24 Μαΐου 1998

Κριτική στον δημοσιονομικό σφετερισμό

Δημοσιεύτηκε στην «Αυγή» (Κυριακή 24 Μαΐου 1998)

Παρά τα επιφαινόμενα, με βάση το βιοτικό επίπεδο και τη δημογραφική σύνθεση της χώρας, έχουμε ένα υπερβολικά γενναιόδωρο σύστημα συντάξεων, το οποίο μάλιστα στερεί πόρους από άλλα, κοινωνικά χρησιμότερα, προγράμματα κοινωνικής πολιτικής. Ο υπερτροφισμός των συντάξεων και τα κενά του συστήματος κοινωνικής προστασίας στην Ελλάδα σε άλλους τομείς της κοινωνικής πολιτικής είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.

Ο καλοπροαίρετος αναγνώστης θα αναρωτάται: είναι δυνατό να αποκαλείται γενναιόδωρο ένα σύστημα που, κατά τη φράση του συνδικαλιστικού συρμού, δίνει ‘συντάξεις πείνας’; Και όμως είναι: Κατ’ αρχήν επειδή εκτός από γενναιόδωρο είναι και κακοσχεδιασμένο, αφού δίνει κίνητρα πρόωρης συνταξιοδότησης και εισφοροδιαφυγής. Αφ’ ετέρου επειδή για κάθε χαμηλοσυνταξιούχο (και για κάθε ηλικιωμένο χωρίς καμιά σύνταξη) υπάρχουν ένας ή περισσότεροι συνταξιούχοι με συντάξεις που δεν πλήρωσαν ποτέ οι ίδιοι.

Ο κατακερματισμός του συστήματος σε μια πληθώρα ταμείων, το καθένα με τους δικούς του κανόνες, συσκοτίζει - και για αυτό διευκολύνει - τη διαιώνιση προνομίων. Η λέξη είναι φορτισμένη, για αυτό θα ήταν καλό να την ορίσουμε. Προτείνω τον εξής ορισμό: ‘ρυθμίσεις που ωφελούν επιλεγμένες κοινωνικές ομάδες ενώ επιβαρύνουν το κοινωνικό σύνολο’.

Τα δεδομένα του προβλήματος πρέπει (ή, τουλάχιστον, θα έπρεπε) να είναι γνωστά σε όλους: Ελλείψει μεταλλωρύχων, στα ‘βαρέα και ανθυγιεινά’ επαγγέλματα εντάσσονται κομμωτές και παρουσιαστές της τηλεόρασης. Συντάξεις αναπηρίας χορηγούνται με ελαστικά κριτήρια, συχνά με χρηματικά ή και πολιτικά ανταλλάγματα. Πώς αλλιώς εξηγείται ότι το μεγαλύτερο ποσοστό συντάξεων αναπηρίας στην Ελλάδα εκδίδεται στην υγιέστερη περιφέρεια της Ευρώπης (την Κρήτη); Οι ασφαλισμένοι των ‘ειδικών ταμείων’ συνταξιοδοτούνται με πλήρη δικαιώματα έως και δέκα χρόνια νωρίτερα από τους ασφαλισμένους του ΙΚΑ.

Η συσσώρευση πολλών προνομίων στο ίδιο άτομο οδηγεί σε καταστάσεις που θα μπορούσαν να ερμηνευθούν ως καθαρές παραβιάσεις της αρχής της ισότητας των πολιτών μπροστά στο νόμο: μια εργάτρια κλωστοϋφαντουργίας, ηλικίας 60 ετών, δεν στοιχειοθετεί δικαίωμα για σύνταξη εάν έχει ‘ένσημα’ για λιγότερα από 15 χρόνια, όμως μια δημόσια υπάλληλος με δύο παιδιά συνταξιοδοτείται στα 45 (δηλ. όταν τα παιδιά της είναι πλέον στο λύκειο).

Σύμφωνα με μια σε ανύποπτο χρόνο διατυπωμένη φράση του σημερινού πρωθυπουργού, ‘το κοινωνικό κράτος στην Ελλάδα οικοδομήθηκε άναρχα’ ως ‘προϊόν συνεχών συμβιβασμών με ομάδες πίεσης ή περιστασιακής αντιμετώπισης κρίσεων’. Αυτή η διαδικασία, από την οποία προέκυψε το σημερινό ‘εντυπωσιακό μωσαϊκό ρυθμίσεων’, κάνει την Ελληνική περίπτωση μοναδική και της δίνει το χαρακτηρισμό του ‘κράτους πελατειακών παροχών’. Ο σημερινός ‘χάρτης’ των κοινωνικών παροχών στην Ελλάδα φέρνει τα σημάδια μιας ιστορικής διαδικασίας, κατά την οποία η προνομιακή πρόσβαση ορισμένων ομάδων στην πολιτική εξουσία τους έχει δώσει τη δύναμη να αποσπούν και να διατηρούν ευνοϊκές ρυθμίσεις για λογαριασμό των μελών τους.

