4 Μαρτίου 2007

Εντυπώσεις από το συνέδριο της ΠΟΣΔΕΠ

Γράφω αυτό το σύντομο σημείωμα για να ενημερώσω όσους από εσάς ενδιαφέρονται για το πώς είδα το συνέδριο της ΠΟΣΔΕΠ και τι έκανα σε αυτό, καθώς και να θέσω υπόψη σας ορισμένες σκέψεις για το μέλλον.

Κατ’ αρχήν οι αριθμοί

Στο συνέδριο ψήφισαν 203 σύνεδροι, ενώ στις διαδικασίες εκλογής αντιπροσώπων που είχαν προγηθεί υπολογίζεται ότι πήραν μέρος περίπου 3.000 μέλη ΔΕΠ σε όλη τη χώρα. Η συμμετοχή υπήρξε σημαντικά υψηλότερη από κάθε άλλη φορά.

Οι πολιτικές αποφάσεις του συνεδρίου ήταν:
- η έγκριση του απολογισμού της απερχόμενης διοίκησης (με ψήφους 118 υπέρ, 27 κατά και 16 λευκά),
- η απόρριψη του νομοσχεδίου του υπουργείου Παιδείας (με ψήφους 149 υπέρ, 5 κατά και 9 λευκά),
- η ψήφιση του προγραμματισμού δράσης, όπου η πρόταση της Συσπείρωσης πήρε τελικά 94 ψήφους, έναντι 63 της κοινής πρότασης της Πανεπιστημιακής Αναβάθμισης και της Αριστερής Μεταρρύθμισης για «ανοιχτά πανεπιστήμια», ενώ άλλοι 32 σύνεδροι (από τον χώρο της ΔΗΠΑΚ) απείχαν.

Το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας για την εκλογή νέας διοικούσας επιτροπής ήταν ως εξής:
- Συσπείρωση (πλειοψηφία ΣΥΝ) 78 σύνεδροι, 38,4%, 13 έδρες
- ΔΗΠΑΚ (ΚΚΕ) 42 σύνεδροι, 20,7%, 7 έδρες
- Πανεπιστημιακή Αναβάθμιση (ΠΑΣΟΚ) 30 σύνεδροι, 14,8%, 5 έδρες
- Αριστερή Μεταρρύθμιση (μειοψηφία ΣΥΝ) 26 σύνεδροι, 12,8%, 4 έδρες
- Ανεξάρτητοι (4 ψηφοδέλτια) 27 σύνεδροι, 13,3%, 3 έδρες

Η ψηφοφορία για την ανάδειξη νέας διοίκησης ήταν προφανώς μυστική, αλλά η υπερψήφιση του ψηφοδελτίου της ΔΗΠΑΚ από 42 συνέδρους (έναντι 32 που η ίδια η ΔΗΠΑΚ θεωρούσε ότι ελέγχει) εκτιμάται ότι οφείλεται στη μετακίνηση συνέδρων που κινούνται στο συντηρητικό χώρο. Πρόκειται για ανεπιβεβαίωτη – για την ακρίβεια, μη επιβεβαιώσιμη – εικασία, η οποία πάντως φαίνεται μάλλον εύλογη.

Στην πρώτη συνεδρίασή της, η νέα διοικούσα επιτροπή θα εκλέξει εκτελεστική γραμματεία, η οποία με τη σειρά της θα εκλέξει το προεδρείο της ΠΟΣΔΕΠ.

Μια προσωπική ματιά στα όσα διαδραματίστηκαν

Η εμπειρία της συμμετοχής μου – για πρώτη φορά – σε συνέδριο της ΠΟΣΔΕΠ ήταν μάλλον απογοητευτική. Η ποιότητα των εισηγήσεων και των τοποθετήσεων των συνέδρων μου φάνηκε κατώτερη από τις φοιτητικές συνελεύσεις της δεκαετίας του ’80 (όπως τουλάχιστον τις θυμάμαι – η μνήμη καμμιά φορά εξωραΐζει), και εν πάσει περιπτώσει δεν διέφερε πολύ από τις σημερινές φοιτητικές συνελεύσεις.

