Δημοσιεύθηκε στο ενημερωτικό δελτίο του «K Report» (Τετάρτη 28 Δεκεμβρίου 2022).
28 Δεκεμβρίου 2022
Πρόσφατες επιδόσεις και άμεσες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας
Δημοσιεύθηκε στο ενημερωτικό δελτίο του «K Report» (Τετάρτη 28 Δεκεμβρίου 2022).
24 Δεκεμβρίου 2022
Small antidotes to existential angst
Οriginally published in Greek in Kathimerini (24 December 2022) under the title "Partying in Kyiv".
Wasn’t it Alki Zei, the novelist, who’d said “The best parties in Athens took place during the Occupation”? That was definitely not the selfish reaction of an unreflective individual, who turned in on herself while all around her fell apart; only the vital urge of a young woman in love (she had just met Giorgos Sevastikoglou, her lifetime companion), who drew strength from the certainty that she did the right thing (she had already joined the Resistance), and resolved to live every day to the full, knowing it could be her last.
That phrase came to mind as I read of the parties thrown in Kyiv and Lviv. With power from makeshift generators, and no heating, dancing with determination, waiting for the next bomb. Knowing that free men and women around the world admire them, cheer their military successes, and pin their hopes on their perseverance, until the end of the nightmare. It’s the human condition: we lick our wounds, count our losses, and push on. What else can one do?
Is it morally suspect of us western Europeans to watch a terrible war unfold as if it were a spectacle, from our warm home, with our beloved ones nearby and safe? It can be – unless we too are prepared to do the right thing: keep our calm about the rising cost of energy, treat compassionately Ukrainian (and other) refugees, send our governments the signal that we too will persevere, until the end of the nightmare.
Meanwhile, the spectacle par excellence for me and many other people around the world had already been stained by reports of thousands of migrant workers losing their lives to build Qatar’s stadiums before the bribing scandal at the European Parliament, involving MEPs from my adopted as well my actual country, from a political family close to mine (how many more trials does this life have in store for me?)
And yet, amidst the gloom, how many of us, against their better judgement, did not feel gradually engrossed in the childish excitement of a tense, closely contested football match? For 90 or 120 minutes (plus injury time) we forgot the war, climate change, the vulgarity of much of public life, the mediocrity of most of its protagonists, and geared up to applaud a great goal, or to regret a lost penalty, by a random millionaire from a faraway country.
Or to share the joy of those who cheered their own country’s victories, like the Moroccans who celebrated in the streets of Milan, children sitting on their shoulders, holding hands with their women, them wearing headscarf or lipstick and light makeup (or all of these at once), for a night of pure bliss, and then another, on top of the world.
Or to laugh with the near triumph of Ghana’s forward, by the name of Inaki Williams, who in the tenth minute of injury time, lurking behind the post with deadly intent, as Portugal goalkeeper Diogo Costa, oblivious to his presence, dropped the ball in front of him, darted forward, stole the ball, only to slip as he turned to score an easy goal, missing the chance to become a national hero, but not before giving a few million people around the world the gift of a few seconds of authentic joy, taking them back to the time when, sweaty and bruised, carefree and unsuspecting, they chased a ball on a dusty field for hours on end.
Οι μικρές απολαύσεις αντίδοτο στην υπαρξιακή αγωνία
Δημοσιεύτηκε στην «Καθημερινή» (Σάββατο 24 Δεκεμβρίου 2022) με τίτλο «Πάρτυ στο Κίεβο».
Η Άλκη Ζέη δεν είχε γράψει ότι «τα καλύτερα πάρτυ γίνονταν στη διάρκεια της Κατοχής»; Δεν επρόκειτο για εγωιστική αντίδραση αστόχαστου ανθρώπου, που κλείνεται στον εαυτό του ενώ έξω όλα καταρρέουν. Αλλά για τη ζωτική ανάγκη ενός νεαρού ερωτευμένου κοριτσιού (εκείνη την εποχή γνωρίζει τον Γιώργο Σεβαστίκογλου, σύντροφο μιας ζωής), που αντλεί δύναμη και γαλήνη από τη συνείδηση ότι κάνει αυτό που πρέπει (έχει ήδη προσχωρήσει στην Αντίσταση), και αποφασίζει να ζήσει έντονα κάθε μέρα, γνωρίζοντας ότι μπορεί να είναι η τελευταία.
