ακριβώς οι επιχειρηματικοί όμιλοι που δραστηριοποιούνται στον κλάδο της ενέργειας προτίθενται να περάσουν στις τιμές καταναλωτή την υποχώρηση των κόστους των αγαθών ενέργειας που αγοράζουν στις διεθνείς αγορές.
* Το διάγραμμα δείχνει την εξέλιξη του κατώτατου μισθού, σε ονομαστικούς (ανοιχτόχρωμη γραμμή) και πραγματικούς (σκουρόχρωμη γραμμή) όρους, από τον Ιανουάριο 2021 έως τον Μάιο 2023. (Πηγή: Annex Figure 1.C.1. OECD Employment Outlook 2023, σελ. 78).