Η διαδικασία των χαιρετισμών με την οποία ξεκίνησε το συνέδριο ήταν μάλλον χαρακτηριστική του κύρους που απολαμβάνει η ομοσπονδία μας στην κοινωνία. Χαιρέτισαν: ένα μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του Συνασπισμού, ένας βουλευτής του ΚΚΕ, ένα μέλος της Γραμματείας Παιδείας του ΠΑΣΟΚ, και 5 (πέντε) εκπρόσωποι φοιτητικών παρατάξεων από όλο το φάσμα της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς. Για εκπρόσωπο της κυβέρνησης ούτε λόγος.

Επειδή ο απολογισμός της απερχόμενης διοίκησης δεν ήταν έτοιμος (...) την Παρασκευή το απόγευμα, όπως προέβλεπε το πρόγραμμα, η σχετική συζήτηση άρχισε το Σάββατο το πρωί. Η εισήγηση για τον απολογισμό είχε θριαμβολογικό χαρακτήρα, του τύπου «η αναθεώρηση του άρθρου 16 δεν πέρασε, η κυβέρνηση καθυστέρησε την κατάθεση νομοσχεδίου, το ΠΑΣΟΚ υποχρεώθηκε σε αναδίπλωση, το ενιαίο κίνημα φοιτητών-πανεπιστημιακών προελαύνει» κτλ.

Ούτε λέξη για την πολύμηνη απονέκρωση του πανεπιστημίου και τις παρενέργειές της. Ούτε λέξη για την αισθητή υποχώρηση του κύρους των πανεπιστημιακών στην κοινή γνώμη. Ούτε λέξη για τη δυσανεκτική, αντιδημοκρατική, συχνά βίαιη κουλτούρα που φαίνεται να έχει εγκατασταθεί για τα καλά στα πανεπιστήμια όλη αυτή την περίοδο και από την οποία μάλλον θα δυσκολευτούμε πολύ να απαλλαγούμε.

Αντίθετα, το συνέδριο απασχόλησε εκτενώς η αντιμετώπιση του «εσωτερικού εχθρού»[1]. Μάλιστα, παρότι ο απερχόμενος πρόεδρος κατήγγειλε απερίφραστα τους «πρόθυμους» (sic), αυτό δεν φάνηκε να ικανοποιεί επαρκώς τον εκπρόσωπο της ΔΗΠΑΚ και πλήθος συνέδρων και από τις δύο παρατάξεις της «αγωνιστικής» πλειοψηφίας (Συσπείρωση-ΔΗΠΑΚ).

Προφανώς, οι προσδοκίες τους είχαν αυξηθεί από το γεγονός ότι πριν το συνέδριο εξέχοντες εκπρόσωποι και διανοούμενοι του κλάδου είχαν με κάπως λιγότερη κομψότητα αποκαλέσει τους διαφωνούντες «επιχειρηματίες», «βαρύ όπλο της κυβέρνησης», «Κουίσλιγκ» κ.ο.κ. Εξ ού και αρκετοί στο συνέδριο απαίτησαν πιο «αποφασιστική αντιμετώπιση». Δεν διευκρινίστηκε εάν ως τρόπος αποφασιστικής αντιμετώπισης των διαφωνούντων συνίσταται το λυντσάρισμά τους από τις πιο «αγωνιστικές» μερίδες του φοιτητικού κινήματος. Οποιαδήποτε ενημέρωση επ’ αυτού θα ήταν ευπρόσδεκτη.

Έναντι όλων αυτών, και μέσα σε ένα κλίμα μάλλον δυσάρεστο, στις τρίλεπτες ομιλίες τους οι εκπρόσωποι της Πανεπιστημιακής Αναβάθμισης (Σταυρακάκης ΕΜΠ) και της Αριστερής Μεταρρύθμισης (Τσιτήλου ΦΜΣ) έθεσαν με κοσμιότητα – ίσως υπερβολική κοσμιότητα – ορισμένα από τα ζητήματα που αναφέρονται στην υποσημείωση.