Αυτή η φράση και αυτή η ιστορία μου ήρθε στο μυαλό διαβάζοντας για τα πάρτυ των κατοίκων του Κιέβου και του Λβυβ. Με ρεύμα από γεννήτριες, χωρίς θέρμανση, χορεύοντας με πείσμα, περιμένοντας την επόμενη βόμβα. Γνωρίζοντας ότι οι ελεύθεροι άνθρωποι όλου του κόσμου τους θαυμάζουν, πανηγυρίζουν για τις επιτυχίες τους, και προσεύχονται να αντέξουν, μέχρι το τέλος του εφιάλτη. Είναι η ανθρώπινη συνθήκη: γλύφουμε τις πληγές μας, μετράμε τις απώλειες μας, και προχωράμε, προσπαθώντας κάθε φορά να κάνουμε το σωστό. Τι άλλο μπορούμε να κάνουμε;
Είναι ηθικά αμφίβολη η στάση μας αυτή, να παρακολουθούμε έναν ακόμη φριχτό πόλεμο σαν να είναι ψυχαγωγικό θέαμα, από το ζεστό μας σπίτι, με τους αγαπημένους μας κοντά μας και ασφαλείς; Ναι είναι – εκτός εάν είμαστε έτοιμοι να κάνουμε και εμείς το σωστό, τηρουμένων των πολλών αναλογιών: κάνοντας υπομονή για το ρεύμα που ακρίβυνε, συμπεριφερόμενοι ανθρώπινα στους Ουκρανούς (και στους άλλους) πρόσφυγες, και στέλνοντας στις κυβερνήσεις που μας εκπροσωπούν το σινιάλο ότι είμαστε και εμείς έτοιμοι να αντέξουμε, μέχρι το τέλος του εφιάλτη.
Εν τω μεταξύ, το κατ’ εξοχήν ψυχαγωγικό θέαμα, για μένα και εκατομμύρια άλλους ανθρώπους σε όλο τον κόσμο, είχε από καιρό λεκιαστεί ανεξίτηλα, από την είδηση των χιλιάδων μεταναστών εργατών χωρίς δικαιώματα που έχασαν τη ζωή τους χτίζοντας τα γήπεδα όπου παίζεται το Μουντιάλ του Κατάρ. Ήδη προτού ξεσπάσει το σκάνδαλο χρηματισμού στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, και μάλιστα με πρωταγωνιστές πολιτικούς από τις δύο πατρίδες μου, και μάλιστα από συγγενική μου πολιτική οικογένεια (πόσες ακόμη δοκιμασίες μου επιφυλάσσει αυτή η ζωή;)
Και όμως, μέσα σε αυτό το ζόφο, πόσοι από εμάς δεν ένιωσαν, σχεδόν παρά τη θέλησή τους, να βυθίζονται σταδιακά στην παιδιάστικη απόλαυση ενός συναρπαστικού, αμφίρροπου αγώνα; «Τα λεπτά κυλούν, η αγωνία κορυφώνεται» - και για 90 ή 120 λεπτά (συν τις καθυστερήσεις) ξεχνάμε τον πόλεμο, την κλιματική αλλαγή, τη χυδαιότητα της δημόσιας ζωής, την ευτέλεια κάποιων πρωταγωνιστών της, και ετοιμαζόμαστε πάλι να πανηγυρίσουμε ένα γκολ, ή να λυπηθούμε για ένα χαμένο πέναλτυ, κάποιου άγνωστου σε εμάς εκατομμυριούχου από κάποια μακρινή χώρα.
Ή να μοιραστούμε τη χαρά όσων πανηγυρίζουν τις επιτυχίες της δικής τους χώρας, όπως οι Μαροκινοί του Μιλάνου, που βγήκαν με τις σημαίες τους, με τις καραμούζες τους, με τα παιδιά τους στους ώμους, κρατώντας από το χέρι τις γυναίκες τους, με μαντήλα ή με κραγιόν και ελαφρύ μακιγιάζ (ή με όλα αυτά μαζί και ταυτοχρόνως), για μια νύχτα, και μετά άλλη μια, στην κορυφή του κόσμου: έρχονται άλλες εποχές.
