Αναρτήθηκε στη σελίδα μου στο facebook, ενώ στη συνέχεια δημοσιεύτηκε στην ηλεκτρονική εφημερίδα «Liberal» (Σάββατο 6 Ιουλίου 2019).
Τα γεγονότα των τελευταίων ημερών - η επίθεση των παρακρατικών στην Athens Voice, το σκίτσο "Δεν Ξεχνώ" του ανεπίσημου οργάνου του καθεστώτος, και κυρίως οι συνεντεύξεις και ομιλίες του Πρωθυπουργού, με τους χαρακτηρισμούς ("γιος του αποστάτη", "νύφη του Μπακογιάννη"), τις δικαιολογίες ("οι άλλοι ήταν πιο προετοιμασμένοι"), και την απίστευτη ακόμη και με τα δικά του standards έλλειψη στοιχειώδους σοβαρότητας απέναντι στις ανθρώπινες ζωές που χάνονται (αεροπορικό δυστύχημα στη Μαδρίτη), με την Πολιτεία της οποίας υποτίθεται ότι ηγείται σε πλήρη αποδιοργάνωση (πυρκαγιά στο Μάτι) - δείχνουν με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο ποιο είναι το καθήκον κάθε δημοκρατικού πολίτη στις κάλπες της Κυριακής: η αποφασιστική αποδοκιμασία της χειρότερης κυβέρνησης της Μεταπολίτευσης, η απομάκρυνση ενός ντροπιαστικού ανθρώπου από το πρωθυπουργικό μέγαρο, η εκδίωξη μιας αδίστακτης ηγετικής ομάδας από τις θέσεις ευθύνης που σήμερα κατέχει.
Μια κατ' ελάχιστον αξιοπρεπής κεντροαριστερά, στο ύψος των περιστάσεων, με συναίσθηση του πολιτικού διλήμματος της συγκυρίας, σταθερά προσανατολισμένη στη στρατηγική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ, έτοιμη να συνεισφέρει στην αλλαγή σελίδας, να δράσει ως αντίβαρο στις πιθανές ακρότητες της εθνικιστικής "λαϊκής δεξιάς" (που παρά την περιθωριοποίησή της είναι ακόμη ζωντανή), να προτάξει τις εθνικές προτεραιότητες (αποκατάσταση του κύρους των δημοκρατικών θεσμών, επανεκκίνηση της οικονομίας, επούλωση των πληγών της κρίσης), θα μπορούσε να είναι μια ελκυστική επιλογή για τους δημοκρατικούς πολίτες που έχουν αποφασίσει να τιμωρήσουν στις κάλπες το απερχόμενο καθεστώς, χωρίς ωστόσο να εκφράζονται από τη ΝΔ. Οι πρόσφατες επιλογές της ηγεσίας του ΚΙΝΑΛ δείχνουν ότι μια τέτοια κατ' ελάχιστον αξιοπρεπής κεντροαριστερά σήμερα δεν υπάρχει. Η αποδοκιμασία του ΚΙΝΑΛ στην κάλπη είναι προϋπόθεση για να υπάρξει.
Για τον δημοκρατικό πολίτη που δεν θέλει να ρισκάρει ένα μετεκλογικό τοπίο με το ΣΥΡΙΖΑ ρυθμιστή των εξελίξεων, η ψήφος στη ΝΔ είναι αναπόφευκτη. Για όσους από εμάς προέρχονται από την εκσυγχρονιστική κεντροαριστερά, και αισθάνονται ότι ανήκουν ακόμη σε αυτήν (παρά τις άοκνες προσπάθειες της ηγεσίας της), η επιλογή αυτή είναι ομολογουμένως κάπως παράξενη. Η σημερινή ηγεσία της ΝΔ - η πιο φιλελεύθερη, μετριοπαθής, κοσμοπολίτικη και προοδευτική από την ίδρυση αυτού του κόμματος - διευκολύνει την επιλογή μας. Οι ανοιχτόμυαλοι και δημιουργικοί άνθρωποι, με χιούμορ και φρέσκες ιδέες (θα αναφέρω μόνο τον Χρήστο Ταραντίλη στο ψηφοδέλτιο Επικράτειας, την Αλεξάνδρα Χαριτάτου στην Α' Αθηνών, τη Νιόβη Παυλίδου στην Α' Θεσσαλονίκης, ελπίζοντας ότι δεν αδικώ δεκάδες άλλους αντίστοιχου επιπέδου), που σήμερα κοσμούν τα ψηφοδέλτια της ΝΔ, και αύριο ας ελπίσουμε τη Βουλή των Ελλήνων, κάνουν την επιλογή μας αυτή ακόμη πιο ελκυστική.
Με το ξέσπασμα της κρίσης, μερικές εκατοντάδες άνθρωποι της γενιάς μου και μεγαλύτεροι, παλιοί αριστεροί (Ρηγάδες και άλλοι) που με την ολοκλήρωση της οκταετίας Σημίτη είχαν βρεθεί χωρίς εκπροσώπηση, αποφάσισαν να ασχοληθούν ξανά με την ενεργό πολιτική για να σταματήσουν την επέλαση του αντιμνημονιακού συρφετού που απειλούσε να μετατρέψει την Ελλάδα σε Βενεζουέλα. Οι κομματικές επιλογές μας - ΔΗΜΑΡ, Ποτάμι, ΚΙΝΑΛ - δεν δικαιώθηκαν (για να το πω ήπια). Αλλά το μείζον επιτεύχθηκε: η Ελλάδα παρέμεινε ευρωπαϊκή χώρα, και σήμερα που ο λαϊκισμός απειλεί τις δημοκρατικές κατακτήσεις και αλλού, είναι έτοιμη να ηγηθεί μιας πανηπειρωτικής επιστροφής στην κανονικότητα, αναγκαία αν και όχι ικανή συνθήκη για την ανανέωση του ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Όλα αυτά δεν συνέβησαν βέβαια μόνο χάρη σε μας, ούτε καν κυρίως χάρη σε μας. Αλλά συμβάλαμε και εμείς, με τις μικροσκοπικές δυνάμεις μας. Ας είμαστε υπερήφανοι για αυτό.
Το όνειρο μιας Ελλάδας ευρωπαϊκής, σύγχρονης και δυναμικής, χώρας ήρεμης και ασφαλούς, μαγνήτη για τους εκατοντάδες χιλιάδες νέους ανθρώπους που την εγκατέλειψαν τα τελευταία χρόνια, αυτό το όνειρο-καύσιμο της πολιτικής μας δράσης από την αρχή, είναι ακόμη ζωντανό. Η ψήφος αύριο στη ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη έχει ένα υπολογισμένο ρίσκο, αλλά παραμένει το πιο ορθολογικό στοίχημα στο οποίο μπορούμε να ποντάρουμε για να το φέρουμε ένα βήμα πιο κοντά στην πραγματικότητα. Ας έχουμε τη γενναιότητα να το παραδεχθούμε, και ας πράξουμε αναλόγως. Όχι οι άλλοι: εμείς οι ίδιοι.