Μετά τη ψηφοφορία για τον απολογισμό έχασα κάθε διάθεση να παρακολουθήσω το συνέδριο. Αποφάσισα να πάω σινεμά («Γράμματα από το Ίβο Τζίμα», παρεμπιπτόντως εξαιρετική ταινία και χρήσιμη υπενθύμιση ότι υπάρχουν και χειρότερα από το να χάνεις πανηγυρικά την ψηφοφορία για τον απολογισμό της ΠΟΣΔΕΠ). Έτσι έχασα τις ομιλίες του απογεύματος του Σαββάτου, αλλά τουλάχιστον επανήλθα με κάπως καλύτερη διάθεση την Κυριακή το πρωί.

Τι έκανα στο συνέδριο

My voting record: ψήφισα κατά του απολογισμού της απερχόμενης διοίκησης, υπέρ του ψηφίσματος κατά του νομοσχεδίου του υπουργείου Παιδείας (παρότι το ύφος του δεν ήταν του γούστου μου), υπέρ της κοινής πρότασης Πανεπιστημιακής Αναβάθμισης και Αριστερής Μεταρρύθμισης για τον προγραμματισμό δράσης. Επίσης, στη ψηφοφορία για την ανάδειξη νέας διοίκησης υπερψήφισα το ψηφοδέλτιο της Αριστερής Μεταρρύθμισης, στο οποίο άλλωστε συμμετείχα ως υποψήφιος.

Η παραπάνω στάση μου δεν μπορεί να εξέπληξε όσους γνωρίζουν τις απόψεις μου, τις οποίες ποτέ δεν κρύβω. Υποθέτω, πάντως, ότι κάποιοι από όσους με ψήφισαν στις πρόσφατες εκλογές του συλλόγου του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών μπορεί όντως να μην τις γνώριζαν. Ελπίζω να μην αισθάνονται ότι πρόδωσα την εμπιστοσύνη τους. Αν ναι, θα μπορέσουν να επανορθώσουν όταν (εάν) μου έλθει ξανά η φαεινή ιδέα να θέσω υποψηφιότητα για να τους εκπροσωπήσω.

Πάντως, θα ήθελα να ξεκαθαρίσω ότι δεν έχω σκοπό να αναμειχθώ ενεργά στα κοινά το επόμενο διάστημα. Αφενός, η ενασχόλησή μου με τα πανεπιστημιακά θέματα τις τελευταίες εβδομάδες και η παρακολούθηση των συνεδριάσεων της Συγκλήτου από την αρχή του χρόνου με έχει εξαντλήσει. Αφετέρου, σε λίγους μήνες κρίνομαι για μονιμότητα και θα ήθελα να αφιερώσω περισσότερο χρόνο στην προετοιμασία δημοσιεύσεων.

Τι να κάνουμε;

Εάν μου επιτρέπετε, μια εκτίμηση για το μέλλον. Πιστεύω ότι από τη σημερινή πλειοψηφία της ΠΟΣΔΕΠ λίγα πράγματα μπορούν να περιμένουν όσοι δεν εκφράζονται ήδη σε αυτήν. Η μεν Συσπείρωση εκφράζει με τον πιο αυθεντικό τρόπο τη διολίσθηση της μεγαλύτερης μερίδας του Συνασπισμού στο μείγμα νεοσταλινισμού και «κινηματικού» ριζοσπαστισμού, με άνοιγμα στο χώρο της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, κάλυψη των ακραίων εκδηλώσεων φοιτητικών ομάδων τύπου ΕΑΑΚ κτλ. Η δε ΔΗΠΑΚ εκφράζει με σχεδόν κωμικό τρόπο την οπισθοχώρηση του ΚΚΕ (ούτως ή άλλως το πιο καθυστερημένο ΚΚ της δυτικής Ευρώπης ανέκαθεν) σε θέσεις της δεκαετίας του ’50 και νωρίτερα – βλ. την παραληρηματική τοποθέτηση του βασικού εκπροσώπου της ΔΗΠΑΚ υπέρ των θεωριών του Λυσένκο για την καλλιέργεια σιταριού στον αρκτικό κύκλο, οι οποίες είχαν καταγγελθεί ως αντιεπιστημονικές ακόμη και στη Σοβιετική Ένωση την εποχή της αποσταλινοποίησης. Αυτή η συμμαχία σταλινικών και νεοσταλινικών, που θα δώσει τον τόνο των θέσεων του κλάδου τουλάχιστον έως το επόμενο συνέδριο, δεν ενδιαφέρεται να ακούσει τις απόψεις των υπολοίπων – έχει ήδη ξεμπερδέψει με αυτούς, θεωρώντας τους συλλήβδην «πρόθυμους», «επιχειρηματίες», «Κουίσλιγκ» κτλ.