Ή να γελάσουμε με το ημιτελές κατόρθωμα του επιθετικού της Γκάνας (Ινάκι Γουίλλιαμς το όνομά του), που στο δέκατο λεπτό των καθυστερήσεων του αγώνα με την Πορτογαλία κρύφτηκε πίσω από το δοκάρι, σαν τίγρης σε θανάσιμη ενέδρα, και όταν ο αντίπαλος τερματοφύλακας άφησε τη μπάλα στο χόρτο, τινάχτηκε μπροστά, του την έκλεψε, στράφηκε για να την σπρώξει στο άδειο τέρμα – και γλύστρησε, χάνοντας τη μεγάλη ευκαιρία να γίνει εθνικός ήρωας, έχοντας όμως προηγουμένως χαρίσει σε μερικά εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο λίγα δευτερόλεπτα αυθεντικής χαράς, ταξιδεύοντάς τους στα χρόνια που ιδρωμένοι και γρατζουνισμένοι, ξένοιαστοι και ανυποψίαστοι, έτρεχαν ώρες ατέλειωτες πίσω από μια μπάλα σε μια σκονισμένη αλάνα.
2 Δεκεμβρίου 2022
No, l’Europa sociale non è un miraggio
10 Νοεμβρίου 2022
Η ελληνική οικονομία χρειάζεται μια αναπτυξιακή κοινωνική πολιτική
Άρα, ωφελεί την οικονομία ένα μικρότερο κοινωνικό κράτος; Η διεθνής εμπειρία δείχνει πως όχι. Ανάμεσα στις δυναμικότερες οικονομίες του κόσμου φιγουράρουν χώρες με υψηλή φορολογία και ρωμαλέο σύστημα κοινωνικής προστασίας. Και αντιστρόφως: στις φτωχότερες χώρες του κόσμου η φορολογία είναι χαμηλή και η κοινωνική προστασία υποτυπώδης.
Η χώρα μας φτώχυνε πολύ την περασμένη δεκαετία, και η κοινωνική δαπάνη συρρικνώθηκε. Αυτό που χρειαζόμαστε τώρα δεν είναι ούτε μειώσεις φόρων, ούτε μέτρα αναστήλωσης του κοινωνικού κράτους που μας οδήγησε στη χρεωκοπία (όπως γίνεται με την ακύρωση των περικοπών συντάξεων των Μνημονίων). Αυτό που χρειάζεται η ελληνική οικονομία είναι μια αναπτυξιακή κοινωνική πολιτική.
Μερικά παραδείγματα:
Ένα καλοσχεδιασμένο επίδομα ανεργίας βοηθά τη σωστή αντιστοίχιση ανέργων και κενών θέσεων ανεργίας. (Ο Χριστόφορος Πισσαρίδης κέρδισε το Βραβείο Νόμπελ για τη δουλειά του στο πρόβλημα των «τριβών αντιστοίχισης».) Όμως στη χώρα μας η συντριπτική πλειοψηφία των ανέργων δεν δικαιούται κανένα επίδομα.
Η δημιουργία ενός δικτύου δωρεάν βρεφονηπιακών σταθμών για όλα τα παιδιά προσχολικής ηλικίας σε δωρεάν βρεφονηπιακούς σταθμούς είναι η καλύτερη επένδυση που υπάρχει. (Ο James Heckman, κάτοχος του Βραβείου Νόμπελ, υπολόγισε ότι η ετήσια απόδοση της δημόσιας δαπάνης, εάν συνυπολογιστούν όλα τα μελλοντικά οφέλη, είναι της τάξης του 13%.) Όμως στη χώρα μας το ποσοστό κάλυψης των βρεφονηπιακών σταθμών είναι πολύ κάτω του ευρωπαϊκού μέσου όρου.
Η αναβάθμιση του αναπτυξιακού μοντέλου της ελληνικής οικονομίας είναι απλώς ανέφικτη χωρίς αναβάθμιση των δεξιοτήτων των εργαζομένων και των ανέργων - και των επιχειρηματιών! Όμως η χώρα μας σημειώνει τραγικές επιδόσεις: σύμφωνα με την τελευταία έρευνα PIAAC του ΟΟΣΑ, στην Ελλάδα το 18,6% των αποφοίτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ηλικίας 20-34 ετών είναι λειτουργικά αναλφάβητοι («στερούνται βασικών δεξιοτήτων κατανόησης κειμένου, αριθμητικής, και επίλυσης προβλημάτων»).
