Δημοσιεύθηκε ως Special Report της εφημερίδας «Καθημερινή» (Πέμπτη 21 Δεκεμβρίου 2023).
Στη χώρα μας το τοπίο της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης χαρακτηρίζεται από κατακερματισμό και χαμηλές επιδόσεις.
Αρχική επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση (υπό την ευθύνη του Υπουργείου Παιδείας) παρέχουν οι Επαγγελματικές Σχολές της ΔΥΠΑ (πρώην ΟΑΕΔ), τα Επαγγελματικά Λύκεια (ΕΠΑΛ), τα δημόσια και ιδιωτικά Ινστιτούτα Επαγγελματικής Κατάρτισης (ΙΕΚ), και το Μεταλυκειακό Έτος – Τάξη Μαθητείας των ΕΠΑΛ.
Συνεχιζόμενη επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση (υπό την ευθύνη του Υπουργείου Εργασίας) προσφέρουν τα Κέντρα Δια Βίου Μάθησης (ΚΔΒΜ), το Ανοιχτό Πανεπιστήμιο, και οι επιχειρήσεις.
Από κατακερματισμό χαρακτηρίζεται και η χρηματοδότηση της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης. Ο κρατικός προϋπολογισμός χρηματοδοτεί τα ΕΠΑΛ, τις Επαγγελματικές Σχολές, τα δημόσια ΙΕΚ κ.ά. Έως και το 2021, οι επιχειρήσεις αντλούσαν πόρους για προγράμματα ενδοεπιχειρησιακής κατάρτισης από τον Λογαριασμό για την Απασχόληση και την Επαγγελματική Κατάρτιση (ΛΑΕΚ), ο οποίος στη συνέχεια καταργήθηκε (με το Ν4921/2022), με την προοπτική να αντικατασταθεί από νέο (υπό δημιουργία) φορέα. Τέλος, ευρωπαϊκά κονδύλια χρηματοδοτούν προγράμματα και επενδύσεις στις υποδομές της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης.
Όλες οι μελέτες (του ΟΟΣΑ, του CEDEFOP, της διαΝΕΟσις, του ΙΟΒΕ, του ΙΝΕ ΓΣΕΕ, της Επιτροπής Πισσαρίδη, καθώς και της ίδιας της κυβέρνησης) συμπίπτουν στο ότι η ποιότητα της παρεχόμενης επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης είναι πολύ χαμηλή και πολύ μακριά από τις ανάγκες των εργαζομένων, των ανέργων, και των επιχειρήσεων.
Η δημόσια παροχή, π.χ. στα ΕΠΑΛ, πάσχει από όλα τα προβλήματα της δημόσιας εκπαίδευσης – και επιπλέον από την αρνητική εικόνα των επαγγελματικών λυκείων, από την προβληματική κοινωνική σύνθεση των μαθητών (οικογένειες μεταναστών, ή διαλυμένες, ή υπερβολικά φτωχές για να πληρώσουν φροντιστήριο, ή όλα αυτά μαζί), καθώς και από την έλλειψη διασύνδεσης με πραγματικές θέσεις εργασίας, με αναπόφευκτη συνέπεια την γενικευμένη αδιαφορία και την εκτεταμένη παραβατικότητα.
Η ιδιωτική παροχή, ιδίως στα ΚΔΒΜ, έχει συχνά προσχηματικό χαρακτήρα, αποσκοπώντας περισσότερο στην απορρόφηση κοινοτικών πόρων, καθώς και στη στήριξη του εισοδήματος των καταρτιζόμενων (και των διδασκόντων, και πάνω από όλα των ιδιοκτητών των ΚΔΒΜ), και πολύ λιγότερο ή καθόλου στην αναβάθμιση των δεξιοτήτων.
Η μεταρρύθμιση της τεχνικής εκπαίδευσης
Είναι πολύ νωρίς ακόμη για να αξιολογήσει κανείς την απόπειρα ανασυγκρότησης της αρχικής επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης που εξήγγειλε ο Υπουργός Παιδείας με νομοσχέδιο που κατατέθηκε στις 31 Οκτωβρίου 2023. Η κεντρική ιδέα του νομοσχεδίου φαίνεται να είναι ο καλύτερος συντονισμός μεταξύ των Επαγγελματικών Σχολών, των ΕΠΑΛ, των ΙΕΚ, και του Μεταλυκειακού Έτους – Τάξης Μαθητείας, με απώτερο στόχο την συνύπαρξή τους σε νέα ενισχυμένα campus τεχνικής εκπαίδευσης.