Η εξάπλωση των πελατειακών παροχών σίγουρα δεν αρμόζει σε ένα κράτος δικαίου και είναι επικίνδυνη για την αξιοπιστία του δημοκρατικού πολιτεύματος. Επί πλέον, οι ισχυρές πολιτικά ομάδες συνήθως διαθέτουν και οικονομική ισχύ: συνεπώς, τα προνόμια καταλήγουν να ωφελούν ομάδες κατά κανόνα πιο εύπορες από αυτές τις οποίες επιβαρύνουν.

Ο μηχανισμός της μεταβίβασης πόρων από το κοινωνικό σύνολο στις ομάδες που ευνοούνται από τα προνόμια είναι συχνά αδιαφανής. Το έλλειμμα του ΙΚΑ ανακοινώνεται κάθε χρόνο, αλλά το ‘έλλειμμα’ των συντάξεων των δημοσίων υπαλλήλων όχι. Το κόστος των προνομίων των εργαζομένων στις ΔΕΚΟ μετακυλίεται στο φορολογούμενο, αλλά και στον καταναλωτή των υπηρεσιών τους. Το ‘άνοιγμα’ μεταξύ επιτοκίου χορηγήσεων και επιτοκίου καταθέσεων έχει σωστά διαγνωσθεί ως σύμπτωμα της ολιγοπωλιακής δομής του Ελληνικού τραπεζικού συστήματος, αλλά λησμονείται ότι μέρος της ‘προσόδου’ διανέμεται στους εργαζομένους των Τραπεζών (ιδίως των κρατικών), με τη μορφή υψηλών συντάξεων σε χαμηλή ηλικία.

Άλλες φορές, η ιδιοποίηση κοινωνικών πόρων γίνεται με μια απροκάλυπτη ωμότητα που θα σόκαρε όποιον δεν έχει εξοικειωθεί καλά με τα πολιτικά ήθη της χώρας μας. Η εξαίρεση του Ταμείου Νομικών από την υποχρέωση συνεισφοράς στο Λογαριασμό Αλληλεγγύης Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης του ν.2084/92 έγινε από τη Βουλή - με διακομματική συναίνεση. Το ΤΣΜΕΔΕ, το ταμείο των μηχανικών, εισπράττει 1% της δαπάνης εκτέλεσης δημοσίων έργων με αποτέλεσμα να πρέπει τώρα να αποφασίσει εάν είναι προτιμότερο να επενδύσει τα κέρδη από τα πακέτα Ντελόρ και Σαντέρ (και τα μελλοντικά από την Ολυμπιάδα του 2004) σε δικό του νοσοκομείο, δική του τράπεζα ή σε συνδυασμό και των δύο. Το ΤΣΑΥ, το ταμείο των γιατρών, εισέπραττε μέχρι πέρυσι ένα ποσοστό της τιμής κάθε φαρμάκου, ώστε οι υψηλές συντάξεις αυτής της κατά τεκμήριο εύπορης κοινωνικής ομάδας να χρηματοδοτούνται από τους αγοραστές φαρμάκων, δηλαδή κυρίως από τους ασφαλισμένους του ΙΚΑ και του ΟΓΑ.

Όταν πέρυσι, στα πλαίσια της νέας τιμολογιακής πολιτικής για το φάρμακο, αποφασίστηκε η κατάργηση αυτής της επιβάρυνσης, το υπουργείο Οικονομικών (κέρβερος, κατά τα άλλα, του δημοσίου χρήματος) έσπευσε να αποζημιώσει το πλεονασματικό ΤΣΑΥ με μια επιχορήγηση ύψους 12 δις. δρχ., δηλ. 2,5 φορές μεγαλύτερη από την αντίστοιχη επιχορήγηση του ΙΚΑ ανά συνταξιούχο του κάθε ταμείου.

Πάνω σε αυτό το φαινόμενο που ο Maurizio Ferrera αποκαλεί ‘δημοσιονομικό σφετερισμό’ και που εμείς κατ’ ευφημισμό ονομάζουμε ‘κοινωνικούς πόρους’ λίγα έχω να προσθέσω σε αυτά που ο σημερινός πρωθυπουργός έγραφε πριν από εννέα χρόνια: ‘Το σύστημα των πολλαπλών ταμείων και κοινωνικών πόρων, το οποίο έχει ως συνέπεια να φορολογεί ο κάθε Έλληνας τους υπολοίπους και να αναδιανέμονται οι εισφορές σε όφελος της ισχυρότερης πολιτικά ομάδας, είναι ανάγκη να αντικατασταθεί’.