Η επένδυση στο ανθρώπινο κεφάλαιο (με προσχολική αγωγή για όλα τα πιτσιρίκια, σχολικά γεύματα για όλους τους μαθητές, καλή περίθαλψη για όλους τους πολίτες, διά βίου μάθηση για όλους τους εργαζόμενους, ανέργους και επιχειρηματίες) είναι το κλειδί για την επιτάχυνση της βιώσιμης ανάπτυξης.
26 Σεπτεμβρίου 2022
Η «διάβρωση της μεσαίας τάξης» πίσω από το εκλογικό αποτέλεσμα στην Ιταλία;
Η νίκη της Δεξιάς στις χθεσινές εκλογές στην Ιταλία είχε προαναγγελθεί τόσο καθαρά από τις δημοσκοπήσεις (και τον «σφυγμό» της κοινής γνώμης) που η επόμενη μέρα προδιαγράφεται το ίδιο υποτονική όπως όλες οι προηγούμενες.
Σημάδι της υποτονικότητας το ρεκόρ αποχής: 36% όσων είχαν δικαίωμα ψήφου έμειναν στο σπίτι τους, έναντι 27% το 2018.
Όπως αναμενόταν, ο συνασπισμός της Κεντροδεξιάς επικράτησε καθαρά (43,9%) έναντι εκείνου της Κεντροαριστεράς (26,5%), χωρίς πάντως να κερδίζει τα δύο τρίτα των εδρών που θα του επέτρεπαν να αλλάξει το Σύνταγμα, όπως τουλάχιστον φαίνεται μέχρι στιγμής.
Όπως μεταδίδουν τα ειδησεογραφικά πρακτορεία, οι πρώτοι που συνεχάρησαν τους νικητές ήταν οι πρωθυπουργοί της Πολωνίας και της Ουγγαρίας.
Σε επίπεδο κομμάτων, οι πρώην νεοφασίστες της Τζόρτζια Μελόνι (26,3%) άφησαν σε απόσταση το Δημοκρατικό Κόμμα του Ενρίκο Λέττα (19,3%). Στο εσωτερικό της Κεντροδεξιάς, η λεπενική (και φιλοπουτινική) Λέγκα του Ματτέο Σαλβίνι καταποντίστηκε (8,9%), η Φόρτσα Ιτάλια του Σίλβιο Μπερλουσκόνι συγκράτησε τον κύριο όγκο των δυνάμεών της (8,0%). Εκτός των δύο συνασπισμών, το Κίνημα Πέντε Αστέρων υπό την ηγεσία του πρώην πρωθυπουργού Τζουζέπε Κόντε ξεπέρασε τις προσδοκίες (15%), ενώ το κεντρώο σχήμα των Κάρλο Καλέντα και Ματτέο Ρέντσι που φιλοδοξούσε να αναδειχθεί σε Τρίτο Πόλο έμεινε τέταρτο (7,8%).
Στις μονοεδρικές περιφέρειες (λίγο πάνω από το ένα τρίτο όλων των εδρών), ο χάρτης βάφτηκε μπλε, με λίγες κόκκινες νησίδες στην Εμίλια-Ρομάνια και στην Τοσκάνη, και ακόμη πιο λίγες κίτρινες (Κ5Α) στην Απουλία και στην Καμπανία.
Στις μικρότερες εκλογικές περιφέρειες, όπου βουλευτές και γερουσιαστές εκλέγονται με απλή αναλογική (εάν το κόμμα τους περάσει το 3%), η εκλογική γεωγραφία παρουσιάζει ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Στο κοσμοπολίτικο και δυναμικό Μιλάνο, η Κεντροδεξιά (34%) ηττήθηκε από την Κεντροαριστερά (38%), ενώ οι Καλέντα-Ρέντσι διπλασίασαν το εθνικό ποσοστό τους (16%). Αντίθετα, 770 χιλιόμετρα νοτιότερα, στη Νάπολι, όπου οι βασικοί εργοδότες είναι το Δημόσιο και η Καμόρρα, η Κεντροδεξιά έμεινε στο 21% και η Κεντροαριστερά στο 24%, ενώ το Κίνημα Πέντε Αστέρων θριάμβευσε (43%). Το μυστικό της δημοτικότητας του Κόντε, τον οποίο οι Ναπολιτάνοι υποδέχθηκαν περίπου σαν να ήταν ο μικρός αδελφός του Μαραντόνα, είναι το λαοφιλές «Εισόδημα του Πολίτη», που δίνει μέχρι 780 ευρώ το μήνα σε όσους δεν διαθέτουν (δηλωμένα) εισοδήματα. Ο σοφός Μάριο Ντράγκι είχε αναγνωρίσει ότι το «Εισόδημα του Πολίτη» συνιστούσε βήμα εξευρωπαϊσμού της ιταλικής πολιτικής κατά της φτώχειας, επέμενε όμως ότι έχρηζε επείγοντος ανασχεδιασμού. Μια τέτοια διάκριση παραείναι λεπτή για την Κεντροδεξιά, που έχει υποσχεθεί ότι θα το καταργήσει.