Η ενδοεπιχειρησιακή κατάρτιση
Κατάρτιση παρέχεται και από τις επιχειρήσεις. Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, στο σύνολο της ΕΕ οι 2 στις 3 επιχειρήσεις (67,8%) όλων των κλάδων και κάθε μεγέθους παρείχαν στο προσωπικό τους επαγγελματική κατάρτιση (στοιχεία 2020). Στην Ελλάδα, το αντίστοιχο ποσοστό ήταν πολύ χαμηλότερο: η 1 στις 6 επιχειρήσεις (17,8%) παρείχε κατάρτιση στο προσωπικό της.
Διάγραμμα 8: Επιχειρήσεις που παρέχουν ενδοεπιχειρησιακή κατάρτιση (%)
Η υστέρηση της Ελλάδας δεν μπορεί να αποδοθεί στο μικρό μέγεθος των επιχειρήσεων: ακόμη και αν επικεντρωθούμε στις μεγάλες επιχειρήσεις (με 250+ εργαζόμενους), το ποσοστό εκείνων που προσέφεραν επαγγελματική κατάρτιση στο προσωπικό τους ήταν σημαντικά χαμηλότερο από τον κοινοτικό μέσο όρο: 59,5% στην Ελλάδα έναντι 92,8% στην ΕΕ.
Τα αδιέξοδα της «απορροφητικότητας»
Τα Κέντρα Δια Βίου Μάθησης – ΚΔΒΜ (πρώην Κέντρα Επαγγελματικής Κατάρτισης – ΚΕΚ) χρηματοδοτούνται σχεδόν αποκλειστικά από ευρωπαϊκά κονδύλια. Τα τελευταία είναι αληθινός πακτωλός. Στα εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου έχουν προστεθεί άλλα πολλά από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, καθώς και από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης. Μικρότερα (αλλά επίσης σεβαστά) ποσά είχαν δαπανηθεί από το 1986 που τέθηκαν σε εφαρμογή τα πρώτα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα έως την τρέχουσα περίοδο.
Είναι εξαιρετικά αμφίβολο εάν τα πολλά δις ευρώ που η χώρα εισέπραξε από την ΕΕ οδήγησαν ποτέ στη δημιουργία μιας (1) έστω θέσης εργασίας για κάποιον από τους εκατοντάδες χιλιάδες καταρτιζόμενους. Διαχρονικά οι ελληνικές κυβερνήσεις έβλεπαν τους κοινοτικούς πόρους για την κατάρτιση που εισέρρεαν ως εργαλείο στήριξης του εθνικού εισοδήματος, όχι ως επένδυση στις (χαμηλές) δεξιότητες των Ελλήνων. Μια ολόκληρη αγορά δημιουργήθηκε τεχνητά, με σκοπό την απορρόφηση των κοινοτικών πόρων για την κατάρτιση. Η μεγιστοποίηση της απορροφητικότητας αυτών των πόρων έγινε εθνικός στόχος, που επιδιώχθηκε σθεναρά, παρότι δεν επιτεύχθηκε ποτέ.
Δειλές προσπάθειες ρύθμισης της αγοράς, με τον καθορισμό κριτηρίων (συνήθως τεχνικών) για την πιστοποίηση των ΚΕΚ/ΚΔΒΜ, προσέκρουσαν στις διαμαρτυρίες των άμεσα ενδιαφερομένων, καθώς και σε πολιτικές πιέσεις για τη χαλάρωση των κριτηρίων («Να μην χαθεί ούτε ευρώ!»).
Σε αυτές τις συνθήκες, η κατάρτιση – δηλαδή η μετάδοση χρήσιμων και ουσιαστικών γνώσεων και δεξιοτήτων στους καταρτιζόμενους, ώστε να έχουν καλύτερες προοπτικές απασχόλησης με υψηλότερες αμοιβές – αγνοήθηκε ως στόχος και μετατράπηκε σε πρόσχημα για την απορρόφηση κοινοτικών πόρων.