Θεωρώ ότι η επικράτηση αυτής της συμμαχίας, παρά την μάλλον αυθόρμητη και αναγκαστικά ερασιτεχνική κινητοποίηση ευρύτερων δυνάμεων την τελευταία στιγμή, δεν αντανακλά τις διαθέσεις της πλειοψηφίας των πανεπιστημιακών, αλλά μόνο αυτές ενός καλά οργανωμένου τμήματος όσων συμμετέχουν στις διαδικασίες των συλλόγων. Οι υπόλοιποι έχουν δύο επιλογές. Όσοι δεν ενοχλούνται πολύ να εκπροσωπούνται από τη σημερινή πλειοψηφία της ΠΟΣΔΕΠ (ή όσοι, βάσει κάποιου περίπλοκου υπολογισμού, θεωρούν ότι πολιτικά ευνοούνται από την μακροημέρευση της πλειοψηφίας αυτής) μπορούν κάλλιστα να εξακολουθούν να μην συμμετέχουν. Όσοι, αντίθετα, πιστεύουμε ότι χρειαζόμαστε ένα συνδικάτο που να ακούει τις απόψεις όλων των πανεπιστημιακών, που να αποδέχεται την ανάγκη για μεταρρυθμίσεις και να είναι διατεθειμένο να συμβάλλει δημιουργικά στη συζήτηση για τη διαμόρφωσή τους, θα πρέπει μάλλον να συμβιβαστούμε με την ιδέα ότι χωρίς την κάπως ενεργότερη συμμετοχή μας στα κοινά του πανεπιστημίου κάτι τέτοιο δεν πρόκειται να συμβεί ποτέ.

[1] Σημείωση για όσους δεν κατέχουν τη σταλινική ιδιόλεκτο. Ο όρος «εσωτερικός εχθρός» χρησιμοποιείται για να περιγράψει όσους από εμάς δεν συμμερίζονται τη σοφία της τακτικής «απεργία διαρκείας / καταλήψεις διαρκείας», ανησυχούν για τα κρούσματα βίας και την ατμόσφαιρα ανελευθερίας που έχει επικρατήσει τελευταία στα πανεπιστήμια, δεν απορρίπτουν εκ προοιμίου τη δυνατότητα θετικών αλλαγών με διάλογο μέσα στους θεσμούς του πανεπιστημίου και της πολιτείας – και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, έχουν επί πλέον το «θράσος» να το δηλώνουν ανοιχτά, είτε υπογράφοντας την «Διακήρυξη πανεπιστημιακών υπέρ της μεταρρύθμισης του νόμου-πλαίσιο για τα ΑΕΙ», ή το κείμενο «Μεταρρύθμιση για την αναβάθμιση του Πανεπιστημίου με πυξίδα την κοινή λογική», ή την πρόταση νόμου του ομίλου «Αριστερά Σήμερα», είτε παρακολουθώντας τις συζητήσεις που διοργανώνει η Πρωτοβουλία «Μεταρρύθμιση για την Αναβάθμιση του Δημόσιου Πανεπιστημίου» κτλ.