Σύμφωνα με την ανάλυση του Federico Fubini, οικονομικού συντάκτη της Corriere della sera, το εκλογικό αποτέλεσμα αντανακλά την παρακμή της μεσαίας τάξης σε μια στάσιμη οικονομία. Η ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ τόνωσε την αξία των περιουσιακών στοιχείων, και κατά συνέπεια τα εισοδήματα όσων διαθέτουν περιουσία, κινητή και ακίνητη. Στην άλλη άκρη της εισοδηματικής κατανομής, το «Εισόδημα του Πολίτη» βελτίωσε τη θέση των φτωχών. Οι υπόλοιποι έμειναν πίσω. Η παρακμή της μεσαίας τάξης συμπαρέσυρε το Κέντρο, η κοινωνική πόλωση ενίσχυσε την εκλογική.
Τι θα γίνει τώρα; Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Σέρτζιο Ματαρέλλα θα δώσει εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στη 45χρονη Τζόρτζια Μελόνι, που όταν γίνει πρωθυπουργός θα είναι η πρώτη γυναίκα στην ιστορία της χώρας. (Στο νεαρόν της ηλικίας την είχε ξεπεράσει ο Ματτέο Ρέντσι, ο οποίος το 2014 ήταν 39 ετών.)
Κατά τα άλλα, αντίθετα με ό,τι είχε συμβεί το 2018, όταν κυβέρνηση είχαν σχηματίσει η Λέγκα και το Κίνημα Πέντε Αστέρων, και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Σέρτζιο Ματαρέλλα είχε αναγκαστεί να βάλει βέτο στην επιλογή για τη θέση του υπουργού οικονομικών ενός οπαδού της εξόδου της Ιταλίας από το ευρώ, οι αγορές έχουν προεξοφλήσει τις εξελίξεις: το περιθώριο κινδύνου (spread) στα ιταλικά ομόλογα έχει ήδη αυξηθεί, και δεν προβλέπεται να αυξηθεί άλλο βραχυπρόθεσμα. Σε λίγους μήνες όμως, όταν η ΕΚΤ αρχίσει να εκχωρεί ομόλογα, το δυσθεώρητο χρέος της Ιταλίας (2 τρις 770 δις ευρώ, περίπου 15 φορές το ΑΕΠ της Ελλάδας) θα ξαναμπεί στο μικροσκόπιο των αγορών, που ως γνωστόν έχουν την τάση να υπεραντιδρούν σε ο,τιδήποτε εκλαμβάνουν ως απειλή στη δανειοληπτική ικανότητα των κυβερνήσεων. Η συνέχεια αναμένεται με ενδιαφέρον.
25 Σεπτεμβρίου 2022
Η Ιταλία μπροστά στις κάλπες
Δημοσιεύτηκε στην «Καθημερινή» (Κυριακή 25 Σεπτεμβρίου 2022).
22 Σεπτεμβρίου 2022
Ενότητα και εξιλέωση
Δημοσιεύθηκε ως ανάρτηση στο fb (Πέμπτη 22 Σεπτεμβρίου 2022).
Ευχαριστώ τον Νίκο Μπίστη για την αναφορά του στο άρθρο μου, και στη συζήτησή μας στο περιθώριο της παρουσίασης του ωραίου βιβλίου του Γιάννη Μπαλαμπανίδη "Οι ιδέες της προόδου και της συντήρησης: Δοκίμιο για την πολιτική σε ρευστούς καιρούς" (εκδόσεις Πόλις).