Η κατάρτιση ως πρόσχημα
Αρχικά, το πρόσχημα αυτό δεν τηρείτο καν: πολλά προγράμματα απλώς δεν γίνονταν, ενώ οι επιθεωρητές της ΕΕ που επισκέπτονταν τη διεύθυνση που είχε δηλωθεί για να αξιολογήσουν τις εγκαταστάσεις του φορέα δεν έβρισκαν τίποτε. Από κάποια στιγμή και ύστερα, τα προσχήματα άρχισαν να τηρούνται καλύτερα, με την έννοια ότι τα μαθήματα γίνονταν – όμως τα προγράμματα συνέχισαν να έχουν κατά κανόνα χαμηλή ή μηδενική αξία.
Ήταν όμως όλοι ικανοποιημένοι: οι καταρτιζόμενοι που εισέπρατταν μια μικρή μα ευπρόσδεκτη αμοιβή, οι διδάσκοντες που συμπλήρωναν το εισόδημά τους, και πάνω από όλα οι επιχειρήσεις (τα παλιά ΚΕΚ και τα νέα ΚΔΒΜ) που καρπώνονταν το μερίδιο του λέοντος.
Η ανάγκη τήρησης των προσχημάτων έδωσε ισχυρά κίνητρα στα ΚΕΚ/ΚΔΒΜ να συντάξουν καταλόγους μονίμων καταρτιζόμενων, οι οποίοι προσκαλούνταν να συμμετάσχουν σε κάποιο πρόγραμμα – ξανά και ξανά και ξανά.
Τόσο πολύ και τόσο εύκολο χρήμα, με μόνη προϋπόθεση τη διοικητική απόφαση έγκρισης κάποιου προγράμματος, δημιούργησε ευκαιρίες αθέμιτου πλουτισμού, καθώς και – όπως ψιθυρίζεται, χωρίς να τεκμηριώνεται ανοιχτά – διαφθοράς.
Η διαβόητη υπόθεση «σκοιλ ελικικου» συνοψίζει το πώς γίνεται αντιληπτή στη χώρα μας η αξιοποίηση των κοινοτικών κονδυλίων για την κατάρτιση. Την άνοιξη του 2020, ο τότε Υπουργός Εργασίας ενέκρινε προγράμματα τηλεκατάρτισης επιστημόνων, με εκπαιδευτικά υλικά γεμάτα ακατάληπτες φράσεις («σκοιλ ελικικου», «μέτζη του νέουκτη» κ.ά.). Η υπόθεση οδήγησε τελικά στην παραίτηση του τότε Υπουργού – όμως ακόμη και σοβαρά στελέχη της κυβέρνησης εξηγούσαν ότι ο θόρυβος ήταν «άδικος», αφού ο στόχος των προγραμμάτων δεν ήταν η κατάρτιση αλλά η εισοδηματική στήριξη των επαγγελματικών ομάδων εν μέσω πανδημίας.
Μια απόπειρα συμμαζέματος
Το νέο σύστημα για την κατανομή των κοινοτικών κονδυλίων για την κατάρτιση που αναλογούν στην ΔΥΠΑ προβλέπει πιστοποίηση των ΚΔΒΜ, των προγραμμάτων σπουδών, καθώς και των καταρτιζόμενων, μέσω συστήματος voucher και ελεύθερης επιλογής παρόχου.
Μέχρι στιγμής, τα προβλήματα ανακυκλώνονται: τα προγράμματα σπουδών εκπονούνται από τις εταιρείες πιστοποίησης, τα ΚΔΒΜ απλώς υιοθετούν έτοιμο κάποιο πρόγραμμα σπουδών, και στη συνέχεια διαγκωνίζονται για την προσέλκυση καταρτιζόμενων προσφέροντάς τους πλούσια δώρα (υπολογιστές κ.ά.), ενώ στο τέλος όλοι οι καταρτιζόμενοι πιστοποιούνται από τις εταιρείες πιστοποίησης για τις γνώσεις που απέκτησαν με τον καλύτερο βαθμό.
Οι διατάξεις του Ν4921/2022 («Δουλειές Ξανά») προβλέπουν αυστηροποίηση των σχετικών πρακτικών. Οι καταρτιζόμενοι άνεργοι θα εισπράττουν μόνο το 70% της προβλεπόμενης επιδότησης εάν δεν πιστοποιηθούν. Τα ΚΔΒΜ θα διαγράφονται από το μητρώο επιλέξιμων φορέων κατάρτισης εάν τουλάχιστον 50% των καταρτιζόμενων ανέργων δεν έχουν βρει δουλειά μέσα σε 1 έτος από το τέλος της κατάρτισης. Οι εγγεγραμμένοι άνεργοι που αρνούνται 3 προσφορές απασχόλησης θα διαγράφονται από το μητρώο ανέργων (και θα χάνουν την επιδότηση ανεργίας, και την επιδότηση κατάρτισης) – κτλ.
