Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» (Κυριακή 18 Φεβρουαρίου 2024).
Η συζήτηση για το εάν θα πρέπει να επιτραπεί η λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων ή όχι, στα είκοσι περίπου χρόνια που διεξάγεται, έχει πλέον ωριμάσει – ενίοτε σε βαθμό σήψης. Είναι δύσκολο να γίνει κατανοητό γιατί πρέπει να απαγορεύονται τα ιδιωτικά πανεπιστήμια ενώ επιτρέπονται π.χ. τα ιδιωτικά νοσοκομεία. Ή γιατί η αντιπολίτευση υποστηρίζει τόσο σθεναρά μια ρύθμιση που χρονολογείται από τον καιρό της Χούντας. Ή πώς «υπερασπίζονται» το δημόσιο πανεπιστήμιο οι ομάδες που το καταστρέφουν (συστηματικά, εδώ και πολλά χρόνια). Ή πώς κοιμούνται τη νύχτα όσοι τους παρέχουν πολιτική κάλυψη.
Από εκεί και πέρα, τα περισσότερα επιχειρήματα των υπερμάχων της κυβερνητικής πρωτοβουλίας δεν μου φαίνεται να αντέχουν σε σοβαρή κριτική. Ας δούμε εν συντομία τρία από αυτά.
Τα ιδιωτικά πανεπιστήμια θα σταματήσουν την «αιμορραγία» των Ελλήνων φοιτητών στο εξωτερικό. Ας ελπίσουμε πως όχι. Η διαμονή για μερικά χρόνια σε μια ευνομούμενη ξένη χώρα, και η ένταξη σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα με δικαιώματα και υποχρεώσεις, είναι ένα από τα τελευταία αντίδοτα κατά του επαρχιωτισμού και του αντιδυτικισμού που διαθέτει η χώρα. Όσοι επιστρέφουν στην Ελλάδα με πτυχίο από ένα καλό ξένο πανεπιστήμιο είναι εφοδιασμένοι όχι μόνο με περισσότερες γνώσεις, αλλά με πλουσιότερες εμπειρίες, γνωριμίες, φιλίες με διαφορετικούς ανθρώπους, διευρυμένους ορίζοντες, ανοιχτές αντιλήψεις. Στο ελληνικό παράρτημα του ίδιου πανεπιστημίου θα μπορούν να αποκτήσουν το πολύ μόνο τις γνώσεις.
Τα ιδιωτικά πανεπιστήμια θα μας εξοικονομήσουν συνάλλαγμα. Κάποτε οι φιλελεύθεροι ήταν υπέρ του ελεύθερου εμπορίου, τώρα φαίνεται ότι είναι υπέρ της υποκατάστασης εισαγωγών, όπως οι ηγέτες των χωρών της Λατινικής Αμερικής στη δεκαετία του ‘60. Ας δεχθούμε όμως ότι η Ελλάδα διαθέτει κάποιο συγκριτικό πλεονέκτημα στην τριτοβάθμια εκπαίδευση: έμψυχο δυναμικό υψηλού επιπέδου (αυτό ισχύει), ικανότητα οργάνωσης και διοίκησης των σπουδών (που αν ισχύει το κρύβουμε πολύ καλά), φοιτητική μέριμνα (no comment), καλές βιβλιοθήκες (βλ. προηγούμενο σχόλιο), και όλα τα υπόλοιπα. Γιατί να μην δοκιμάσουμε αυτό το – πραγματικό ή υποτιθέμενο – συγκριτικό πλεονέκτημα όχι για να εμποδίσουμε τους Έλληνες να σπουδάζουν στο εξωτερικό, αλλά για να προσελκύσουμε ξένους φοιτητές να σπουδάζουν στη χώρα μας; Και γιατί να μην ενθαρρύνουμε και τα δημόσια πανεπιστήμια να κάνουν το ίδιο, προσφέροντας (και διαφημίζοντας επιθετικά) υψηλού επιπέδου αγγλόφωνα προγράμματα σπουδών στην Ελλάδα;
Τα ιδιωτικά πανεπιστήμια θα συμβάλλουν στην αναβάθμιση των δημόσιων ΑΕΙ. Παρότι το επιχείρημα αυτό έχει συνδεθεί στη μνήμη μου με τον Σταύρο Τσακυράκη, έναν άνθρωπο που μπροστά του αισθανόμουν μόνο δέος, και για τον οποίο σήμερα αισθάνομαι νοσταλγία, δεν μπορώ να μην αναλογίζομαι τον αντίλογο. Τα ιδιωτικά νοσοκομεία δεν συνέβαλαν στην αναβάθμιση του ΕΣΥ, αντίθετα διευκόλυναν τη φυγή των μεσοστρωμάτων από αυτά, στερώντας τα από οικονομικούς και πολιτικούς πόρους. («Αποχώρηση» αντί για «διαφωνία», ή καλύτερα «διαμαρτυρία», σύμφωνα με το σχήμα του Άλμπερτ Χίρσμαν.) Εύκολα μπορεί να φανταστεί κανείς ότι όπως ακριβώς έχουν αφεθεί στην τύχη τους τα δημόσια νοσοκομεία, παρόμοια μοίρα περιμένει και τα δημόσια πανεπιστήμια.
Και όμως, μια πολιτική τάξη (στην κυβέρνηση και στην αντιπολίτευση) που έχει χωνέψει το κεντρικό δίδαγμα της τελευταίας 15ετίας, ότι δηλ. μόνο μια δυναμική εξαγωγική οικονομία υψηλών δεξιοτήτων μπορεί να εγγυηθεί ένα υψηλότερο βιοτικό επίπεδο από αυτό στο οποίο έχουμε «κολλήσει», αντί να φιλονικεί για το εάν θα πρέπει να επιτρέπονται τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, θα αντιδικούσε για πιο ενδιαφέροντα ζητήματα.
- Πώς θα προστατεύσουμε τους φοιτητές από σπουδές χαμηλής ποιότητας, σε δημόσια ή σε ιδιωτικά πανεπιστήμια που εκμεταλλεύονται την υπερβολική πίεση των οικογενειών για πτυχίο;
- Πώς θα αποκαταστήσουμε το κύρος της δημόσιας εκπαίδευσης, σε όλες τις βαθμίδες; Με ποια δοσολογία αξιολόγησης / αυτονομίας / λογοδοσίας (και βελτιωμένης χρηματοδότησης);
- Πώς θα απαλλάξουμε τα πανεπιστήμια και τα ερευνητικά κέντρα από την ασφυκτική γραφειοκρατία; Πώς θα ενισχύσουμε τη συνεργασία τους με τις επιχειρήσεις;
- Πώς θα δημιουργήσουμε τις συνθήκες για άμιλλα, συνεργασία, και υγιή ανταγωνισμό στην τριτοβάθμια εκπαίδευση;
- Πώς θα εξασφαλίσουμε ότι κανένα έξυπνο και εργατικό αγόρι και κορίτσι δεν θα μένει έξω από το καλύτερο πανεπιστήμιο μόνο και μόνο επειδή η οικογένειά του δεν έχει χρήματα για δίδακτρα (ή για ενοίκιο, για βιβλία κτλ.);
Μια τέτοια δημιουργική αντιπαράθεση έχει ανάγκη η ελληνική οικονομία. Όποιος έχει ιδέες και προτάσεις, ας συμβάλλει σε αυτήν.