Είναι ενδιαφέρουσα η αναφορά του Νίκου Μπίστη στη "λήθη", που φυσικά θυμίζει το σύνθημα του Κέντρου (κυρίως) την πρώτη μετεμφυλιακή περίοδο.
Η χώρα μας βίωσε μια βαθιά διαίρεση την προηγούμενη δεκαετία, και τώρα προσπαθεί να γιατρέψει τις πληγές της. Για να συμβεί αυτό, η πρώτη προϋπόθεση είναι να πέσουν οι τόνοι. (Ας είναι αυτή η ανταλλαγή απόψεων, και ελπίζω και τα σχόλια όσων μπουν στον κόπο να σχολιάσουν, μια συμβολή σε αυτό.)
Η δεύτερη προϋπόθεση είναι η ειλικρινής αυτοκριτική όλων των πλευρών. Φοβάμαι ότι αυτό, όπως σημείωσε και ο Παντελής Καψής στη δική του ανάρτηση, σημαίνει πριν από κάθε τι άλλο, αυτοκριτική του ΣΥΡΙΖΑ, αφού η διχαστική ρητορική, η απαξίωση του αντιπάλου, τα "Ή εμείς ή αυτοί", από αυτό το κόμμα προήλθαν.
Δεν εκπροσωπώ παρά μόνο τον εαυτό μου - και αυτόν όχι πάντα, όπως θα έλεγε ο Μαρξ (Γκράουτσο) - αλλά για μένα το ζητούμενο δεν είναι η ευκαιριακή ενότητα της αριστεράς και της κεντροαριστεράς εν όψει των εκλογών ή και μετά. Στην ισπανική Δεύτερη Δημοκρατία (1931-1936), η ενότητα αυτή ήταν ευρύτατη: από τους αναρχικούς έως τους ρεπουμπλικάνους, συστρατεύθηκαν όλοι στο Λαϊκό Μέτωπο - όμως η χώρα βυθίστηκε στο μίσος, και τελικά οδηγήθηκε σε εμφύλιο πόλεμο.
Συνεπώς, το ζητούμενο (πάντα για μένα) είναι πώς θα αποκατασταθεί ένα κλίμα συνεννόησης των πολιτικών δυνάμεων, για τα πολλά που έμειναν άλυτα μετά την κρίση, και για τα δύσκολα που έρχονται. Και κάτι τέτοιο μου φαίνεται δύσκολο χωρίς την "εξιλέωση" του ΣΥΡΙΖΑ. (Και, στη συνέχεια, χωρίς την απομόνωση των ακραίων φωνών στη ΝΔ.)
Είμαι βέβαιος ότι οι σκεπτόμενοι άνθρωποι στο χώρο αυτό (και στους άλλους χώρους) καταλαβαίνουν τι εννοώ.
17 Σεπτεμβρίου 2022
Η ιταλική Δεξιά ετοιμάζεται να κυβερνήσει
1 Σεπτεμβρίου 2022
«Εξοδόχαρτο»
Δημοσιεύθηκε ως πρόλογος στο βιβλίο του Βαγγέλη Σιαφάκα «Εξοδόχαρτο / Μοναστηράκι» (εκδόσεις «Πόλις», Σεπτέμβριος 2022).
Τα κείμενα που απαρτίζουν το «Εξοδόχαρτο» του Βαγγέλη Σιαφάκα είχαν κάνει μεγάλη εντύπωση στον κύκλο των αναγνωστών του από την αρχή, όταν τα δημοσίευε ένα-ένα στο fb, τους μήνες του εγκλεισμού, από τα μέσα του 2020 έως τα μέσα του 2021. Υπήρξα ένας από εκείνους που τον ενθάρρυναν να τα δημοσιεύσει σε βιβλίο. Με μοναδικό προσόν αυτό, βρέθηκα να το προλογίζω.