Μπροστά στις αντιδράσεις (σε κάποιο βαθμό δικαιολογημένες, συνήθως ιδεοληπτικές), καμία από τις παραπάνω διατάξεις δεν έχει εφαρμοστεί μέχρι τώρα. Οι εταιρείες πιστοποίησης δεν έχουν στερήσει την πιστοποίηση από κανέναν καταρτιζόμενο, ανεξαρτήτως επίδοσης στις σχετικές εξετάσεις. Κανένα ΚΔΒΜ δεν έχει διαγραφεί από το μητρώο επιλέξιμων φορέων, ακόμη και αν κανείς από τους ανέργους που κατάρτισε δεν έχει βρει δουλειά 1 χρόνο μετά. Οι υπάλληλοι της ΔΥΠΑ δεν έχουν διαγράψει ούτε έναν άνεργο, ακόμη και εάν είναι γνωστός «βαουτσεράκιας» που ζει από τη διαδοχική συμμετοχή του σε επιδοτούμενα προγράμματα.
Καλούτσικες πρακτικές
Διασώζεται κάτι σε αυτό το μάλλον νοσηρό τοπίο της κατάρτισης; Σε κάποιο βαθμό, ναι.
Σε πολλά ΕΠΑΛ το επίπεδο των διδασκόντων και των υποδομών δεν είναι καθόλου άσχημο. Όσοι μαθητές, συχνά παιδιά μεταναστών, επείγονται να μπουν στην οικογενειακή επιχείρηση (για να γίνουν ηλεκτρολόγοι, υδραυλικοί, μαραγκοί κ.ά.) δεν ενδιαφέρονται για κοπάνα ή για χαβαλέ. Σε κάποια ΕΠΑΛ (π.χ. σε ειδικότητες νοσηλευτών, βοηθών μικροβιολόγων, βρεφονηπιοκόμων), όπου – όχι συμπτωματικά – φοιτούν περισσότερα κορίτσια, η πειθαρχία είναι καλύτερη και η μάθηση πιο ουσιαστική.
Το Μεταλυκειακό Έτος – Τάξη Μαθητείας έχει αξιόλογη επιτυχία. Οι συμμετέχοντες (απόφοιτοι ΕΠΑΛ) παρακολουθούν μαθήματα στο σχολείο 1 μέρα την εβδομάδα, και εργάζονται σε κάποια επιχείρηση ή (συχνότερα) σε κάποιον δημόσιο φορέα τις υπόλοιπες 4 μέρες την εβδομάδα, με μικρή αμοιβή ως μαθητευόμενοι, υπό την παρακολούθηση ενός σχολικού συμβούλου.
Σε αρκετά ΙΕΚ, η διετής φοίτηση (μαθήματα στα 3 πρώτα εξάμηνα και πρακτική άσκηση στο 4ο εξάμηνο) είναι αρκετά ουσιαστική. Όλο και περισσότεροι σπουδαστές προτιμούν το ΙΕΚ από το πανεπιστήμιο («καλύτερα συντηρητής κλιματιστικών παρά αδιόριστος μαθηματικός»), ενώ όλο και πιο συνηθισμένο είναι το φαινόμενο σπουδαστές ΙΕΚ να έχουν πτυχίο ΑΕΙ. Η πρακτική άσκηση αξιολογείται, ενώ η επαγγελματική επάρκεια των αποφοίτων ΙΕΚ πιστοποιείται από τον Εθνικό Οργανισμό Πιστοποίησης Προσόντων και Επαγγελματικού Προσανατολισμού (ΕΟΠΠΕΠ). Το ποσοστό επιτυχόντων στις σχετικές εξετάσεις του ΕΟΠΠΕΠ είναι σημαντικά κάτω από 100%, γεγονός ενθαρρυντικό.
Γενικά, το επίπεδο ανεβαίνει όταν οι ευκαιρίες απασχόλησης είναι πραγματικές. Στην Τρίπολη, όπου η διάνοιξη της Εθνικής Οδού και τα κίνητρα δίκαιης μετάβασης στην μετά τον λιγνίτη εποχή έχουν αναθερμάνει την τοπική οικονομία, στελέχη των νέων εργοστασίων έχουν απευθυνθεί στα ΕΠΑΛ και στα ΙΕΚ της περιοχής για να καλύψουν τις ανάγκες τους σε προσωπικό, με αποτέλεσμα την αναζωογόνηση του ενδιαφέροντος για σπουδές εκ μέρους των διδασκομένων (και ίσως των διδασκόντων).
