17 Σεπτεμβρίου 2015

Φλερτάροντας με την εκτροπή

Δημοσιεύτηκε στην «Athens Voice» (Πέμπτη 17 Σεπτεμβρίου 2015)

Η πλήρης και άνευ όρων συνθηκολόγηση του Αλέξη Τσίπρα στις απαιτήσεις των δανειστών ήταν νίκη για τη χώρα και ήττα για τον ΣΥΡΙΖΑ.

Νίκη για τη χώρα, αφού αποφύγαμε – προσωρινά, έστω – την οριστική απομάκρυνσή μας από την Ευρώπη, και τον μόνιμο υποβιβασμό μας στην κατηγορία των Βαλκανίων και της Μέσης Ανατολής.

Ήττα για το ΣΥΡΙΖΑ αφού με την υπογραφή της συμφωνίας έσκασε η «φούσκα» που έφερε το κόμμα αυτό από το περιθώριο της πολιτικής ζωής στην εξουσία (μαζί με τους ακροδεξιούς συμμάχους του). Η πρόσφατη διάσπαση είναι το πρώτο σύμπτωμα αυτής της ήττας. Έπονται άλλα.

Οι δημαγωγικές ανοησίες που τόσο πολύ άρεσαν σε τόσο πολύ κόσμο – ότι το Μνημόνιο σκίζεται από έναν πρωθυπουργό (αρκεί να μην είναι «δοσίλογος»), ότι η λιτότητα καταργείται με έναν και μόνο νόμο, ότι ο Schäuble τρέμει μην τυχόν και φύγει η Ελλάδα από το ευρώ, ότι ο Πούτιν (και οι Κινέζοι, και οι διάδοχοι του Τσάβες) είναι έτοιμοι να μας χαρίσουν δισεκατομμύρια ή έστω να μας δανείσουν με καλύτερους όρους – αποδείχθηκαν αυτό που ήταν από την αρχή: παραμύθια.

Επικίνδυνα παραμύθια όμως. Ως πρωθυπουργός ο Αλέξης Τσίπρας δεν ευθύνεται μόνο για τις καταστροφικές επιλογές προσώπων, τύπου Βαρουφάκη ή Κωνσταντοπούλου, που σήμερα έχουν αποχωρήσει (όπως λέει το νέο βολικό παραμύθι που προσπαθεί να πουλήσει).

Ευθύνεται επίσης γιατί έκανε Υπουργό Άμυνας τον Καμμένο, ο οποίος λίγες μέρες πριν το δημοψήφισμα έφτασε στο σημείο να δηλώσει ότι «Οι Ένοπλες Δυνάμεις της χώρας διασφαλίζουν τη σταθερότητα στο εσωτερικό» χωρίς ο αριστερός μας πρωθυπουργός που στεκόταν δίπλα του να αισθανθεί την παραμικρή ενόχληση.

Ευθύνεται γιατί έκανε ΥΠΕΞ τον Κοτζιά, τον θεωρητικό της «πατριωτικής αριστεράς» και της δήθεν διεθνούς συνωμοσίας που δήθεν έκανε την χώρα μας «αποικία χρέους», που από υμνητής του Γιαρουζέλσκι και του Μπρέζνιεφ μεταλλάχθηκε σε υμνητή του Πούτιν, διατηρώντας ως κοινό παρονομαστή το μίσος για τις δυτικές δημοκρατίες.

Αλλά ο Τσίπρας ευθύνεται και για την περιφρόνησή του στους δημοκρατικούς κανόνες, με τα καθημερινά διαγγέλματά του και τις άλλες αλχημείες που έκαναν το Συμβούλιο της Ευρώπης 41 χρόνια μετά την πτώση της δικτατορίας να ξανασχοληθεί με τη δημοκρατία στην Ελλάδα.

Ευθύνεται, τέλος, για τον βαθύ αντιευρωπαϊσμό του, για τα δουλοπρεπή ανοίγματα στον Πούτιν, με αποκορύφωμα τη δήλωσή του «Είμαστε λαός της θάλασσας που δεν φοβάται να ανοιχτεί σε μεγάλα πελάγη, σε καινούργιες θάλασσες, προκειμένου να φτάσουμε σε νέα και πιο ασφαλή λιμάνια» στην Αγία Πετρούπολη λίγο προτού προκηρύξει το μοιραίο δημοψήφισμα.

Όλα αυτά οι δημοκρατικοί πολίτες δεν μπορούν να τα ξεχάσουν. Όπως δεν μπορούν να ξεχάσουν την εμπρηστική ρητορική της περιόδου 2010-2014, το κήρυγμα μίσους («δοσίλογοι», «προδότες», «γερμανοτσολιάδες»), το τοξικό δηλητήριο που χύθηκε με ψυχρό υπολογισμό και σε τεράστιες δόσεις από πάνω προς τα κάτω (από τα μπαλκόνια και από τα μικρόφωνα στις πλατείες και στους δρόμους). Το δηλητήριο αυτό εξακολουθεί ακόμη και σήμερα να κυλά στις φλέβες της κοινωνίας και να την διχάζει.

Απλά «λάθη» είναι όλα αυτά; Ή μήπως ανοιχτά φλερτ με την εκτροπή, από το δημοκρατικό καθεστώς και τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας – και μάλιστα φλερτ που παρά λίγο να ολοκληρωθούν; Φοβάμαι το δεύτερο. Πίσω από τον τρόπο που πολιτεύτηκε ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται ένα ολόκληρο σύνολο αντιλήψεων και νοοτροπιών, οι οποίες συνιστούν τον σκληρό πυρήνα της πολιτικής συγκρότησης του ΣΥΡΙΖΑ και της ηγετικής του ομάδας. Με ή χωρίς Λαφαζάνη.

Λένε μερικοί: «Ας τα αφήσουμε αυτά. Το θέμα είναι τώρα τι κάνουμε».

Συμφωνώ. Η χώρα δεν πρόκειται να βγει από την κρίση εάν πρώτα δεν αλλάξει σελίδα. Εάν δεν αποκατασταθεί η ομαλότητα. Εάν δεν καταλαγιάσουν τα πολιτικά πάθη, εάν δεν απομονωθούν οι ακραίες φωνές.

Μόνο που για να γυρίσουμε σελίδα θα πρέπει να διδαχθούμε από όσα συνέβησαν τα τελευταία 5 χρόνια, όχι απλώς να τα ξεχάσουμε. Θα πρέπει όσοι ευθύνονται για τον διχασμό να αναγνωρίσουν την ευθύνη τους. Και μετά να προσπαθήσουν να πείσουν τους πολίτες ότι έχουν αλλάξει μυαλά. Με πράξεις, όχι με λόγια.

Διαφορετικά, η συνεργασία στην οποία θα στηρίζεται η επόμενη κυβέρνηση δεν θα είναι ειλικρινής. Και για αυτό δεν θα μπορέσει να μακροημερεύσει, ούτε φυσικά να πετύχει κάτι αξιόλογο.
Και τότε βέβαια θα ξαναμπούμε στη δίνη από την οποία σήμερα προσπαθούμε να βγούμε: πολιτική αστάθεια, οικονομική παράλυση, κοινωνική τελμάτωση, σενάρια GREXIT.

Για αυτό λοιπόν: Συμφιλίωση, ναι. Λήθη, όχι.