Ο λόγος που είχα
σκεφτεί ότι αυτά τα κείμενα πρέπει να κυκλοφορήσουν σε βιβλίο δεν είναι (τόσο) ότι
για τους ανθρώπους μιας κάποιας ηλικίας ο τυπωμένος λόγος έχει πάντοτε μεγαλύτερη
αξία από τα έπεα πτερόεντα του ψηφιακού. Είναι ότι μου είχαν φανεί «μικρά
κοσμήματα», πρωτότυπα και απολαυστικά, με πρώτες ύλες μια μεγάλη ποικιλία
θεμάτων (τον έρωτα και το θάνατο, την πολιτική και το ποδόσφαιρο, την πόλη και
το χωριό, το ευτελές και το πολύτιμο της ανθρώπινης κωμωδίας), με αναγνωρίσιμους
ήρωες που μένουν μαζί μας αφού έχουν αποχωρήσει από τη σκηνή, και με
ενοποιητική ουσία τη μοναδική φωνή του αφηγητή-συγγραφέα,
αυτοσαρκαστική και επιεική, κυνική και τρυφερή. Έχοντας μόλις ξαναδιαβάσει ολόκληρη
τη συλλογή, αισθάνομαι ότι όσοι γοητεύτηκαν από αυτά τα κείμενα και προέτρεψαν
τον συγγραφέα να τα τυπώσει δικαιώνονται διπλά: αφενός η γοητεία τους αντέχει
στο χρόνο, αφετέρου το σύνολο έχει μεγαλύτερη αξία από το άθροισμα των μερών.
Ας ξεκινήσουμε από τη μορφή. Το «Εξοδόχαρτο», χωρίς να το επιδιώκει, διαφημίζει τα θέλγητρα της βραχείας φόρμας. «Χωρίς να το επιδιώκει», επειδή εύκολα μπορεί κανείς να υποθέσει ότι το μέγεθος των κειμένων (500 περίπου λέξεις το καθένα) δεν υπαγορεύθηκε από προγραμματικές φιλοδοξίες, τις οποίες ο ίδιος ο συγγραφέας μάλλον θα απέρριπτε ειρωνικά, αλλά κυρίως από το ένστικτο του παλιού δημοσιογράφου, παρότι το μέσο στο οποίο πρωτοεμφανίστηκαν (fb) καλλιεργεί πολύ λιγότερο την αυτοπειθαρχία από ό,τι η εφημερίδα ή το δελτίο ειδήσεων. Όπως και να έχει, ανεξαρτήτως προθέσεων, τη σπουδαία και κάπως παραγνωρισμένη παράδοση των «μικροδιηγημάτων» ακολουθεί το «Εξοδόχαρτο», παράδοση στην οποία διέπρεψαν ο Μπόρχες και άλλοι Λατινοαμερικάνοι συγγραφείς. Πόσο βραχεία μπορεί να είναι αυτή η φόρμα το έδειξε ο Αουγκούστο Μοντερόσο με τον περίφημο «Δεινόσαυρο», ένα μικροδιήγημα επτά μόλις λέξεων: «Όταν ξύπνησε, ο δεινόσαυρος ήταν ακόμη εκεί». Μεταξύ των θαυμαστών του ήταν και ο Ίταλο Καλβίνο, που γνώριζε καλά την ισπανόφωνη λογοτεχνία, και είχε έφεση στα λογοτεχνικά πειράματα (όπως άλλωστε δείχνει η δραστηριοποίησή του στο OuLiPo, το «Εργαστήριο Δυνητικής Λογοτεχνίας», μαζί με τον Ρεϊμόν Κενώ και άλλους). Τόσο πολύ θαύμαζε τον Μοντερόσο ο Καλβίνο που για να τον τιμήσει αφιέρωσε στο ίδιο θέμα ένα από τα κεφάλαια των «Κοσμοκωμικών» του («Οι δεινόσαυροι»).