Μη επιδοτούμενη κατάρτιση
Ταυτόχρονα, συνεχίζουν να διεξάγονται με επιτυχία τα μη επιδοτούμενα προγράμματα κατάρτισης της ΔΥΠΑ με τη συνεργασία της Microsoft, της Cisco, του Coursera κ.ά.
Πολλά μη επιδοτούμενα προγράμματα κατάρτισης παρέχονταν στο παρελθόν από τα ΙΕΚ (χωρίς δίδακτρα στα δημόσια, με δίδακτρα στα ιδιωτικά). Πλέον, μετά την υπερτροφική επέκταση της επιδοτούμενης κατάρτισης (με κοινοτική χρηματοδότηση), τέτοια προγράμματα σπανίζουν.
Μη επιδοτούμενη κατάρτιση παρέχεται όμως και από τα πανεπιστήμια. Για παράδειγμα, το Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΕΚΠΑ) προσφέρει πάνω από 570 προγράμματα συμπληρωματικής εξ αποστάσεως εκπαίδευσης, πολλά από τα οποία στοχεύουν στην παροχή γνώσεων και δεξιοτήτων γύρω από επαγγέλματα αιχμής (πληροφορική, τεχνητή νοημοσύνη, logistics κ.ά). Το κόστος των προγραμμάτων καλύπτεται από τους ίδιους τους καταρτιζόμενους, και είναι κατά κανόνα υπολογίσιμο: ενδεικτικά, το τετράμηνης διάρκειας πρόγραμμα «Supply Chain Manager – Operational Level» κοστίζει 510 ευρώ, με εκπτώσεις για ανέργους, πολύτεκνους κ.ά.
Επιδοτούμενη απασχόληση
Ενώ τα ευρωπαϊκά κονδύλια για την κατάρτιση φαίνονται να κατασπαταλώνται, τα αντίστοιχα για την επιδότηση της απασχόλησης δείχνουν να πιάνουν περισσότερο τόπο, τουλάχιστον σε κάποιο βαθμό. Επίσημα στοιχεία και προσωρινές εκτιμήσεις δείχνουν ότι από τις αρχές Αυγούστου 2019 έως και τα τέλη Νοεμβρίου 2023 περίπου 155.000 άνεργοι βρήκαν δουλειά μέσω προγραμμάτων επιδοτούμενης απασχόλησης της ΔΥΠΑ.
Σε αυτό συνέβαλε το γεγονός ότι στη διάρκεια της πανδημίας το ποσοστό επιδότησης αυξήθηκε, ενώ χαλάρωσαν προσωρινά οι προϋποθέσεις επιλεξιμότητας για τη συμμετοχή των επιχειρήσεων στα προγράμματα της ΔΥΠΑ. Έκτοτε πάντως το ποσοστό επιδότησης επανήλθε στα προηγούμενα επίπεδα, ενώ ενεργοποιήθηκε εκ νέου η δέσμευση των επιχειρήσεων να διατηρήσουν τις θέσεις εργασίας και μετά το τέλος της επιδότησης.
Μια παρενέργεια της επιδοτούμενης απασχόλησης είναι ο εθισμός των επιχειρήσεων στην φθηνή εργασία. Μια πρώτη προσπάθεια αξιολόγησης της αποτελεσματικότητας των σχετικών προγραμμάτων της ΔΥΠΑ σε περίοδο 18 μηνών (Ιούνιος 2020 – Δεκέμβριος 2021) έδειξε ότι σε δείγμα 40.000 ωφελημένων, 77,6% εργάζονταν ακόμη 6 μήνες μετά τη λήξη του προγράμματος, ενώ 12 μήνες μετά το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 50,6%.
Εν τω μεταξύ, οι «Ημέρες Καριέρας» που οργανώνει η ΔΥΠΑ για να φέρει σε επαφή άτομα που αναζητούν εργασία με επιχειρήσεις που αναζητούν προσωπικό έχουν μέχρι στιγμής αποφέρει 5.000 περίπου (μη επιδοτούμενες) προσλήψεις.