Εάν όμως η μορφή «ιντριγκάρει» τον αναγνώστη, αυτό που τον συναρπάζει είναι το περιεχόμενο. Στην ταινία «Μπάρτον Φινκ» των αδελφών Κοέν, ο ομώνυμος ήρωας (τον υποδύεται ο Τζον Τορτούρο), συγγραφέας το επάγγελμα, άσημος ακόμη, συναντιέται με τον νέο του εργοδότη, έναν κινηματογραφικό παραγωγό, που τον υποδέχεται δίπλα στην πισίνα, λέγοντάς του: «Ένα μόνο πράγμα μας ενδιαφέρει, Μπαρτ. Μπορείς να πεις μια ιστορία; Μπορείς να μας κάνεις να γελάσουμε; Μπορείς να μας κάνεις να κλάψουμε;» Το «Εξοδόχαρτο» δείχνει ότι ο Βαγγέλης Σιαφάκας ξέρει να κάνει και τα τρία. Είναι fabulator: έμαθε να λέει ιστορίες με τον τρόπο του τεχνίτη, όπως οι «πετράδες» της Ηπείρου (και της Αλβανίας) έμαθαν να σμιλεύουν την πέτρα – και οι ιστορίες που λέει είναι αστείες και συγκινητικές, διασκεδαστικές και σπαραχτικές, εναλλάξ και ταυτοχρόνως. Ο αναγνώστης του «Απαγορευμένο σεξ στον ΡΗΓΑ ΦΕΡΑΙΟ», ή του «Ετοιμάζω ταξίδι μοναχά για πάρτη μου», ή του «Δεν ανέχομαι τις ανορθογραφίες: με ταράζουν» διατρέχει τον κίνδυνο να αρχίσει ξαφνικά να γελάει φωναχτά, κάνοντας τους γύρω του να στραφούν προς το μέρος του απορημένοι. Και όταν φτάσει να διαβάζει το «Μη φοβηθείς», ή το «Το τελευταίο όνειρο», ή το «Εξοδόχαρτο» (που δίνει το όνομα στη συλλογή), πάλι θα πρέπει να προσέχει αν βρίσκεται σε δημόσιο χώρο – εκτός αν φοράει γυαλιά ηλίου, ή έχει πρόχειρα χαρτομάντηλα. Όσο για «Το κλάμα του πατέρα», ή για το «Κατηγορώ» (με το οποίο κλείνει η συλλογή), αφήνουν τον αναγνώστη άναυδο, συγκλονισμένο, σαν να έχει γίνει μόλις μάρτυρας ενός οδυνηρού τραύματος, που ο συγγραφέας δεν έχει διστάσει να αποκαλύψει, και που έχει καταφέρει να μιλήσει για αυτό με μαστοριά, διαύγεια και εντιμότητα, χωρίς να χαρίζεται σε κανέναν (αρχίζοντας από τον εαυτό του), μετατρέποντας έτσι με τρόπο σχεδόν αλχημικό κάτι προσωπικό σε κάτι άλλο οικουμενικό. Αυτή δεν είναι η μαγεία της μεγάλης λογοτεχνίας;
Όλα αυτά – και πολλά ακόμη – με την αμίμητη αφηγηματική φωνή του συγγραφέα, η οποία είναι ανευλαβής (με την έννοια ότι δεν έχει ιερό και όσιο), αμείλικτα αυτοσαρκαστική, δυσανεκτική ως προς τα πολλά «δήθεν» του κόσμου γύρω μας, επιεικής με τους χαρακτήρες που επινοεί, φιγούρες της διπλανής πόρτας, παρά την ευτέλειά τους (ή μήπως εξαιτίας της;), με μια λέξη: μοναδική. Μια φωνή που μιλάει μια γλώσσα ζωντανή, αληθινή, χωρίς φτιασίδια, όπως οι γοητευτικές γυναίκες του συγγραφέα, που δεν νοιάζονται καθόλου αν έχουν λίγη κυτταρίτιδα παραπάνω, ξέροντας άλλωστε καλά ότι ούτε οι άνδρες νοιάζονται.
Δεν θα επεκταθώ στα άλλα που με συνδέουν με τους κόσμους που πλάθει ο Βαγγέλης Σιαφάκας, και που με κάνουν να τον αισθάνομαι σαν δικό μου άνθρωπο, παρότι δεν είχαμε γνωριστεί (και βέβαια τώρα δεν θα γνωριστούμε ποτέ): ο Ρήγας, η Ιταλία, η Ήπειρος, ο κινηματογράφος, το ποδόσφαιρο είναι το (σαθρό) υλικό από το οποίο είμαστε φτιαγμένοι. Δεν θα επεκταθώ επειδή το «Εξοδόχαρτο» πάει πολύ πέρα από όλα αυτά, τα μεταχειρίζεται απλώς ως αφορμή, για να πει κάτι μεγαλύτερο, που «μιλάει» σε κάθε αναγνώστη, όποια και αν είναι η καταγωγή του, η ηλικία του, το φύλο του, τα πολιτικά ή ποδοσφαιρικά του φρονήματα.